Χορηγείται σε περιπτώσεις προχωρημένου καρκίνου του νεφρού. Η αντινεοπλασματική του δράση φαίνεται να οφείλεται στη σύνδεση και αναστολή της λειτουργίας παραγόντων οι οποίοι ρυθμίζουν την κυτταρική διαίρεση, την προσαρμογή των κυττάρων στο μικροπεριβάλλον υποξίας και την ανάπτυξη νεοαγγείων.
Ενδείξεις: Προχωρημένο καρκίνωμα νεφρών.
Αντενδείξεις: Υπερευαισθησία στη δραστική ή στους μεταβολίτες της (π.χ. σιρόλιμους). Κύηση και γαλουχία. Σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: Κοιλιακά άλγη, ναυτία, έμετοι, διάρροια ή δυσκοιλιότητα, στοματίτιδα, διαταραχές γεύσης, βήχας, δύσπνοια, πνευμονίτιδα (ενίοτε θανατηφόρος), υπέρταση, θρομβοφλεβίτιδα, πανκυτταροπενία, επιπεφυκίτιδα, νεφρική ανεπάρκεια, εξανθήματα, κνησμός, ξηροδερμία, αποφολιδωτική δερματίτιδα, αρθραλγίες, οσφυαλγία, βακτηριακές και ιογενείς λοιμώξεις, βλεννογονίτιδα, οιδήματα οργάνων ή γενικευμένα, αλλεργικές αντιδράσεις, αύξηση τρανσαμινασών, σακχάρου, λιπιδίων, κρεατινίνης, ελάττωση καλίου και φωσφόρου, μη φυσιολογική επούλωση τραύματος. Σπανίως διάτρηση εντέρου.
Αλληλεπιδράσεις: Οι επαγωγείς του CYP3Α4 (ριφαμπικίνη, καρβαμαζεπίνη, βαλσαμόχορτο κλπ) ελαττώνουν τη στάθμη του, ενώ οι αναστολείς του (κετοκοναζόλη, ριτοναβίρη, αναστολείς πρωτεασών κλπ) την αυξάνουν.
Προσοχή στη χορήγηση: Ασθενείς με όγκο του ΚΝΣ ή που λαμβάνουν αντιπηκτική θεραπεία έχουν αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικής αιμορραγίας. Παρακολούθηση για τυχόν εμφάνιση λοιμώξεων, ιδιαίτερα του αναπνευστικού, σακχαρώδους διαβήτη, υπερλιπιδαιμίας. Οι εμβολιασμοί είναι λιγότερο αποτελεσματικοί. Η συγχορήγηση αμιωδαρόνης ή στατινών μπορεί να δράσει τοξικά στους πνεύμονες. Είναι επιβλαβές στους αλκοολικούς (περιέχει οινόπνευμα). Σε συγχορήγηση με ιντερφερόνη αυξάνουν μερικές ανεπιθύμητες ενέργειες (κυρίως αναιμία, λευκοπενία και θρομβοπενία).
Δοσολογία: 25mg ενδοφλεβίως επί 30-60 λεπτά άπαξ της εβδομάδος. Να προηγείται χορήγηση ενδοφλεβίως διφαινυδραμίνης ή παρόμοιου αντιισταμινικού 30΄ προ της χορήγησης του φαρμάκου. Η θεραπεία συνεχίζεται μέχρις ότου δειχθεί ότι δεν υπάρχει περαιτέρω κλινικό όφελος ή εμφανιστεί μη αποδεκτή τοξικότητα. Δεν υπάρχει εμπειρία σε παιδιά.
Φαρμακευτικά προϊόντα
TORISEL/Wyeth U.K: c.di.s.inf 25mg/ml 1vial + 1vial diluent
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Τεμσιρόλιμους |
Το τεμσιρόλιμους (temsirolimus) είναι ένας εκλεκτικός αναστολέας του mTOR. Το τεμσιρόλιμους συνδέεται με μία ενδοκυττάρια πρωτεΐνη (FKBP-12), και το σύμπλοκο πρωτεΐνης/temsirolimus δεσμεύει και αναστέλλει τη δραστικότητα του mTOR το οποίο ελέγχει την κυτταρική διαίρεση. Σε υψηλές συγκεντρώσεις (10-20 μM) in vitro, το τεμσιρόλιμους μπορεί να δεσμεύσει και να αναστείλλει το mTOR απουσία της FKBP-12. Όταν αναστέλλεται η δραστικότητα του mTOR, η ικανότητα του να φωσφορυλιώνει, και συνεπώς ο έλεγχος της δραστηριότητας των παραγόντων μετάφρασης πρωτεϊνών (4E-BP1 και S6K, και οι δύο κατώτερα του mTOR στην P13 κινάση/AKT οδό) που ελέγχουν την κυτταρική διαίρεση, αναστέλλεται. |