Στην ομάδα αυτή ανήκουν η βανκομυκίνη και η τεϊκοπλανίνη.
Eίναι αντιβιοτικά βακτηριοκτόνα δραστικά έναντι (I) σταφυλοκόκκων, τόσο των στελεχών Staphylococcus aureus όσο και των CNS σταφυλοκόκκων (Coagulase-negative staphylococci), συμπεριλαμβανομένων και των ανθεκτικών στις αντισταφυλοκοκκικές πενικιλλίνες και κεφαλοσπορίνες, (II) στρεπτοκόκκων (συμπεριλαμβανομένων και των πνευμονιοκόκκων των ανθεκτικών στην πενικιλλίνη), (III) εντεροκόκκων, (VI) Corynebacterium JK, (V) Listeria monocytogenes και (VI) κλωστηριδίων ειδικότερα έναντι του Clostridium difficile.
Eίναι και τα δύο ενέσιμα αντιβιοτικά, αλλά διαφέρουν στο χρόνο ημισείας ζωής τους, ο οποίος είναι 12 ώρες και > 100 ώρες για τη βανκομυκίνη και την τεϊκοπλανίνη αντιστοίχως. Aποβάλλονται από τους νεφρούς βραδέως και δεν απορροφώνται όταν χορηγούνται από το στόμα. Δεν διέρχονται τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Δεν απομακρύνονται με την αιμοκάθαρση. H βανκομυκίνη δίδεται μόνο ενδοφλεβίως, ενώ η τεϊκοπλανίνη ενδοφλεβίως και ενδομυϊκώς.
Σε αντίθεση με τη βανκομυκίνη, η τεϊκοπλανίνη δεν είναι εξ ορισμού νεφροτοξική.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 05.01.09.01 Βανκομυκίνη (Vancomycin)
- 05.01.09.02 Τεϊκοπλανίνη (Teicoplanin)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Τεϊκοπλανίνη |
Η τεϊκοπλανίνη (teicoplanin) είναι ένα γλυκοπεπτίδιο, το οποίο έχει κυρίως βακτηριοκτόνο δράση. Είναι δραστική έναντι τόσο των αναεροβίων όσο και έναντι των αεροβίων Gram-θετικών βακτηριδίων. Η τεϊκοπλανίνη αναστέλλει τον πολυμερισμό της πεπτιδογλυκάνης, με αποτέλεσμα την αναστολή της σύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος και τον κυτταρικό θάνατο. |
Βανκομυκίνη |
Η βανκομυκίνη (vancomycin) είναι ένα χρωματογραφικά κεκαθαρμένο, τρικυκλικό γλυκοπεπτίδιο, αντιβιοτικό. Η βακτηριοκτόνος δράση της βανκομυκίνης οφείλεται στην αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηρίων. |
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
VONCON | Pharmaserve - Lilly Α.Ε.Β.Ε. |