Τίτλοι κωδικού
Γλώσσα | Τίτλος |
---|---|
Ελληνικά
|
Κορτικοστεροειδή |
Αγγλικά
|
Corticosteroids |
Κατάταξη ομάδας
Επίπεδο | Κωδικός | Τίτλος |
---|---|---|
1 | R | Αναπνευστικό σύστημα |
2 | R01 | Ρινικά σκευάσματα |
3 | R01A | Αποσυμφορητικά του ρινικού βλεννογόνου και άλλα σκευάσματα για τοπική χορήγηση |
4 | R01AD | Κορτικοστεροειδή |
Περιεχόμενα ομάδας
Κωδικός | Τίτλος |
---|---|
R01AD01 | Beclometasone |
R01AD02 | Prednisolone |
R01AD03 | Dexamethasone |
R01AD04 | Flunisolide |
R01AD05 | Budesonide |
R01AD06 | Betamethasone |
R01AD07 | Tixocortol |
R01AD08 | Fluticasone |
R01AD09 | Mometasone |
R01AD11 | Triamcinolone |
R01AD12 | Fluticasone furoate |
R01AD13 | Ciclesonide |
R01AD52 | Prednisolone, combinations |
R01AD53 | Dexamethasone, combinations |
R01AD57 | Tixocortol, combinations |
R01AD58 | Fluticasone, combinations |
R01AD59 | Mometasone, combinations |
R01AD60 | Hydrocortisone, combinations |
Δραστικές ουσίες ομάδας
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Βεκλομεθαζόνη |
Η βεκλομεθαζόνη είναι ένα γλυκοκορτικοειδές με αντιφλεγμονώδη δράση και περιορισμένη αλατοκορτικοειδή δράση. Παρατηρείται τοπική επίδραση στην κατώτερη αναπνευστική οδό μετά από χορήγηση στο αναπνευστικό σύστημα με εισπνοή. Η βεκλομεθαζόνη αποτελεί προφάρμακο με ασθενή δραστικότητα ως προς την σύνδεση με υποδοχείς γλυκοκορτικοειδών. Υδρολύεται από εστεράσες προς τον ενεργό μεταβολίτη 17-μονοπροπιονική βεκλομεθαζόνη (beclomethasone-17-monopropionate: Β-17-ΜΡ), η οποία έχει ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση. |
Βηταμεθαζόνη |
Η βηταμεθαζόνη κατατάσσεται ως προς τη δραστικότητα της στα ισχυρά τοπικά καρτικοστεροειδή κι έχει αντιφλεγμονώδη δράση. |
Βουδεσονίδη |
H βουδεσονίδη είναι ένα μη αλογονωμένο γλυκοκορτικοειδές με ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση στο αναπνευστικό σύστημα. Γενικά, η βουδεσονίδη αναστέλλει πολλές φλεγμονώδεις διαδικασίες συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής κυτοκίνης, της ενεργοποίησης των φλεγμονωδών κυττάρων και της έκφρασης των μορίων προσκόλλησης στα ενδοθηλιακά και τα επιθηλιακά κύτταρα. Σε δόσεις κλινικά ισοδύναμες με της πρεδνιζολόνης, η βουδεσονίδη προκαλεί σημαντικά μικρότερη καταστολή του άξονα ΥΥΕ και έχει χαμηλότερη επίδραση στους δείκτες της φλεγμονής. |
Σικλεσονίδη |
Η σικλεσονίδη είναι ένα εισπνεόμενο γλυκοκορτικοειδές που μειώνει τον αριθμό και την δραστηριότητα των κυττάρων που ενέχονται στη φλεγμονή των αεραγωγών (μακροφάγα, ηωσηνόφιλα, Τ-λεμφοκύττρα). Η παρατεταμένη θεραπεία (διέρκειας πολλών μηνών) με σικλεσονίδη μειώνει την υπεραντιδραστικότητα των λείων μυών των αεραγωγών σε ποικίλα ερεθίσματα που προκαλούν βρογχοσυστολή (αλλεργιογόνα, ερεθιστικές ουσίες, ψυχρός αέρας κ.α.). Επίσης ελαττώνει την φλεγμονή των αεραγωγών προκαλώντας εξάλειψη του οιδήματος των βλεννογόνων, μείωση της διαπερατότητας των τριχοειδών και αναστολή της απελευθέρωσης λευκοτριενίων με αποτέλεσμα την μείωση της βρογχικής αντιδραστικότητας. |
Δεξαμεθαζόνη |
Η δεξαμεθαζόνη είναι ένα συνθετικό γλυκοκορτικοειδές με επταπλάσια αντιφλεγμονώδη δράση από την πρεδνιζολόνη. Όπως άλλα γλυκοκορτικοειδή, η δεξαμεθαζόνη έχει επίσης αντιαλλεργικές, αντιτοξικές, αντιπυρετικές και ανοσοκατασταλτικές ιδιότητες. |
Φλουνισολίδη |
Η φλουνισολίδη είναι ένα γλυκοκορτικοειδές, αρκετές εκατοντάδες φορές πιο ισχυρό από την τυπική κορτιζόλη. Ο κύριος μηχανισμός δράσης της φλουνισολίδης είναι η ενεργοποίηση των υποδοχέων των γλυκοκορτικοειδών, με αποτέλεσμα την αντιφλεγμονώδη δράση. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας. |
Φλουτικαζόνη |
Η φλουτικαζόνη έχει ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση, όμως όταν χρησιμοποιείται τοπικά στο ρινικό βλεννογόνο, δεν έχει ανιχνεύσιμη συστηματική δράση. |
Φουροϊκή φλουτικαζόνη |
Η φουροϊκή φλουτικαζόνη (fluticasone furoate) είναι ένα συνθετικό τριφθοριούχο κορτικοστεροειδές με πολύ υψηλή συγγένεια προς τον υποδοχέα των γλυκοκορτικοειδών και ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση. |
Μομεταζόνη |
Η μομεταζόνη είναι ένα τοπικό γλυκοκορτικοειδές με τοπικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Είναι πιθανό ότι το μεγαλύτερο μέρος του μηχανισμού των δράσεων της μομεταζόνης έγκειται στην ικανότητά της να αναστέλλει την απελευθέρωση μεσολαβητών του καταρράκτη των φλεγμονωδών αντιδράσεων. |
Πρεδνιζολόνη |
Η πρεδνιζολόνη είναι ένα συνθετικό γλυκοκορτικοειδές και συγκεκριμένα είναι ένα συνθετικό παράγωγο της κορτιζόλης, η οποία είναι ορμόνη του φλοιού των επινεφριδίων. Η πρεδνιζολόνη έχει κυρίως αντιφλεγμονώδεις, αντιαλλεργικές και ανοσοκατασταλτικές ιδιότητες. |
Tixocortol |
|
Τριαμσινολόνη |
Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης αποτελεί ένα πιο δραστικό παράγωγο της τριαμσινολόνης και είναι 8 φορές περίπου πιο δραστικό από την πρεδνιζόνη. Αν και ο ακριβής μηχανισμός της αντιαλλεργικής τους δράσης είναι άγνωστος, τα κορτικοστεροειδή είναι πολύ αποτελεσματικά στη θεραπεία των αλλεργικών νόσων στον άνθρωπο. |