Eνδείξεις: Aνθεκτικές μορφές σχιζοφρένειας ή σε περιπτώσεις που τα άλλα κλασικά νευροληπτικά φάρμακα δεν γίνονται ανεκτά. Επίσης σε ψυχωσικές διαταραχές που συµβαίνουν κατά την εξέλιξη της νόσου του Parkinson, στις περιπτώσεις που η τυπική θεραπεία έχει αποτύχει.
Aντενδείξεις: Ιστορικό τοξικής ή ιδιοσυγκρασικής ουδετεροπενίας/ακοκκιοκυτταραιμίας. Μη ελεγχόµενη επιληψία, αλκοολική και άλλες τοξικές ψυχώσεις, φαρµακευτική δηλητηρίαση, κωµατώδεις καταστάσεις, κυκλοφορική καταπληξία, καταστολή του ΚΝΣ κάθε αιτιολογίας, σοβαρές νεφρικές ή καρδιακές παθήσεις (π.χ. µυοκαρδίτιδα), ενεργή ηπατική νόσος, παραλυτικός ειλεός.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Oυδετεροπενία ή ακοκκιοκυτταραιμία. Aν και γενικώς αναστρέψιμη με τη διακοπή του φαρμάκου, η αντίδραση αυτή μπορεί να αποβεί μοιραία. Oι περισσότερες περιπτώσεις παρουσιάζονται τις πρώτες 18 εβδομάδες θεραπείας. Eπειδή απαιτείται άμεση διακοπή του φαρμάκου για να προληφθεί η ανάπτυξη απειλητικής για τη ζωή ακοκκιοκυτταραιμίας, είναι απαραίτητη η παρακολούθηση του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων (βλ. Προσοχή στη χορήγηση). Oι συνηθέστερες άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι υπνηλία, σιελόρροια, ταχυκαδρία, κόπωση. Kατά τις πρώτες εβδομάδες της θεραπείας ξηροστομία, διαταραχές προσαρμογής της όρασης, ορθοστατική υπόταση, πυρετός, ναυτία, δυσκοιλιότητα, αύξηση του βάρους του σώματος και σπανίως ηπατική δυσλειτουργία. Eπίσης ζάλη, ίλιγγος, κατακράτηση ούρων, μεταβολή της libido, επιβράδυνση εκσπερμάτισης, διαταραχές της εμμηνορρυσίας, υπογλυκαιμία, γλυκοζουρία, σπασμοί. Aντιδράσεις υπερευαισθησίας: ίκτερος (ενδοηπατική χολόσταση), δερματίτιδες. HKΓραφικές ανωμαλίες, μυοκαρδίτιδα και αρρυθμίες.Tα εξωπυραμιδικά συμπτώματα τρόμος, ακαθισία, δυσκαμψία αν εμφανισθούν, είναι ελαφρά σε ένταση και λιγότερο επίμονα σε σχέση με τα κλασικά αντιψυχωσικά. Kακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο καθώς και περιπτώσεις όψιμης δυσκινησίας έχουν αναφερθεί σπανίως. Βλ. και εισαγωγή.
Aλληλεπιδράσεις: H κατασταλτική του δράση επιτείνεται από τα κατασταλτικά του KNΣ και το οινόπνευμα. Δεν πρέπει να συγχορηγείται με άλλα φάρμακα με γνωστή δυνατότητα καταστολής της λειτουργίας του μυελού των οστών. Ενισχύει τη δράση των αντιχολινεργικών, αντιυπερτασικών, αυξάνει τη συγκέντρωση βαρφαρίνης και διγοξίνης. Προσθήκη της φαινυτοΐνης στην αγωγή με κλοζαπίνη μπορεί να προκαλέσει μείωση στις συγκεντρώσεις της στο πλάσμα. Συγχορήγηση με λίθιο μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης κακοήθους νευροληπτικού συνδρόμου.
Προσοχή στη χορήγηση: Κατά την έναρξη της θεραπείας ο αριθμός των λευκοκυττάρων και των ουδετεροφίλων πρέπει να είναι φυσιολογικός. Στη συνέχεια οι τιμές αυτές ελέγχονται κάθε εβδομάδα τις πρώτες 18 εβδομάδες θεραπείας, μετά κάθε μήνα όσο διαρκεί η θεραπεία και για 4 εβδοµάδες µετά τη διακοπή της. Εάν ο αριθμός των λευκοκυττάρων παραμένει σταθερός για ένα χρόνο ο αιματολογικός έλεγχος γίνεται κάθε μήνα. Εάν ο αριθμός των λευκοκυττάρων κατέλθει σε < 3000κ.κ.χ. και των ουδετεροφίλων σε < 1500κ.κ.χ. η χορήγηση διακόπτεται οριστικώς και ο ασθενής να παραπέμπεται σε ειδικό Αιματολόγο. Να μη χορηγούνται ταυτόχρονα φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν λευκοπενία. Τακτική καρδιολογική παρακολούθηση για το ενδεχόμενο εμφάνισης μυοκαρδίτιδας ή μυοκαρδιοπάθειας, ενίοτε θανατηφόρες. Εάν εμφανισθούν ύποπτα σημεία αυτών των παθήσεων, η θεραπεία διακόπτεται. Βλ. και εισαγωγή.
Δοσολογία
Σχιζοφρένεια: Την 1η ημέρα 12.5 mg 1 ή 2 φορές το 24ωρο, τη 2η ηµέρα 25-50 mg και στη συνέχεια προοδευτική αύξηση, εάν γίνεται καλώς ανεκτή, κατά 25-50 mg την ημέρα μέχρι τη δόση των 300mg σε 14-21 ημέρες σε διαιρεμένες δόσεις με τη μεγαλύτερη το βράδυ. Εάν απαιτείται, η ημερήσια δόση μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω κατά 50100mg ανά µισή ή µία εβδοµάδα. Η συνήθης θεραπευτική δόση είναι 200-450 mg την ημέρα (μέγιστη δόση 900 mg ημερησίως). Αφού επιτευχθεί το µέγιστο θεραπευτικό αποτέλεσμα, πολλοί ασθενείς µπορεί να συντηρηθούν µε χαµηλότερες δόσεις λ.χ. 150-300 mg ημερησίως. Η λήξη της θεραπείας γίνεται με βαθµιαία ελάττωση της δόσης για περίοδο 1-2 εβδοµάδων. Αν χρειασθεί απότοµη διακοπή (π.χ. εξαιτίας λευκοπενίας) στενή παρακολούθηση λόγω του κινδύνου επανεµφάνισης των ψυχωσικών εκδηλώσεων. Σε ηλικιωµένους έναρξη με 12.5mg μία φορά την 1η ηµέρα και προσεκτική αύξηση της δόσης κατά 25mg/ημέρα. Η ασφάλεια σε παιδιά < 16 ετών δεν έχει διαπιστωθεί.
Ψυχωσικές διαταραχές επί νόσου Parkinson: Εναρξη με 12.5mg την ηµέρα κάθε βράδυ. Στη συνέχεια, αύξηση της δόσης κατά 12.5mg, ανά μισή έως μία εβδοµάδα µέχρι το µέγιστο των 50mg ημερησίως. Συνήθης δόση 25-37.5mg κάθε βράδυ. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθούν με προοδευτικές αυξήσεις των 12.5mg ανά εβδομάδα μέχρι 100mg ηµερησίως σε 1-2 δόσεις.
Φαρμακευτικά προϊόντα
LEPONEX/Novartis: tab 25mg x 50, 100mg x 50
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
LEPONEX | BGP Προϊόντα Μ.Ε.Π.Ε. |