Ένδειξη για Μπεβασιζουμάμπη
Κωδικός | I-423384 |
---|---|
Φύλο | Χωρίς διάκριση φύλου |
Ηλικία | Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) |
Πρόθεση | Επικουρική πρόθεση |
Σύντομη περιγραφή
Η μπεβασιζουμάμπη, σε συνδυασμό με ερλοτινίμπη, ενδείκνυται για τη θεραπεία πρώτης γραμμής σε ενήλικες ασθενείς με ανεγχείρητο προχωρημένο, μεταστατικό ή υποτροπιάζοντα μη πλακώδη μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα με ενεργοποιητικές μεταλλάξεις του υποδοχέα του επιδερμικού αυξητικού παράγοντα (epidermal growth factor receptor, EGFR).
Αγωγές
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοφλέβια – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 15 mg/kg σωματικού βάρους μία φορά κάθε 3 εβδομάδες
15 mg/kg σωματικού βάρους μία φορά κάθε 3 εβδομάδες | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδοφλέβια, 15 χιλιοστογραμμάρια μπεβασιζουμάμπη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε 3 εβδομάδες. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Θεραπεία πρώτης γραμμής μη πλακώδους NSCLC με ενεργοποιητικές μεταλλάξεις του EGFR σε συνδυασμό με ερλοτινίμπηO έλεγχος για τις μεταλλάξεις του EGFR θα πρέπει να διενεργείται πριν από την έναρξη της θεραπείας με τον συνδυασμό μπεβασιζουμάμπης και ερλοτινίμπης. Είναι σημαντικό να επιλεχθεί μια καλά τεκμηριωμένη και επικυρωμένη μεθοδολογία προκειμένου να αποφευχθούν ψευδώς αρνητικά ή ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Η συνιστώμενη δόση της μπεβασιζουμάμπης όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με την ερλοτινίμπη είναι 15 mg/kg σωματικού βάρους χορηγούμενη μία φορά κάθε 3 εβδομάδες ως ενδοφλέβια έγχυση. Συνιστάται να συνεχίζεται η θεραπεία με μπεβασιζουμάμπη σε συνδυασμό με ερλοτινίμπη έως την εξέλιξη της νόσου. Ανατρέξτε στις πλήρεις συνταγογραφικές πληροφορίες της ερλοτινίμπης για τη δοσολογία και τη μέθοδο χορήγησης της ερλοτινίμπης. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Δε θα πρέπει να χορηγείται με ταχεία ή bolus ενδοφλέβια ένεση. Δε συνιστάται η μείωση της δόσης λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών. Εφόσον ενδείκνυται, η θεραπεία θα πρέπει είτε να διακοπεί οριστικά είτε να ανασταλεί προσωρινά. |
Δραστική ουσία
Η μπεβασιζουμάμπη συνδέεται με τον αυξητικό παράγοντα του αγγειακού ενδοθηλίου VEGF (vascular endothelial growth factor) και ως εκ τούτου αναστέλλει τη σύνδεση του VEGF με τους υποδοχείς του: Fit 1 (VEGFR 1) και KDR (VEGFR 2), στην επιφάνεια των ενδοθηλιακών κυπάρων. Η εξουδετέρωση της βιολογικής δραστηριότητας του VEGF μειώνει την αγγειοποίηση των όγκων και ως εκ τούτου αναστέλλει την ανάπτυξη των όγκων.
Αποποίηση ευθυνών: Έχουν γίνει όλες οι προσπάθειες για να εξασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που παρέχονται είναι ακριβείς, ενημερωμένες και πλήρεις, αλλά δεν δίνεται καμία εγγύηση για τον σκοπό αυτό. Η εμφάνιση ένδειξης ή αγωγής για μια νόσο ή ένα σύμπτωμα σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ερμηνευθεί ως υπόδειξη ότι η αγωγή είναι αποτελεσματική ή κατάλληλη για κάθε συγκεκριμένο ασθενή. Η απουσία μιας ένδειξης ή αγωγής για μια νόσο ή ένα σύμπτωμα σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αποκλείει την ύπαρξη άλλων κατάλληλων ουσιών και αγωγών. Η Ergobyte Πληροφορική Α.Ε. δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για οποιαδήποτε πτυχή της υγειονομικής περίθαλψης παρέχεται με τη βοήθεια των πληροφοριών που η ίδια παρέχει.