Ένδειξη για Ρεμιφαιντανύλη
Κωδικός | I-798275 |
---|---|
Φύλο | Χωρίς διάκριση φύλου |
Ηλικία | Μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών) , έφηβοι (12 ετών - 18 ετών) , ενήλικες (18 ετών και άνω) |
Αγωγές
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοφλέβια – μόνο έφηβοι (12 ετών - 18 ετών), ενήλικες (18 ετών - 65 ετών) – 1 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" και μετέπειτα 0,5-1 μg/kg, ή 0,5-1 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,25-0,4 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικου παράγοντα
1 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" και μετέπειτα 0,5-1 μg/kg, ή 0,5-1 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,25-0,4 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικου παράγοντα | |||||||||||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Χορήγηση | Σχήμα A: Ενδοφλέβια, 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ. Σχήμα B: Ενδοφλέβια, μεταξύ 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη και 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη, μία φορά κάθε λεπτό. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,25 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη και 0,4 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη, μία φορά κάθε λεπτό. |
||||||||||||||||||||||||||
Λεπτομερής περιγραφή |
Ο πίνακας 1 συνοψίζει την αρχική δόση ένεσης, το ρυθμό έγχυσης και το δοσολογικό σχήμα. Πίνακας 1. Δοσολογικές οδηγίες για ενήλικες:
Όταν η ρεμιφαιντανύλη χορηγείται με βραδεία ενδοφλέβια ένεση θα πρέπει να χορηγείται σε χρόνο ίσο ή μεγαλύτερο των 30 δευτερολέπτων. Με τις παραπάνω συνιστώμενες δόσεις, η ρεμιφαιντανύλη μειώνει σημαντικά την ποσότητα του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για τη διατήρηση της αναισθησίας. Επομένως το ισοφλουράνιο και η προποφόλη πρέπει να χορηγούνται στις παραπάνω συνιστώμενες δόσεις ώστε να αποφεύγεται αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία (βλέπε Συγχορήγηση άλλων φαρμάκων). Δεν υπάρχουν δεδομένα για να στοιχειοθετήσουν δοσολογικές συστάσεις σχετικά με την ταυτόχρονη χορήγηση άλλων υπνωτικών εκτός αυτών που αναφέρονται στον Πίνακα 1 με ρεμιφαιντανύλη. Εισαγωγή αναισθησίαςΗ ρεμιφαιντανύλη θα πρέπει να χορηγείται με την συνιστώμενη δόση ενός υπνωτικού παράγοντα, όπως προποφόλη, θειοπεντάλη, ή ισοφλουράνιο για την εισαγωγή αναισθησίας. Η ρεμιφαιντανύλη είναι δυνατόν να χορηγηθεί με έγχυση σε δόση 0,5-1μg/kg/min με ή χωρίς αρχική βραδεία ενδοφλέβια ένεση 1 μg/kg χορηγουμένης για διάστημα όχι μικρότερο από 30 δευτερόλεπτα. Αν η ενδοτραχειακή διασωλήνωση γίνει μετά χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 8-10 λεπτά μετά την έναρξη της ενδοφλέβιας έγχυσης ρεμιφαιντανύλης, τότε η εφ΄άπαξ (bolus) ένεση δεν είναι απαραίτητη. Διατήρηση της αναισθησίας σε ασθενείς με υποστηριζόμενη αναπνοήΜετά από ενδοτραχειακή διασωλήνωση, ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης πρέπει να μειώνεται, σύμφωνα με την τεχνική της αναισθησίας, όπως ενδείκνυται στον Πίνακα 1. Λόγω της ταχείας έναρξης και μικρής διάρκειας δράσης της ρεμιφαιντανύλης, το σχήμα χορήγησης κατά την διάρκεια της αναισθησίας μπορεί να τιτλοποιηθεί προς τα πάνω με ποσοστά αύξησης 25% - 100% ή προς τα κάτω με ποσοστά μείωσης 25% - 50%, κάθε 2-5 λεπτά ώστε να φθάσει την επιθυμητή στάθμη ανταπόκρισης του μ-οπιοειδούς. Για ανταπόκριση σε ελαφρά αναισθησία, είναι δυνατόν να χορηγηθούν συμπληρωματικά βραδέως εφ΄άπαξ (bolus) ενέσεις κάθε 2-5 λεπτά. Ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή με διασφαλισμένο αεραγωγό (π.χ. αναισθησία με λαρυγγική μάσκα)Σε ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή με διασφαλισμένο αεραγωγό είναι δυνατό να συμβεί αναπνευστική καταστολή. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή για να προσαρμοστεί η δόση στις ανάγκες του ασθενή και πιθανό να απαιτηθεί μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Ο συνιστώμενος ρυθμός έναρξης συμπληρωματικής αναλγησίας σε ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή είναι 0,04 μg/kg/min με ρύθμιση για να επιτευχθεί αποτέλεσμα. Έχει μελετηθεί διακύμανση του ρυθμού έγχυσης από 0,025 έως 0,1 μg/kg/min. Εφ' άπαξ ενδοφλέβια ένεση (bolus) δεν συνιστάται σε ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή. Η ρεμιφαιντανύλη δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως αναλγητικό σε διαδικασίες όπου οι ασθενείς διατηρούν τις αισθήσεις τους ή δεν λαμβάνουν κάποια υποστήριξη των αεραγωγών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Συγχορήγηση φαρμάκωνΗ ρεμιφαιντανύλη μειώνει την ποσότητα ή τις δόσεις των εισπνεόμενων αναισθητικών υπνωτικών και βενζοδιαζεπινών που απαιτούνται για την αναισθησία. Οι δόσεις των παρακάτω φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στην αναισθησία: ισοφλουράνιο, θειοπεντόνη, προποφόλη και τεμαζεπάμη έχουν μειωθεί μέχρι και 75% όταν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα με τη ρεμιφαιντανύλη. Οδηγίες για διακοπή/συνέχιση στην άμεση μετεγχειρητική περίοδοΛόγω της πολύ γρήγορης παρέλευσης της ρεμιφαιντανύλης, 5-10 λεπτά μετά από τη διακοπή χορήγησης δεν παρατηρείται υπολειπόμενη δράση οπιοειδούς. Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργικές επεμβάσεις και αναμένεται μετεγχειρητικός πόνος, θα πρέπει να χορηγούνται αναλγητικά πριν τη διακοπή της ρεμιφαιντανύλης. Πρέπει να αφήνεται επαρκής χρόνος ώστε το μακρύτερης δράσης αναλγητικό να φθάσει το μέγιστο του αποτελέσματος. Η επιλογή του αναλγητικού θα πρέπει να είναι κατάλληλη ως προς τo είδος της χειρουργικής επέμβασης του ασθενούς και το επίπεδο της μετεγχειρητικής φροντίδας. Στην περίπτωση που πριν το τέλος της επέμβασης δεν έχει εγκατασταθεί μακρότερης δράσης αναλγησία η ρεμιφαιντανύλη μπορεί να χρειασθεί να συνεχιστεί κατά την άμεση μετεγχειρητική περίοδο, μέχρις ότου η μακράς διάρκειας αναλγησία φθάσει στο μέγιστο της δράσης της. Οδηγίες για την χορήγηση σε ασθενείς υπό μηχανικό αερισμό σε μονάδες εντατικής θεραπείας δίδονται στην παρούσα παράγραφο Χρήση σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Σε ασθενείς με αυτόματη αναπνοή, ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης πρέπει αρχικά να μειώνεται στο 0,1 μg/kg/min. Ακολούθως, μπορεί ν' αυξάνεται ή να μειώνεται όχι περισσότερο από 0,025 μg/kg/min κάθε πέντε λεπτά, για να εξισορροπείται το επίπεδο της αναλγησίας και του αναπνευστικού ρυθμού του ασθενή. Η ρεμιφαιντανύλη πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο όταν υπάρχει πλήρως εξοπλισμένο χειρουργείο για την παρακολούθηση και υποστήριξη της αναπνευστικής και της καρδιαγγειακής λειτουργίας, κάτω από την επίβλεψη ατόμων ειδικά εκπαιδευμένων στη διαπίστωση και αντιμετώπιση των αναπνευστικών αντιδράσεων των ισχυρών οπιοειδών. Η χρήση ενδοφλέβιας (bolus) ένεσης ρεμιφαιντανύλης για θεραπεία του πόνου κατά τη μετεγχειρητική περίοδο, δεν συνιστάται σε ασθενείς που έχουν αυτόματη αναπνοή. Χορήγηση με έγχυση προκαθορισμένου στόχου (TCI)Επαγωγή και διατήρηση της αναισθησίας σε διασωληνωμένους ασθενείς: Η χορήγηση ρεμιφαιντανύλης με TCI θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με ένα ενδοφλέβιο ή εισπνεόμενο υπνωτικό φάρμακο κατά τη διάρκεια της εισαγωγής και της διατήρησης της αναισθησίας σε διασωληνωμένους ενήλικες ασθενείς (βλέπε Πίνακα 1). Σε συνδυασμό με αυτούς τους παράγοντες, επαρκής αναλγησία για την εισαγωγή στην αναισθησία και χειρουργική επέμβαση είναι δυνατόν γενικά να επιτευχθεί με συγκεντρώσεις στόχο της ρεμιφαιντανύλης στο αίμα που κυμαίνονται από 3 έως 8 ng/ml. Η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης πρέπει να ρυθμισθεί ανάλογα με την απόκριση κάθε ασθενή. Για ιδιαίτερα απαιτητικές χειρουργικές επεμβάσεις μπορεί να απαιτούνται συγκεντρώσεις στόχος στο αίμα μέχρι 15 ng/ml. Στις παραπάνω προτεινόμενες δόσεις η ρεμιφαιντανύλη μειώνει σημαντικά το ποσό του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για την διατήρηση της αναισθησίας. Επομένως το ισοφλουράνιο και η προποφόλη πρέπει να χορηγούνται όπως προτείνεται παραπάνω για να αποφεύγεται αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία (βλέπε Πίνακα και Συγχορήγηση άλλων φαρμάκων). Επειδή δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI σε αναισθησία με αυτόματη αναπνοή δεν συνιστάται. Οδηγίες για τη διακοπή/συνέχιση στην άμεση μετεγχειρητική περίοδοΣτο τέλος της χειρουργικής επέμβασης όταν η έγχυση TCI διακόπτεται, ή η συγκέντρωση στόχος μειώνεται, η αυτόματη αναπνοή είναι πιθανό να επιστρέφει σε υπολογισμένες συγκεντρώσεις ρεμιφαιντανύλης στη περιοχή του 1 έως 2 ng/ml. Όπως με τη συμβατικώς ελεγχόμενη έγχυση, η μετεγχειρητική αναλγησία θα πρέπει να εγκαθίσταται πριν από το τέλος της επέμβασης, με μεγαλύτερης διάρκειας αναλγητικά. Καθώς δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI στην αντιμετώπιση της μετεγχειρητικής αναλγησίας δεν συνιστάται. |
Ενδοφλέβια – μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών) – 1 μg/kg εφάπαξ ή 0,25 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,05-1,3 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικού παράγοντα
1 μg/kg εφάπαξ ή 0,25 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,05-1,3 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικού παράγοντα | |||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Χορήγηση | Σχήμα A: Ενδοφλέβια, 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,05 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 1,3 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. Σχήμα B: Ενδοφλέβια, 0,25 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,05 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 1,3 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. |
||||||||||||||||||
Λεπτομερής περιγραφή |
Παιδιά ηλικίας 1 έως 12 ετώνΗ συγχορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με έναν ενδοφλέβιο αναισθητικό παράγοντα για εισαγωγή στην αναισθησία δεν έχει μελετηθεί λεπτομερώς και επομένως δεν συνιστάται. Η χορήγηση ρεμιφαιντανύλης με TCI δεν έχει μελετηθεί σε παιδιατρικούς ασθενείς και επομένως η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI δεν συνιστάται σε αυτούς τους ασθενείς. Οι ακόλουθες δόσεις ρεμιφαιντανύλης προτείνονται για την διατήρηση αναισθησίας. Πίνακας 1. Δοσολογικές οδηγίες για παιδιά:
* συγχορήγηση με πρωτοξείδιο του αζώτου/οξυγόνου σε αναλογία 2:1 Προκειμένου για εφ' άπαξ ένεση η ρεμιφαιντανύλη θα πρέπει να χορηγείται σε διάστημα όχι μικρότερο των 30 δευτερολέπτων. Η χειρουργική επέμβαση δεν θα πρέπει να αρχίζει πριν από την παρέλευση τουλάχιστον 5 λεπτών από την έναρξη της έγχυσης εφόσον δεν έχει προηγηθεί δόση εφόδου. Για αποκλειστική χορήγηση πρωτοξειδίου του αζώτου (70%) με ρεμιφαιντανύλη ο τυπικός ρυθμός διατήρησης πρέπει να είναι μεταξύ 0,4-3 μg/kg/min και παρότι δεν έχει μελετηθεί ειδικά, στοιχεία από ενήλικες υποδεικνύουν ότι η κατάλληλη αρχική δόση είναι 0,4 μg/kg/min. Τα παιδιά πρέπει να παρακολουθούνται στενά και η δόση οφείλει να προσαρμόζεται ανάλογα με το βάθος της αναισθησίας που απαιτείται για την συγκεκριμένη επέμβαση. Συγχορήγηση άλλων φαρμάκωνΣτις συνιστώμενες δόσεις που αναφέρθηκαν προηγουμένως, η ρεμιφαιντανύλη μειώνει δραστικά την ποσότητα του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για την διατήρηση της αναισθησίας. Συνεπώς, το ισοφλουράνιο, το αλοθάνιο και το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγούνται σύμφωνα με τις οδηγίες του πίνακα, προκειμένου να αποφευχθεί αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία. Δεν υπάρχουν δεδομένα για να στοιχειοθετήσουν δοσολογικές συστάσεις σχετικά με ταυτόχρονη χορήγηση άλλων υπνωτικών εκτος αυτών που αναφέρονται στον πίνακα με ρεμιφαιντανύλη. Οδηγίες για την αντιμετώπιση ασθενών κατά τη διάρκεια της άμεσης μετεγχειρητικής περιόδου/Εφαρμογή προληπτικής χορήγησης αναλγησίας πριν τη διακοπή της ρεμιφαιντανύληςΛόγω της πολύ γρήγορης αποδρομής της ρεμιφαιντανύλης δεν παρατηρείται υπολειπόμενη δράση μέσα σε 5 έως 10 λεπτά μετά τη διακοπή του. Για εκείνους τους ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση όπου αναμένεται μετεγχειρητικός πόνος, θα πρέπει να χορηγούνται αναλγητικά πριν από τη διακοπή της ρεμιφαιντανύλης. Πρέπει να παρέχεται επαρκές χρονικό διάστημα μέχρι να επιτευχθεί η μέγιστη δράση του μακρύτερης διάρκειας δράσης αναλγητικού. Η επιλογή του(ων) παράγοντος(ων), της δόσης και του χρόνου της χορήγησης θα πρέπει να γίνει εκ των προτέρων και ανά ασθενή, ώστε να είναι κατάλληλα για τη χειρουργική επέμβαση που θα υποβληθεί η ασθενής και για το αναμενόμενο επίπεδο της μετεγχειρητικής φροντίδας. |
Ενδοφλέβια – μόνο ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) – 0,5 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" ή 0,25-0,5 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα ρύθμιση ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενή
0,5 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" ή 0,25-0,5 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα ρύθμιση ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενή | |
---|---|
Χορήγηση | Σχήμα A: Ενδοφλέβια, 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ, για χρονική διάρκεια 30 λεπτά. Σχήμα B: Ενδοφλέβια, μεταξύ 0,25 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, κάθε λεπτό. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η αρχική δόση έναρξης της ρεμιφαιντανύλης όταν χορηγείται σε ασθενείς άνω των 65 ετών, θα πρέπει να είναι η μισή της συνιστώμενης δόσης των ενηλίκων και στη συνέχεια θα πρέπει να ρυθμίζεται ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε ασθενούς, δεδομένου ότι σε αυτούς τους ασθενείς παρατηρήθηκε αυξημένη ευαισθησία λόγω των φαρμακολογικών επιδράσεων της ρεμιφαιντανύλης. Η ρύθμιση της δοσολογίας πρέπει να γίνεται σε όλες τις φάσεις της αναισθησίας συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της διατήρησης και της άμεσης μετεγχειρητικής αναλγησίας. Λόγω της αυξημένης ευαισθησίας των ηλικιωμένων ασθενών στη ρεμιφαιντανύλη, όταν χορηγείται ρεμιφαιντανύλη με TCI σε αυτούς τους πληθυσμούς, η αρχική συγκέντρωση πρέπει να είναι 1,5 έως 4 ng/ml με ακόλουθη ρύθμιση ανάλογα με την απόκριση. |
Δραστική ουσία
Η ρεμιφαιντανύλη είναι ένας εκλεκτικός μ-οπιοειδής διεγέρτης με ταχεία έναρξη και πολύ βραχεία διάρκεια δράσης. Η μ-οπιοειδής δράση της ρεμιφαιντανύλης ανταγωνίζεται από τους ανταγωνιστές ναρκωτικών, όπως η ναλοξόνη. H ρεμιφαιντανύλη ενδείκνυται ως αναλγητικός παράγοντας για χρήση κατά τη διάρκεια της εισαγωγής και/ή της διατήρησης της γενικής αναισθησίας.
Αποποίηση ευθυνών: Έχουν γίνει όλες οι προσπάθειες για να εξασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που παρέχονται είναι ακριβείς, ενημερωμένες και πλήρεις, αλλά δεν δίνεται καμία εγγύηση για τον σκοπό αυτό. Η εμφάνιση ένδειξης ή αγωγής για μια νόσο ή ένα σύμπτωμα σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ερμηνευθεί ως υπόδειξη ότι η αγωγή είναι αποτελεσματική ή κατάλληλη για κάθε συγκεκριμένο ασθενή. Η απουσία μιας ένδειξης ή αγωγής για μια νόσο ή ένα σύμπτωμα σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αποκλείει την ύπαρξη άλλων κατάλληλων ουσιών και αγωγών. Η Ergobyte Πληροφορική Α.Ε. δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για οποιαδήποτε πτυχή της υγειονομικής περίθαλψης παρέχεται με τη βοήθεια των πληροφοριών που η ίδια παρέχει.