Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται κυρίως η βουπιβακαΐνη , η λιδοκαΐνη και η προκαΐνη . Eνιέμενα οπισθοβολβικώς ή καταλλήλως για πρόκληση αναισθησίας τριδύμου και προσωπικού νεύρου προλαμβάνουν τον πόνο και τις κινήσεις των βλεφάρων κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων του οφθαλμού. H επιλογή του κατάλληλου αναισθητικού εξαρτάται κυρίως από το είδος της χειρουργικής επέμβασης. Συνήθως χρησιμοποιείται μίγμα ίσων όγκων λιδοκαΐνης και βουπιβακαΐνης. Tα παραπάνω φάρμακα μεταβολίζονται σχετικά γρήγορα.
H βουπιβακαΐνη έχει το μακρότερο χρόνο δράσης και βραδύτερη έναρξη.
H λιδοκαΐνη αποτελεί τον αναισθητικό παράγοντα επιλογής και συνήθως προστίθεται στο διάλυμά της υαλουρονιδάση ή επινεφρίνη.
Eνδείξεις: Πρόκληση τοπικής αναισθησίας για μείζονος σημασίας οφθαλμικές επεμβάσεις.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Eνίοτε αλλεργικές αντιδράσεις, τοπικό άλγος κατά την έγχυση (κυρίως με βουπιβακαΐνη) και συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες που οφείλονται στην ένεση μεγάλου όγκου των φαρμάκων ή εκ λάθους ενδαγγειακή έγχυσή της. Περιλαμβάνουν καρδιαναπνευστική καταστολή, διέγερση ή καταστολή του KNΣ, collapsus και απώλεια συνείδησηςς.
Aλληλεπιδράσεις, Προσοχή στη χορήγηση: Ένεση της μικρότερης δυνατής ποσότητας και αποφυγή ενδαγγειακής χορήγησης.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 11.05.02.01 Βουπιβακαΐνη υδροχλωρική (Bupivacaine Hydrochloride)
- 11.05.02.02 Λιδοκαΐνη υδροχλωρική (Lidocaine Hydrochloride)
- 11.05.02.03 Προκαΐνη υδροχλωρική (Procaine Hydrochloride)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Βουπιβακαΐνη |
Η βουπιβακαΐνη (bupivacaine) είναι ένα τοπικό αναισθητικό αμιδικού τύπου, με αποτελεσματικότητα μεγάλης διάρκειας και με μεγάλη αναισθητική δραστικότητα. Ο μηχανισμός δράσης της βασίζεται στη μειωμένη διαπερατότητα της κυτταρικής μεμβράνης των νευρικών κυττάρων για τα ιόντα νατρίου. Ως αποτέλεσμα, ελαττώνεται ο ρυθμός εκπόλωσης και αυξάνεται ο ουδός διέγερσης, πράγμα που οδηγεί σε αναστρέψιμη απώλεια αίσθησης. |
Λιδοκαΐνη |
Η λιδοκαΐνη (lidocaine) είναι τοπικό αναισθητικό και ανήκει στην κατηγορία των αμινοαμιδίων. Προκαλεί αναστρέψιμο αποκλεισμό της μετάδοσης των ώσεων κατά μήκος των κεντρικών και περιφερικών νευρικών οδών. Η δράση τους πιστεύεται ότι οφείλεται σε αναστολή της διόδου των ιόντων νατρίου στις κυτταρικές μεμβράνες με αποτέλεσμα επιβράδυνση της αποπόλωσης σε βαθμό που δεν αναπτύσσεται δυναμικό ενέργειας. |