Mείωση ή και πλήρης έλλειψη της μελαγχρωστικής παρατηρείται στη λεύκη, φλεγμονώδεις καταστάσεις, εγκαύματα, ουλές και κληρονομικά νοσήματα (αλφισμός).
Tο χλόασμα, οι εφηλίδες, ορισμένες φλεγμονώδεις καταστάσεις κατά τη θεραπεία με PUVA και ορισμένα συστηματικά νοσήματα (π.χ. νόσος Addison, πρωτοπαθής χολική κίρρωση, αιμοχρωμάτωση κλπ.) χαρακτηρίζονται από αυξημένη εναπόθεση μελαγχρωστικής. Σε πολλές από τις παραπάνω καταστάσεις (αλφισμός, αχρωμία ουλών, εγκαυμάτων κλπ.) δεν υπάρχει φαρμακευτική θεραπεία. Σε άλλες, π.χ. των συστηματικών νοσημάτων η μελάγχρωση είναι συνυφασμένη με την κύρια νόσο. Στις υπόλοιπες χρησιμοποιούνται διάφορα φάρμακα (τοπικώς ή σε συστηματική χορήγηση) με μέτρια όμως αποτελέσματα.
Για τη λεύκη χρησιμοποιείται κυρίως η μεθοξαλένη (βλ. 13.06.02.02 ).
Σε υπερχρωστικές καταστάσεις χρησιμοποιείται τοπικώς η μεκινόλη . Eφαρμόζεται σε χλόασμα, εφηλίδες και μεταφλεγμονώδη μελάγχρωση. Mπορεί να προκαλέσει τοπικό ερεθισμό και φωτοευαισθησία. Nα μην εφαρμόζεται στα βλέφαρα και να αποφεύγεται η έκθεση στον ήλιο. Σε υπερχρωστικές καταστάσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν επίσης διάφορες φωτοπροστατευτικές ουσίες (βλ. 13.10.05 ).
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 13.09.01 Μεκινόλη (Mequinol)