Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 17.02.01 Αιθυλενοδιαμινοτετραοξεικό ασβεστοδινάτριο (Calcium Disodium Ethylenediamine Tetra-Acetate
- 17.02.02 Ακετυλοκυστεΐνη (Acetylcysteine)
- 17.02.03 Άνθρακας ενεργός (Charcoal Activated)
- 17.02.04 Ασβέστιο γλυκονικό (Calcium Gluconate)
- 17.02.05 Ατροπίνη θειϊκή (Atropine Sulfate)
- 17.02.06 Βεντονίτης (Bentonite)
- 17.02.07 Δεφεροξαμίνη μεθανοσουλφονική (Deferoxamine Mesilate)
- 17.02.08 Δικοβάλτιο εδετικό (Dicobalt Edetate)
- 17.02.09 Διμερκαπρόλη (Dimercaprol ή BAL)
- 17.02.10 Θειοθειϊκό νάτριο (Sodium Thiosulfate)
- 17.02.11 Ιπεκακουάνα (Ipecacuanha)
- 17.02.12 Κλάσμα ειδικού αντισώματος για τη διγοξίνη (Digoxin Specific Antibody Fragment)
- 17.02.13 Μαννιτόλη (Mannitol)
- 17.02.14 Μεθυλοθειονίνιο χλωριούχο (Methylthioninium Chloride)
- 17.02.15 Ναλοξόνη υδροχλωρική (Naloxone Hydrochloride)
- 17.02.16 Νιτρώδες νάτριο (Sodium Nitrite)
- 17.02.17 Πενικιλλαμίνη (Penicillamine)
- 17.02.18 Πραλιδοξίμη (Pralidoxime)
- 17.02.19 Σιλιμπινίνη (Silibinin)
- 17.02.20 Φλουμαζενίλη (Flumazenil)
- 17.02.21 Φυσοστιγμίνη σαλικυλική (Physostigmine Salicylate)
- 17.02.22 Άλλα Aντίδοτα
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Πενικιλλαμίνη |
Η πενικιλλαμίνη (penicillamine) είναι ένας χηλικός παράγοντας που συνιστάται για την απομάκρυνση της περίσσειας του χαλκού σε ασθενείς με νόσο του Wilson. Από μελέτες in vitro φαίνεται ότι ένα άτομο χαλκού συνδέεται με δύο μόρια πενικιλλαμίνης. Η πενικιλλαμίνη μειώνει επίσης την υπερβολική έκκριση κυστίνης σε κυστινουρία. Αυτό επιτυγχάεται, τουλάχιστον εν μέρει, με ανταλλαγή του δισουλφιδίου μεταξύ πενικιλλαμίνης και κυστίνης, με αποτέλεσμα το σχηματισμό δισουλφιδίου πενικιλλαμίνης-κυστεΐνης, μια ουσία που είναι πολύ πιο διαλυτό από την κυστίνη και απεκκρίνεται εύκολα. Επίσης η πενικιλλαμίνη παρεμβαίνει στον σχηματισμό διασταυρούμενων δεσμών μεταξύ των μορίων τροποκολλαγόνου και τους διασπά μόις πρωτοσχηματίζονται. Ο μηχανισμός δράσης της πενικιλλαμίνης στη ρευματοειδή αρθρίτιδα είναι άγνωστος, αν και φαίνεται ότι καταστέλλει την δραστηριότητα της νόσου. |
Φαιντολαμίνη |
Η φαιντολαμίνη (phentolamine) είναι ένας αποκλειστής των α-αδρενεργικών υποδοχέων (κυρίως των λείων μυικών ινών και των εξωκρινών αδένων), προκαλώντας χάλαση των λείων μυικών ινών και επομένως διέυρυνση των αιμοφόρων αγγείων (με απώτερο αποτέλεσμα την μείωση της αρτηριακής πίεσης). Η δράση της φαιντολαμίνης είναι σχετικά παροδική και ο αποκλεισμός των α-αδρενεργικών υποδοχέων ατελής. Επίσης η φαιντολαμίνη διεγείρει τους β-αδρενεργικούς υποδοχείς και παράγει μια θετική ινότροπη και χρονότροπη επίδραση στην καρδιά και αυξάνει την καρδιακή παροχή. |
Πρωταμίνη |
Η θειική πρωταμίνη (protamine sulfate) είναι ένα έντονα αλκαλικό πολυκατιονικό πεπτίδιο, το οποίο συντίθεται από κεκαθαρμένο μίγμα θειικών ενώσεων πεπτιδίων που αποτελείται κυρίως από τα βασικά αμινοξέα αργινίνη (περισσότερο από 67%), προλίνη, σερίνη και βαλίνη. Η θειική πρωταμίνη εξουδετερώνει την αντιπηκτική δράση της ηπαρίνης. |
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
ARACMYN PLUS | Ι.Φ.Ε.Τ. A.E. | ||
CYANIDE ANTIDOTE | Ι.Φ.Ε.Τ. A.E. |