Oι τετρακυκλίνες είναι αντιμικροβιακά ευρέος φάσματος εναντίον Gram^+^ και Gram^-^ μικροοργανισμών. Δρουν αναστέλλοντας την πρωτεϊνική σύνθεση των μικροβίων. Πρόκειται για χρήσιμα φάρμακα, παρόλο που η χρήση τους σήμερα, λόγω ανάπτυξης ανθεκτικών στελεχών, είναι σχετικώς περιορισμένη. Σε ορισμένες λοιμώξεις αποτελούν φάρμακα εκλογής. Όλες οι τετρακυκλίνες έχουν κατά κανόνα κοινό αντιμικροβιακό φάσμα.
H τετρακυκλίνη και η οξυτετρακυκλίνη εμφανίζουν σχετικώς ασταθή απορρόφηση χορηγούμενες από το στόμα. Aντιθέτως, η δοξυκυκλίνη και μινοκυκλίνη απορροφώνται πλήρως και εμφανίζουν το πλεονέκτημα του μεγάλου χρόνου ημιζωής, που επιτρέπει την εφάπαξ ημερήσια χορήγηση.
Eνδείξεις: Bρουκέλλωση σε συνδυασμό με στρεπτομυκίνη, χλαμυδιακές λοιμώξεις (ψιττάκωση, τράχωμα, επιπεφυκίτιδα με έγκλειστα, σεξουαλικώς μεταδιδόμενες χλαμυδιακές λοιμώξεις), ρικετσιώσεις (όπως επιδημικός και ενδημικός εξανθηματικός τύφος, πυρετός Q), μυκοπλασματικές λοιμώξεις, μη επιπλεγμένη ορθογεννητική γονόρροια από ευαίσθητα στελέχη και σε αντένδειξη της πενικιλλίνης, μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα, χρόνια προστατίτιδα, βουβωνικό λεμφοκοκκίωμα, χολέρα, πανώλης, τουλαραιμία, λεπτοσπειρώσεις, νόσος Lyme (από Borrelia burgdorferi), υπόστροφος πυρετός από ψείρες (από Borrelia recurrentis) ή κρότωνες (από Borrelia duttonii), λιστεριώσεις, ακτινομυκητίαση, σύφιλη και τροπική μόρωση σε αντένδειξη της πενικιλλίνης, παρόξυνση χρόνιας βρογχίτιδας, χρόνια ιγμορίτιδα,χρόνια περιοδοντική νόσος (δοξυκυκλίνη), ακμή.
Oι τετρακυκλίνες χορηγούνται επίσης για πρόληψη της μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας (μινοκυκλίνη σε συνδυασμό με ριφαμπικίνη), της διαρροίας των ταξιδιωτών από Escherichia coli που παράγει εντεροτοξίνη (δοξυκυκλίνη) και της ελονοσίας σε περιοχές με πολυανθεκτικό Plasmodium falciparum (δοξυκυκλίνη).
Aντενδείξεις: Yπερευαισθησία σε οποιαδήποτε από τις τετρακυκλίνες, βαριά νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια. Η χρήση των τετρακυκλινών κατά τις περιόδους ανάπτυξης των οστών και των οδόντων μπορεί να προκαλέσει εναπόθεσή τους σε αυτά με αποτέλεσμα μόνιμο αποχρωματισμό των δοντιών και σε μερικές περιπτώσεις υποπλασία της αδαμαντίνης ουσίας τους. Eπιπλέον φαίνεται να έχουν και τοξικές επιδράσεις στο έμβρυο. Ως εκ τούτου η χορήγησή τους αντενδείκνυται σε παιδιά ηλικίας < 8 ετών, κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας (αποβάλλονται με το μητρικό γάλα).
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Γαστρεντερικές διαταραχές (ανορεξία, ναυτία, έμετοι, διάρροια και σπανίως ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα, στοματίτιδα, γλωσσίτιδα), ανάπτυξη μονιλίασης στην περιπρωκτική ή περιγεννητική περιοχή, ανάπτυξη επιγενών λοιμώξεων από ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών, ερυθηματοβλατιδώδη εξανθήματα, φωτοευαισθησία, ονυχόλυση, φαιά χρώση δέρματος και βλεννογόνων (κυρίως με μινοκυκλίνη), επιβάρυνση προϋπάρχουσας νεφρικής ανεπάρκειας, αύξηση ηπατικών ενζύμων, διαταραχή ηπατικής λειτουργίας, στεάτωση ήπατος (με μεγάλες συνήθως δόσεις), αντιδράσεις υπερευαισθησίας (κνίδωση, αγγειοοίδημα, πυρετός, αρθραλγίες κλπ.), προβολή των πηγών του κρανίου στα βρέφη και καλοήθης ενδοκρανιακή υπέρταση κυρίως σε νεαρά άτομα, ίλιγγος κυρίως με μινοκυκλίνη.
Aλληλεπιδράσεις: Aνταγωνίζονται τη μικροβιοκτόνο δράση της πενικιλλίνης, ενώ ενισχύουν τη δράση της διγοξίνης (κίνδυνος τοξικού δακτυλιδισμού) καιτων από του στόματος αντιπηκτικών. Mε θεοφυλλίνη αυξάνεται η συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών από το γαστρεντερικό, ενώ με μεθοξυφλουράνιο ο κίνδυνος νεφροτοξικότητας ενίοτε θανατηφόρου. Bαρβιτουρικά, φαινυτοΐνη, καρβαμαζεπίνη μειώνουν τη δραστικότητά τους. Aντιόξινα περιέχοντα αργίλιο, μαγνήσιο, ασβέστιo, τα άλατα σιδήρου ή βισμουθίου, σκευάσματα ψευδαργύρου, η σιμετιδίνη και τροφές (ιδιαιτέρως γαλακτοκομικά προϊόντα, εκτός της δοξυκυκλίνης και της μινoκυκλίνης που δεν επηρεάζονται σημαντικά από την ταυτόχρονη λήψη τροφής ή γάλακτος), αναστέλλουν την απορρόφησή τους. Με ρετινοειδή κίνδυνος ενδοκρανιακής υπέρτασης. Αυξημένος κίνδυνος εργοτισμού με αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας. Η ταυτόχρονη χρήση τετρακυκλινών μπορεί να μειώσει τη δράση των από του στόματος αντισυλληπτικών.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια (η μινοκυκλίνη και η δοξυκυκλίνη δεν επηρεάζουν σημαντικά τη νεφρική λειτουργία), εξασθενημένα άτομα (αντιαναβολική δράση των τετρακυκλινών).
Απαιτείται προσοχή κατά την κατάποση στερεών μορφών τετρακυκλινών, διότιεάν δεν καταποθούν σωστά υπάρχει κίνδυνος παραμονής του φαρμάκου στον οισοφάγο με αποτέλεσμα τραυματισμό του, δυσφαγία, άλγος κατά την κατάποση ή οπισθοστερνικό άλγος ή καύσο, οισοφαγίτιδα και εξελκώσεις του οισοφάγου. Δεν συνιστάται η λήψη τους από ασθενείς με διαταραχές του οισοφάγου ή άλλους παράγοντες που καθυστερούν την κένωση του οισοφάγου, όπως ουλές και αχαλασία. Με στερεές μορφές τετρακυκλινών συνιστάται η λήψη αρκετής ποσότητας υγρών με τον ασθενή σε όρθια θέση και για μισή ώρα μετά τη λήψη του φαρμάκου. Η δόση να μη λαμβάνεται αμέσως πριν από την κατάκλιση. Σε μακροχρόνια χρήση κίνδυνος επιλοιμώξεων. Η θεραπεία θα πρέπει να διακόπτεται αν εμφανισθεί αυξημένη ενδοκρανιακή πίεση. Ασθενείς που λαμβάνουν τετρακυκλίνες να αποφεύγουν την έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία. Σε χορήγηση σκευασμάτων που έχει λήξει ο χρόνος χρήσης τους κίνδυνος εμφάνισης συνδρόμου Fanconi.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 05.01.10.01 Δοξυκυκλίνη (Doxycycline)
- 05.01.10.02 Μινοκυκλίνη (Minocycline)
- 05.01.10.03 Οξυτετρακυκλίνη (Oxytetracycline)
- 05.01.10.04 Τετρακυκλίνη υδροχλωρική (Tetracycline Hydrochloride)
- 05.01.10.05 Τιγεκυκλίνη (Tigecycline)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Χλωροτετρακυκλίνη |
Η χλωροτετρακυκλίνη είναι ένα βακτηριοστατικό αντιβιοτικό, της ομάδας των τετρακυκλινών, το οποίο δρα αναστέλλοντας τη σύνθεση πρωτεϊνών στο βακτηριακό κύτταρο. Συγκεκριμένα, μεταβάλλει την κυτταρική διαίρεση και το σχηματισμό νέου κυτταρικού τοιχώματος. Η χλωροτετρακυκλίνη συνδέεται με υποδοχείς στην υπομονάδα 30S του βακτηριακού ριβοσώματος, όπου παρεμβαίνει στη δέσμευση του αμινοακυλ-tRNA στον υποδοχέα του συμπλέγματος ριβοσώματος-mRNA. Η χλωροτετρακυκλίνη είναι δραστική κατά βακτηρίων GRAM και GRAM, ρικετσιών, χλαμυδιών, και πρωτοζώων. |
Κλομοκυκλίνη |
Η κλομοκυκλίνη (clomocycline) αναστέλλει την κυτταρική ανάπτυξη, αναστέλλοντας την μετάφραση. Συγκεκριμένα, προσδένεται στην υποομάδα 30S του ριβοσώματος, αποτρέποντας την σύνδεση του tRNA στο σύμπλεγμα mRNA-ριβοσώματος. |
Δεμεκλοκυκλίνη |
Η δεμελοκυκλίνη (demeclocycline) αναστέλλει τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, αναστέλλοντας την μετάφραση. Η δεμελοκυκλίνη προσδένεται (αναστρέψιμα) στις ριβοσωμικές υπομονάδες 30S και 50S και αποτρέπει την αμινο-ακυλ tRNA να προσδεθεί στην πλευρά Α του ριβοσώματος, γεγονός το οποίο μειώνει την σύνθεση πρωτεϊνών από τα βακτήρια. Επίσης η δεμελοκυκλίνη παρεμποδίζει τη δράση της αντιδιουρητικής ορμόνης, αποκλείοντας τη δέσμευση της ορμόνης στον υποδοχέα της. |
Δοξυκυκλίνη |
Η δοξυκυκλίνη είναι ένα αντιβιοτικό φάρμακο της ομάδας των τετρακυκλινών. Είναι βασικά βακτηριοστατική και θεωρείται ότι ασκεί την αντιμικροβιακή της δράση μέσω της αναστολής της πρωτεϊνικής σύνθεσης. |
Μεθακυκλίνη |
|
Μινοκυκλίνη |
Η μινοκυκλίνη (minocycline) αναστέλλει την κυτταρική ανάπτυξη, αναστέλλοντας την μετάφραση. Συγκεκριμένα, προσδένεται στην υποομάδα 30S του ριβοσώματος, αποτρέποντας την σύνδεση του tRNA στο σύμπλεγμα mRNA-ριβοσώματος. |
Οξυτετρακυκλίνη |
Η οξυτετρακυκλίνη αναστέλλει την κυτταρική ανάπτυξη, αναστέλλοντας την μετάφραση. Συγκεκριμένα, προσδένεται στην υποομάδα 30S του ριβοσώματος και προλαμβάνει την πρόσδεση του amino-acyl tRNA στη πλευρά Α του ριβοσώματος. |
Ρολιτετρακυκλίνη |
Η ρολιτετρακυκλίνη (rolitetracycline) είναι ένα ημισυνθετικό ευρέως φάσματος αντιβιοτικό που ανήκει στις τερακυκλίνες. Η ρολιτετρακυκλίνη αναστέλλει την κυτταρική ανάπτυξη, αναστέλλοντας την μετάφραση. Συγκεκριμένα, προσδένεται στην υποομάδα 30S του ριβοσώματος, αποτρέποντας την σύνδεση του tRNA στο σύμπλεγμα mRNA-ριβοσώματος. |
Τετρακυκλίνη |
Η τετρακυκλίνη αναστέλλει την κυτταρική ανάπτυξη, αναστέλλοντας την μετάφραση. Συγκεκριμένα, προσδένεται στην υποομάδα 30S του ριβοσώματος, αποτρέποντας την σύνδεση του tRNA στο σύμπλεγμα mRNA-ριβοσώματος. |
Τιγεκυκλίνη |
Η τιγεκυκλίνη (tigecycline), ένα αντιβιοτικό της ομάδας των γλυκυλκυκλινών, αναστέλλει την πρωτεϊνική μετάφραση στα βακτήρια μέσω της σύνδεσής της στη ριβοσωμική υποομάδα 30S και της φραγής της εισόδου των μορίων του αμινο-ακυλ tRNA στη θέση A του ριβοσώματος. Έτσι αποτρέπεται η ενσωμάτωση των αμινοξεϊκών υπολειμμάτων εντός των επιμηκυσμένων πεπτιδικών αλυσίδων. Γενικά, η τιγεκυκλίνη θεωρείται βακτηριοστατική. |
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
IMPALAMYCIN | Bros E.Π.Ε | ||
NOVIMAX | Anfarm Hellas Α.Ε. | ||
OTOSAL | Coup Α.Β.Ε.Ε. | ||
SMILITENE | Rafarm Α.Β.Ε.Ε. | ||
TERRAMYCIN | Pfizer Hellas A.E. |