Φαρμακοδυναμική
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φθοριοκινολόνες
Κωδικός ATC: J01MA02
Μηχανισμός δράσης
Ως αντιβακτηριακός παράγοντας της οικογένειας των φθοριοκινολονών, η βακτηριοκτόνος δράση της σιπροφλοξασίνης προκύπτει από την αναστολή τόσο της τοποϊσομεράσης τύπου II (DNA-γυράση) όσο και της τοποϊσομεράσης IV, που απαιτούνται για την αντιγραφή, μεταγραφή, επιδιόρθωση και ανασυνδυασμό του βακτηριακού DNA.
Φαρμακοκινητική / φαρμακοδυναμική σχέση
Η αποτελεσματικότητα εξαρτάται κυρίως από τη σχέση μεταξύ της μέγιστης συγκέντρωσης στον ορό (Cmax) και της ελάχιστης ανασταλτικής συγκέντρωσης (MIC) της σιπροφλοξασίνης για ένα βακτηριακό παθογόνο, καθώς και από τη σχέση μεταξύ της περιοχής κάτω από την καμπύλη (AUC) και της MIC.
Μηχανισμός αντίστασης
In- vitro αντίσταση στη σιπροφλοξασίνη μπορεί να αποκτηθεί μέσω βηματικής διεργασίας από μεταλλάξεις του τόπου-στόχου τόσο στην DNA-γυράση, όσο και στην τοποϊσομεράση IV. Ο βαθμός διασταυρούμενης αντοχής μεταξύ της σιπροφλοξασίνης και άλλων φθοριοκινολονών που προκύπτει είναι ποικίλος. Μονήρεις μεταλλάξεις μπορεί να μην προκαλούν κλινική αντίσταση, αλλά πολλαπλές μεταλλάξεις γενικά προκαλούν κλινική αντίσταση σε πολλές ή όλες τις δραστικές ουσίες εντός της τάξης. Μηχανισμοί αντίστασης υπό μορφή αδιαπερατότητας ή/και αντλίας εξαγωγής της δραστικής ουσίας μπορεί να έχουν μεταβλητή δράση στην ευαισθησία στις φθοριοκινολόνες, η οποία εξαρτάται από τις φυσικοχημικές ιδιότητες των διαφόρων δραστικών ουσιών εντός της τάξης και από τη συγγένεια των συστημάτων μεταφοράς για κάθε δραστική ουσία. Όλοι οι in vitro μηχανισμοί αντίστασης παρατηρούνται συχνά στα κλινικά στελέχη. Οι μηχανισμοί αντίστασης που αδρανοποιούν άλλα αντιβιοτικά, όπως φραγμός διαπερατότητας (συχνά στην Pseudomonas aeruginosa) και μηχανισμοί εξαγωγής μπορεί να επηρεάσουν την ευαισθησία στην σιπροφλοξασίνη. Έχει αναφερθεί μεσολαβούμενη μέσω πλασμιδίου αντίσταση που κωδικοποιείται από τα γονίδια qnr.
Φάσμα της αντιβακτηριακής δράσης
Οριακές τιμές διαχωρίζουν τα ευαίσθητα στελέχη από τα μετρίως ευαίσθητα στελέχη και τα τελευταία από τα ανθεκτικά στελέχη:
Συστάσεις EUCAST
Μικροοργανισμοί | Ευαίσθητοι | Ανθεκτικοί |
---|---|---|
Enterobacteriaceae | S≤0,5 mg/l | R>1 mg/l |
Pseudomonas spp. | S≤0,5 mg/l | R>1mg/l |
Acinetobacter spp. | S≤1 mg/l | R>1 mg/l |
Staphylococcus spp.1 | S≤1 mg/l | R>1 mg/l |
Haemophilus influenzae και Moraxella catarrhalis | S≤0,5 mg/l | R>0,5 mg/l |
Neisseria gonorrhoeae | S≤0,03 mg/l | R>0,06 mg/l |
Neisseria meningitides | S≤0,03 mg/l | R>0,06 mg/l |
Οριακές τιμές μη σχετιζόμενες με είδη^*^ | S≤0,5 mg/l | R>1 mg/l |
1 Staphylococcus spp. - οι οριακές τιμές για την σιπροφλοξασίνη σχετίζονται με θεραπεία υψηλής δόσης.
* Οριακές τιμές μη σχετιζόμενες με είδη καθορίστηκαν κυρίως με βάση τα δεδομένα PK/PD και είναι ανεξάρτητες από τις κατανομές MIC συγκεκριμένων ειδών. Προορίζονται για χρήση μόνο για είδη στα οποία δεν έχει αποδοθεί ειδική για το είδος οριακή τιμή και όχι για εκείνα τα είδη όπου δεν συνιστώνται δοκιμές ευαισθησίας.
Ο επιπολασμός επίκτητης αντοχή μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και το χρόνο για επιλεγμένα είδη, και είναι επιθυμητή η διάθεση πληροφοριών τοπικά σχετικά με την ανθεκτικότητα, ειδικά όταν πρόκειται για θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων. Ανάλογα με τις ανάγκες, πρέπει να ζητείται η γνώμη ειδικών όταν ο τοπικός επιπολασμός αντοχής είναι τέτοιος ώστε η χρησιμότητα του φαρμάκου σε τουλάχιστον ορισμένους τύπους λοιμώξεων να είναι υπό αμφισβήτηση.
Ομαδοποιήσεις σχετικών ειδών σύμφωνα με την ευαισθησία στη σιπροφλοξασίνη (για τα είδη Streptococcus βλ.παράγραφο 4.4)
ΚΟΙΝΩΣ ΕΥΑΙΣΘΗΤΑ ΕΙΔΗ
Αερόβιοι Gram θετικοί μικροοργανισμοί:
Bacillus anthracis (1)
Αερόβιοι Gram αρνητικοί μικροοργανισμοί:
Aeromonas spp.
Brucella spp.
Citrobacter koseri
Francisella tularensis
Haemophilus ducreyi
Haemophilius influenzae*
Legionella spp.
Moraxella catarrhalis*
Neisseria meningitidis
Pasteurella spp.
Salmonella spp.*
Shigella spp.*
Vibrio spp.
Yersinia pestis
Αναερόβιοι μικροοργανισμοί:
Mobiluncus
Άλλοι μικροοργανισμοί:
Chlamydia trachomatis ($)
Chlamydia pneumoniae ($)
Mycoplasma hominis ($)
Mycoplasma pneumoniae($)
ΕΙΔΗ ΓΙΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ Η ΕΠΙΚΤΗΤΗ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Αερόβιοι Gram θετικοί μικροοργανισμοί:
Enterococcus faecalis ($)
Staphylococcus spp.* (2)
Αερόβιοι Gram αρνητικοί μικροοργανισμοί:
Acinetobacter baumannii+
Burkholderia cepacia+*
Campylobacter spp.+*
Citrobacter freundii*
Enterobacter aerogenes
Enterobacter cloacae*
Escherichia coli*
Klebsiella oxytoca
Klebsiella pneumoniae*
Morganella morganii*
Neisseria gonorrhoeae*
Proteus mirabilis*
Proteus vulgaris*
Providencia spp.
Pseudomonas aeruginosa*
Pseudomonas fluorescens
Serratia marcescens*
Αναερόβιοι μικροοργανισμοί:
Peptostreptococcus spp.
Propionibacterium acnes
ΕΝΔΟΓΕΝΩΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ
Αερόβιοι Gram θετικοί μικροοργανισμοί:
Actinomyces
Enteroccus faecium
Listeria monocytogenes
Αερόβιοι Gram αρνητικοί μικροοργανισμοί:
Stenotrophomonas maltophilia
Αναερόβιοι μικροοργανισμοί εξαιρούνται οι αναγραφόμενοι στα προηγούμενα.
Άλλοι μικροοργανισμοί:
Mycoplasma genitalium
Ureaplasma urealitycum
* Η κλινική αποτελεσματικότητα έχει καταδειχθεί για ευαίσθητα απομονωθέντα στελέχη σε εγκεκριμένες κλινικές ενδείξεις
+ Ποσοστό αντίστασης ≥ 50% σε μία ή περισσότερες χώρες της ΕΕ
($): Φυσική μέτρια ευαισθησία απουσία επίκτητου μηχανισμού αντίστασης
(1): Έχουν διενεργηθεί μελέτες σε πειραματικές λοιμώξεις ζώων λόγω εισπνοής σπόρων Bacillus anthracis, οι οποίες αποκαλύπτουν ότι η έναρξη αντιβιοτικών νωρίς μετά την έκθεση αποτρέπει την εμφάνιση της νόσου, εάν η θεραπεία γίνεται μέχρι τη μείωση του αριθμού των σπόρων στον οργανισμό σε επίπεδο κάτω από τη λοιμογόνο δόση. Η συνιστώμενη χρήση σε ανθρώπους βασίζεται κυρίως στην in vitro ευαισθησία και σε δεδομένα δοκιμών σε ζώα μαζί με περιορισμένα δεδομένα ανθρώπων. Διάρκεια θεραπείας δύο μηνών σε ενηλίκους με από του στόματος σιπροφλοξασίνη χορηγούμενη στην ακόλουθη δόση, 500 mg δύο φορές ημερησίως, θεωρείται αποτελεσματική για την πρόληψη της λοίμωξης με άνθρακα στους ανθρώπους. Ο θεράπων ιατρός πρέπει να ανατρέξει στα εθνικά ή/και διεθνή κείμενα συναίνεσης ειδικών σχετικά με τη θεραπεία του άνθρακα.
(2): Οι ανθετικοί στη μεθικιλλίνη S.aureus πολύ συχνά εκφράζουν παράλληλα αντίσταση στις φθοριοκινολόνες. Το ποσοστό αντίστασης στη μεθικιλλίνη είναι γύρω στο 20 έως 50% μεταξύ όλων των στελεχών σταφυλοκόκκων, και είναι συνήθως υψηλότερο σε νοσοκομειακά στελέχη.
Φαρμακοκινητική
Απορρόφηση
Μετά την από στόματος χορήγηση εφάπαξ δόσεων 250 mg, 500 mg και 750 mg δισκίων σιπροφλοξασίνης, η σιπροφλοξασίνη απορροφάται ταχέως και εκτεταμένα, κυρίως από το λεπτό έντερο, φθάνοντας σε μέγιστες συγκεντρώσεις ορού 1–2 ώρες αργότερα.
Εφάπαξ δόσεις 100-750 mg έδωσαν δοσοεξαρτώμενες μέγιστες συγκεντρώσεις ορού (Cmax) μεταξύ 0,56 και 3,7 mg/l. Οι συγκεντρώσεις ορού αυξάνονται αναλογικά με δόσεις μέχρι 1000 mg.
Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα είναι περίπου 70–80%.
Από του στόματος δόση 500 mg χορηγούμενη κάθε 12 ώρες καταδείχθηκε ότι παράγει μια περιοχή κάτω από την καμπύλη (AUC) χρόνου συγκέντρωσης ορού ισοδύναμη με εκείνη που παράγεται από ενδοφλέβια έγχυση 400 mg σιπροφλοξασίνη χορηγούμενη σε χρονικό διάστημα 60 λεπτών κάθε 12 ώρες.
Κατανομή
Η δέσμευση της σιπροφλοξασίνης με πρωτεΐνες είναι χαμηλή (20-30%), και η ουσία είναι παρούσα στο πλάσμα κυρίως σε μη ιονισμένη μορφή και έχει μεγάλο όγκο κατανομής σταθεροποιημένης κατάστασης 2–3 l/kg βάρους σώματος. Η σιπροφλοξασίνη φθάνει σε υψηλές συγκεντρώσεις σε μια ποικιλία ιστών όπως o πνεύμονας (επιθηλιακό υγρό, κυψελιδικά μακροφάγα, ιστός βιοψίας), οι παραρρινικές κοιλότητες, σε φλεγμονώδεις βλάβες (υγρό φυσαλίδων από κανθαριδίνες), και η ουρογεννητική οδός (ούρα, προστάτης, ενδομήτριο) όπου επιτυγχάνονται συνολικές συγκεντρώσεις που υπερβαίνουν εκείνες των συγκεντρώσεων του πλάσματος.
Βιομετατροπή
Αναφέρθηκαν χαμηλές συγκεντρώσεις τεσσάρων μεταβολιτών που αναγνωρίστηκαν ως: δεσαιθυλενοσιπροφλοξασίνη (M1), σουλφοσιπροφλοξασίνη (M2), οξοσιπροφλοξασίνη (M3) και φορμυλσιπροφλοξασίνη (M4). Οι μεταβολίτες εμφανίζουν in vitro αντιμικροβιακή δράση, αλλά σε χαμηλότερο βαθμό από ό,τι η μητρική ουσία.
Είναι γνωστό ότι η σιπροφλοξασίνη είναι μέτριος αναστολέας των ισοενζύμων CYP 450 1A2.
Απέκκριση
Η σιπροφλοξασίνη απεκκρίνεται αμετάβλητη σε μεγάλο βαθμό μέσω της νεφρικής οδού και, σε μικρότερο βαθμό, μέσω των κοπράνων. Η ημίσσεια ζωή απέκκρισης ορού σε άτομα με φυσιολογική νεφρική λειτουργία είναι περίπου 4-7 ώρες.
Απέκκριση της σιπροφλοξασίνη (% της δόσης) | ||
---|---|---|
Από στόματος χορήγηση | ||
Ούρα | Κόπρανα | |
Σιπροφλοξασίνη | 44,7 | 25,0 |
Μεταβολίτες (M1-M4) | 11,3 | 7,5 |
Η νεφρική κάθαρση κυμαίνεται μεταξύ 180-300 ml/kg/h και η ολική κάθαρση από το σώμα κυμαίνεται μεταξύ 480-600 ml/kg/h. Η σιπροφλοξασίνη υπόκειται σε σπειραματική διήθηση και σωληναριακή απέκκριση. Σοβαρά μειωμένη νεφρική λειτουργία οδηγεί σε αυξημένη ημίσεια ζωή της σιπροφλοξασίνη έως και 12 ώρες.
Η μη νεφρική κάθαρση της σιπροφλοξασίνη οφείλεται κυρίως στην ενεργό διεντερική απέκκριση, και στο μεταβολισμό. 1% της δόσης απεκκρίνεται μέσω της χολικής οδού. Η σιπροφλοξασίνη είναι παρούσα στη χολή σε υψηλές συγκεντρώσεις.
Παιδιατρικοί ασθενείς
Τα διαθέσιμα δεδομένα για την τεκμηρίωση των φαρμακοκινητικών ιδιοτήτων σε παιδιατρικούς ασθενείς είναι περιορισμένα.
Σε μια μελέτη σε παιδιά, οι Cmax και AUC δεν ήταν εξαρτώμενες από την ηλικία (άνω του ενός έτους). Δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική αύξηση στις Cmax και AUC με πολλαπλές δόσεις (10 mg/kg τρεις φορές την ημέρα).
Σε 10 παιδιά με σοβαρή σηψαιμία, η Cmax ήταν 6,1 mg/l (εύρος 4,6–8,3 mg/l) μετά από ενδοφλέβια έγχυση 1 ώρας σε 10 mg/kg για παιδιά ηλικίας κάτω του 1 έτους συγκριτικά με 7,2 mg/l (εύρος 4,7–11,8 mg/l) για παιδιά ηλικίας μεταξύ 1 και 5 ετών. Οι τιμές AUC ήταν 17,4 mg*h/l (εύρος 11,8–32,0 mg*h/l) και 16,5 mg*h/l (εύρος 11,0–23,8 mg*h/l) στις αντίστοιχες ηλικιακές ομάδες.
Αυτές οι τιμές εμπίπτουν στο αναφερόμενο εύρος για ενηλίκους στις θεραπευτικές δόσεις. Με βάση τη φαρμακοκινητική ανάλυση σε παιδιατρικό πληθυσμό ασθενών με διάφορες λοιμώξεις, η προβλεπόμενη μέση ημίσεια ζωή στα παιδιά είναι περ. 4–5 ώρες και η βιοδιαθεσιμότητα του πόσιμου εναιωρήματος κυμαίνεται από 50 έως 80%.
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ειδικούς κινδύνους για τον άνθρωπο με βάση τις συμβατικές μελέτες τοξικότητας εφάπαξ δόσης, τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης ή τοξικότητας στην αναπαραγωγική ικανότητα.
Όπως και άλλες κινολόνες, η σιπροφλοξασίνη είναι φωτοτοξική στα ζώα σε κλινικά σχετικά επίπεδα έκθεσης. Δεδομένα για την ενδεχόμενη φωτομεταλλαξιογόνο/φωτοκαρκινογόνο δράση δείχνουν χαμηλή φωτομεταλλαξιογόνο ή φωτοογκογόνο δράση της σιπροφλοξασίνη σε in vitro πειράματα και σε ζώα. Αυτή η δράση ήταν συγκρίσιμη με εκείνη άλλων αναστολέων της γυράσης.
Ανοχή από τις αρθρώσεις
Όπως αναφέρθηκε για άλλους αναστολείς της γυράσης, η σιπροφλοξασίνη προκαλεί βλάβη στις μεγάλες φέρουσες το βάρος αρθρώσεις σε ανώριμα ζώα. Η έκταση της βλάβης στους χόνδρους ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία, το είδος και τη δόση, μπορεί να μειωθεί εάν αφαιρεθεί το βάρος από τις αρθρώσεις. Μελέτες σε ώριμα ζώα (αρουραίος, σκύλος) δεν αποκάλυψαν σημεία βλαβών στους χόνδρους. Σε μια μελέτη σε νεαρούς σκύλους beagle, η σιπροφλοξασίνη προκάλεσε σοβαρές μεταβολές στις αρθρώσεις σε θεραπευτικές δόσεις μετά από δύο εβδομάδες θεραπείας, οι οποίες μπορούσαν να παρατηρηθούν και μετά από 5 μήνες.
Ενεργά συστατικά
4BA73M5E37 - CIPROFLOXACIN HYDROCHLORIDE
|
Σχετικό SPC
Ciproxin 500 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.
ΠΧΠ 2015: CIPROXIN Επικαλυμμένο με υμένιο δισκίο