Οι στατίνες αναστέλλουν την αναγωγάση του HMG-CoA, ενός ενζύμου που ρυθμίζει την ταχύτητα σύνθεσης της χοληστερόλης.
Οι στατίνες είναι πιο ισχυρά φάρμακα από τις ρητίνες ανταλλαγής ιόντων στη μείωση της LDL-χοληστερόλης, αλλά λιγότερο δραστικά στη μείωση των τριγλυκεριδίων και την αύξηση της HDL. Μειώνουν το σύνολο των αθηροσκληρωτικών καρδιαγγειακών συμβαμάτων, καθώς και τη συνολική θνητότητα των ασθενών συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων, που βρίσκονται σε κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο, όπως αυτοί με στεφανιαία νόσο (συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού στηθάγχης ή εμφράγματος του μυοκαρδίου), αποφρακτική αρτηριακή νόσο, μη αιμορραγικό επεισόδιο, παροδικά ισχαιμικά επεισόδια, σακχαρώδη διαβήτη. Επίσης είναι φάρμακα που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη δευτεροπαθή πρόληψη καρδιαγγειακών συμβαμάτων σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, αποφρακτική αρτηριακή νόσο ή ιστορικό εμφράγματος του μυοκαρδίου και στην πρωτοπαθή πρόληψη καρδιαγγειακών συμβαμάτων σε ασθενείς υψηλού κινδύνου (βλ. κατωτέρω ενδείξεις κάθε φαρμάκου). Γενικά ο στόχος είναι η μείωση της ολικής χοληστερόλης πλάσματος σε < 5mmol/l και της LDL-χοληστερόλης σε < 3mmol/l. Συνιστάται προσαρμογή της δόσης τους ανάλογα με την ανταπόκριση κάθε 4 εβδομάδες.
Αντενδείξεις: Ενεργή ηπατική νόσος ή ανεξήγητα εμμένουσες αυξήσεις των τρανσαμινασών περισσότερο από 3 φορές από το ανώτερο φυσιολογικό όριο. Περίοδος κύησης και γαλουχίας, γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία που δεν λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα αντισύλληψης.
Προσοχή στη χορήγηση: Να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε ασθενείς που καταναλώνουν σημαντικές ποσότητες αλκοόλ και/ή έχουν ιστορικό ηπατικής νόσου και σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου για μυοπάθεια (βλ. κατωτέρω). Συνιστάται να γίνεται έλεγχος της ηπατικής λειτουργίας πριν την έναρξη της θεραπείας, την 6η και 12η εβδομάδα μετά την έναρξή της ή μετά από αύξηση της δόσης και στη συνέχεια, περιοδικά, (π.χ. κάθε 6 μήνες) σε όλους τους ασθενείς. Εάν τα επίπεδα των τρανσαμινασών αυξηθούν περισσότερο από 3 φορές από το ανώτερο φυσιολογικό όριο και επιμένουν, το φάρμακο πρέπει να διακοπεί.
Ανεπιθύμητες ενέργειες-Αλληλεπιδράσεις: Για την επίδραση στο ήπαρ βλ. Προσοχή στη χορήγηση. Μπορεί επίσης να επιδράσουν στους σκελετικούς μυς. Σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η αναστρέψιμη μυοσίτιδα και η ραβδομυόλυση. Ο κίνδυνος είναι σπάνιος, η συχνότητά τους όμως αυξάνει με τη συγχορήγηση φαρμάκων που αυξάνουν τη στάθμη των στατινών στο αίμα και δια τούτο δεν ενδείκνυται. Τέτοια φάρμακα είναι οι φιβράτες, το νικοτινικό οξύ και η κυκλοσπορίνη και για ορισμένες στατίνες οι αναστολείς πρωτεασών, τα αντιμυκητιασικά τύπου αζόλης (κετοκοναζόλη κ.λ.π.), αντιμικροβιακά της ομάδας των μακρολιδίων (ερυθρομυκίνη κ.λ.π.), η βεραπαμίλη, η αμιωδαρόνη, η διλτιαζέμη και ο χυμός γκρέιπ-φρουτ (συμβουλευθείτε τους εγκεκριμένους όρους χορήγησης εκάστου προϊόντος).
Πρέπει να ζητείται από τους ασθενείς να αναφέρουν αμέσως ανεξήγητο μυϊκό πόνο, αδυναμία ή κράμπες, ιδιαίτερα αν συνοδεύονται από κακουχία ή πυρετό. Σ’ αυτούς τους ασθενείς, πρέπει να μετρηθούν τα επίπεδα της κινάσης της κρεατίνης (CK). Εάν τα επίπεδα της CK είναι σαφώς αυξημένα ή τα συμπτώματα από το μυϊκό σύστημα είναι σοβαρά και προκαλούν καθημερινά δυσφορία, η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται. Θα πρέπει να γίνει μέτρηση της CK πριν από την έναρξη της θεραπείας στις περιπτώσεις ηλικιωμένων > 70 ετών, νεφρικής ανεπάρκειας, ανεξέλεγκτου υποθυρεοειδισμού, ατομικού ή οικογενειακού ιστορικού κληρονομικών μυϊκών διαταραχών, ιστορικού μυϊκής τοξικότητας μετά από λήψη στατίνης ή φιβράτης, κατάχρησης οινοπνεύματος. Σ’ αυτές τις καταστάσεις θα εκτιμηθεί ο κίνδυνος της θεραπείας σε σχέση με το πιθανό όφελος και συνιστάται κλινική παρακολούθηση. Εάν τα επίπεδα της CK είναι σημαντικά αυξημένα πριν την έναρξη της θεραπείας, αυτή δεν πρέπει να αρχίσει.
Aλλες αξιόλογες αλληλεπιδράσεις: Ο μεταβολισμός της φλουβαστατίνης αυξάνει με ριφαμπικίνη (μειωμένη αποτελεσματικότητα), η ροσουβαστατίνη αυξάνει τη στάθμη οιστρογόνων, προγεστερόνης, αντιπηκτικών ουσιών (καθώς και η σιμβαστατίνη, λοβαστατίνη) και η ατορβαστατίνη της διγοξίνης. Σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα κουμαρινικά αντιπηκτικά, θα πρέπει να ελέγχεται τακτικά ο χρόνος προθρομβίνης ώσπου να σταθεροποιηθεί στα επιθυμητά επίπεδα.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 02.13.04.01 Ατορβαστατίνη ασβεστιούχος (Atorvastatin Calcium)
- 02.13.04.02 Λοβαστατίνη (Lovastatin)
- 02.13.04.03 Πραβαστατίνη νατριούχος (Pravastatin Sodium)
- 02.13.04.04 Ροσουβαστατίνη ασβεστιούχος (Rosuvastatin Calcium)
- 02.13.04.05 Σιμβαστατίνη (Simvastatin)
- 02.13.04.06 Φλουβαστατίνη νατριούχος (Fluvastatin Sodium)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Ατορβαστατίνη |
H ατορβαστατίνη είναι ένας εκλεκτικός, ανταγωνιστικός αναστολέας της HMG-CoA. Η ατορβαστατίνη μειώνει τη χοληστερόλη στο πλάσμα και τα επίπεδα των λιποπρωτεϊνών στον ορό αναστέλλοντας την HMG-CoA αναγωγάση και ακολούθως τη βιοσύνθεση της χοληστερόλης στο ήπαρ και αυξάνει τον αριθμό των LDL υποδοχέων στην επιφάνεια των ηπατικών κυττάρων, τα οποία αυξάνουν την πρόσληψη και τον καταβολισμό της LDL. |
Φλουβαστατίνη |
Η φλουβαστατίνη (fluvastatin) είναι ανταγωνιστικός αναστολέας της αναγωγάσης του HMG-CoA, του ενζύμου το οποίο ευθύνεται για τη μετατροπή του HMG-CoA σε μεβαλονικό οξύ, πρόδρομο μόριο της χοληστερόλης και των άλλων στερολών κι επιφέρει μείωση της συγκέντρωσης της χοληστερόλης στο πλάσμα. |
Λοβαστατίνη |
Η λοβαστατίνη είναι μία λακτόνη, που όταν υδρολυθεί, προκύπτει η δραστική ουσία, η οποία με τη σειρά της αναστέλλει την HMG-CoA αναγωγάση (το περιοριστικό της ταχύτητας ένζυμο στη σύνθεση χοληστερόλης) με αποτέλεσμα να μειώνει τα επίπεδα της χοληστερόλης στο πλάσμα. |
Πραβαστατίνη |
Η πραβαστατίνη (pravastatin) είναι ένας ανταγωνιστικός αναστολέας της αναγωγάσης του 3-υδρόξυ-3-μεθυλογλουταρυλικού-συνενζύμου Α (HMG-CoA), του ενζύμου που καταλύει το πρώιμο, καθοριστικό της ταχύτητας, στάδιο της βιοσύνθεσης της χοληστερόλης, και επιτυγχάνει την υπολιπιδαιμική της δράση με δύο τρόπους. |
Ροσουβαστατίνη |
Η ροσουβαστατίνη ανήκει στις στατίνες και είναι αναστολέας της HMG-CoA αναγωγάσης. Η ροσουβαστατίνη χρησιμοποιείται για την ελάττωση των υψηλών επιπέδων των λιπιδίων στον οργανισμό (ιδιαίτερα της χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων), όταν αυτό δεν επιτυγχάνεται με δίαιτα και άσκηση. |
Σιμβαστατίνη |
Η σιμβαστατίνη είναι ένας αναστολέας της HMG-CoA-αναγωγάσης και μ'αυτό τον τρόπο αναστέλλει το πρώτο ενζυμικό στάδιο στην σύνθεση των στερολών και επομένως της χοληστερόλης. Η μείωση της ενδοκυττάριας παραγωγής χοληστερόλης προκαλεί αύξηση του αριθμού των ειδικών υποδοχέων της LDL στην επιφάνεια του κυττάρου, οι οποίοι μπορούν να δεσμεύουν και να ενδοκυτταρώνουν τις κυκλοφορούσες LDL. |