Χιμαιρικό μονοκλωνικό αντίσωμα, παραγόμενο με τεχνολογία ανασυνδυασμένου DNA, στρεφόμενο εναντίον του υποδοχέα του αυξητικού παράγοντα της επιδερμίδας.
Ενδείξεις: Μεταστατικός καρκίνος παχέος εντέρου και ορθού από κύτταρα που εκφράζουν τον υποδοχέα του αυξητικού παράγοντα της επιδερμίδας μετά από αποτυχία της κυτταροτοξικής θεραπείας στην οποία περιλαμβανόταν και η ιρινοτεκάνη. Καρκίνος εκ πλακωδών κυττάρων κεφαλής και τραχήλου.
Αντενδείξεις: Γαλουχία.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: Πυρετός, ρίγος κατά τη διάρκεια της έγχυσης, αντιδράσεις υπερευαισθησίας (βρογχόσπασμος, δύσπνοια, δερματικές αντιδράσεις ενίοτε σοβαρές), υπόταση, επιπεφυκίτιδα.
Προσοχή στη χορήγηση: Σε ασθενείς με καρδιοαναπνευστικές διαταραχές. Στην κύηση να σταθμίζεται η αναγκαιότητα της χορήγησης. Να υπάρχουν διαθέσιμα μέτρα ανάνηψης κατά τη διάρκεια της έγχυσης.
Δοσολογία: Αρχική δόση 400mg/m 2. Μετά από μία εβδομάδα και ανά εβδομάδα 250mg/m 2 σε ενδοφλέβιες εγχύσεις.
Φαρμακευτικά προϊόντα
ERBITUX/Merck Germany: sol.inf 2mg/ml 1 vial x 50ml
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Κετουξιμάμπη |
Η κετουξιμάμπη (cetuximab) είναι ένα χιμαιρικό μονοκλωνικό αντίσωμα IgG1 που κατευθύνεται ειδικά εναντίον του υποδοχέα του επιδερμικού αυξητικού παράγοντα (EGFR). Οι οδοί επικοινωνίας του EGFR συμμετέχουν στον έλεγχο της επιβίωσης των κυττάρων, στην εξέλιξη του κυτταρικού κύκλου, στην αγγειογένεση, στη μετανάστευση των κυττάρων και στην κυτταρική εισβολή/μετάσταση. Η κετουξιμάμπη εμποδίζει τη δέσμευση των ενδογενών συζευκτών EGFR προκαλώντας την αναστολή της λειτουργίας του υποδοχέα. |