Γενικά
Με τον όρο «ναρκωτικά» νοούνται ουσίες με διαφορετική χημική δομή και διαφορετική δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, αλλά με κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τη μεταβολή της θυμικής κατάστασης του χρήστη και την πρόκληση εξάρτησης διαφορετικής φύσης (ψυχικής ή και σωματικής) και ποικίλου βαθμού, καθώς και την ανακούφιση των χρονίως πασχόντων από τα συμπτώματα συγκεκριμένης νόσου, για την οποία αυτές κρίνονται ιατρικά επιβεβλημένες.
Οι κυριότερες συνέπειες από τη χρήση ναρκωτικών μπορούν να οδηγήσουν στα παρακάτω συμπεράσματα: α) ο κίνδυνος για βιολογικές διαταραχές εντοπίζεται στην ενδεχόμενη αλλοίωση των γονιδίων, ενώ συχνά παρουσιάζονται σύντομες ή χρόνιες οργανικές παθήσεις μικρότερης σημασίας, β) οι ψυχοπαθολογικές αντιδράσεις αφορούν κυρίως στην απώλεια του αισθήματος του χρόνου και του χώρου, δηλαδή τη σύγχυση των βιωμάτων του παρόντος και του παρελθόντος.
Η παραγωγή, κατοχή, μεταφορά, αποθήκευση, επεξεργασία, κυκλοφορία και η μεσολάβηση στη διακίνηση των ναρκωτικών γίνεται είτε από το κράτος μέσω του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.), είτε από νομικά και φυσικά πρόσωπα μέσω του Κρατικού μονοπωλίου Ναρκωτικών ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής Ναρκωτικών.
Η νομοθεσία για τα ναρκωτικά, εφόσον έχει ουσιαστικό χαρακτήρα κυρωτικών διατάξεων, και σειρά ειδικών δικονομικών ρυθμίσεων, αποτελεί ένα τυπικό δείγμα αυτοτελούς, και με σημαντική πρακτική σημασία, ειδικού ποινικού νόμου. Σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, δομούνται οι παρακάτω πίνακες που περιέχουν ταξινομημένες τις ναρκωτικές ουσίες.