Ενδείξεις: Ενδοκοιλιακές και οξείες γυναικολογικές λοιμώξεις, πνευμονία της κοινότητας.
Aντενδείξεις: Υπερευαισθησία στις β-λακτάμες.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: Διάρροια, ναυτία, έμετοι, κεφαλαλγία, ζάλη, θρομβοφλεβίτιδα στα σημεία των ενέσεων, εξανθήματα, κνησμός, δύσπνοια, βήχας, ρινική συμφόρηση, αϋπνία ή υπνηλία, μυϊκές συσπάσεις, μονιλίαση στόματος, ψευδομεμβρανώδης εντεροκολίτιδα, κολπίτιδα, διαταραχές γεύσης, υπόταση ή υπέρταση, αρρυθμίες. Εργαστηριακώς: αύξηση της στάθμης των ηπατικών ενζύμων, της κρεατινίνης, της χολερυθρίνης, λευκοπενία, θρομβοκυττάρωση ή θρομβοπενία, διαταραχές πηκτικότητας, ευρήματα από τα ούρα (βακτήρια, πυοσφαίρια, ερυθρά αιμοσφαίρια). έχουν αναφερθεί σοβαρές και περιστασιακά θανατηφόρες αντιδράσεις υπερευαισθησίας.
Αλληλεπιδράσεις: Μπορεί να ελαττώσει τη στάθμη του βαλπροϊκού οξέος.
Προσοχή στη χορήγηση: Πριν από τη χορήγηση να αναζητείται τυχόν υπερευαισθησία σε πενικιλλίνες, κεφαλοσπορίνες, άλλες λακτάμες ή άλλα αλλεργιογόνα. Διακοπή της θεραπείας σε εμφάνιση ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας. Να μην χορηγείται σε κάθαρση κρεατινίνης < 30ml/λεπτό και στη γαλουχία. Σε κύηση μόνο εάν θεωρηθεί απαραίτητο.
Δοσολογία: Ενήλικες > 18 ετών 1g ημερησίως ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκώς.
Φαρμακευτικά προϊόντα
ΙΝVANZ/Merck Sharp & Dohme GB: pd.c. so.in. 1g/vial x 1(20ml)
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
INVANZ | Merck Sharp & Dohme B.V. |