Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Εντακαπόνη ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Νόσος του Parkinson
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Από του στόματος – όλες οι ηλικίες – 200-2000 mg σε 1-10 διηρημένες δόσεις
200-2000 mg σε 1-10 διηρημένες δόσεις | |
---|---|
Χορήγηση | Από του στόματος, 200 χιλιοστογραμμάρια εντακαπόνη, διαιρεμένα ημερησίως, 1 με 10 δόσεις συνολικά. |
Λεπτομερής περιγραφή |
200 mg λαμβάνονται με κάθε δόση αναστολέων της λεβοντόπα/ντόπα αποκαρβοξυλάσης. Η μέγιστη συνιστώμενη δόση είναι 200 mg 10 φορές ημερησίως δηλ. 2.000 mg εντακαπόνης. Η εντακαπόνη ενισχύει τις δράσεις της λεβοντόπα. Ως εκ τούτου, για τον περιορισμό των ντοπαμινεργικών ανεπιθύμητων ενεργειών της λεβοντόπα, π.χ. της δυσκινησίας, ναυτίας, εμέτων και παραισθήσεων, είναι συχνά αναγκαία η ρύθμιση της δοσολογίας λεβοντόπα εντός των πρώτων ημερών ή εβδομάδων μετά την έναρξη της θεραπευτικής αγωγής με εντακαπόνη. Η ημερήσια δόση της λεβοντόπα μπορεί να μειωθεί κατά περίπου 10% έως 30% επιμηκύνοντας τα διαστήματα που μεσολαβούν ανάμεσα στις χορηγήσεις και/ή μειώνοντας την ποσότητα της λεβοντόπα ανά δόση, ανάλογα με την κλινική κατάσταση του ασθενούς. Αν διακοπεί η θεραπευτική αγωγή με εντακαπόνη είναι αναγκαίο να ρυθμιστεί η δοσολογία των άλλων αντιπαρκινσονικών θεραπευτικών αγωγών, ιδιαίτερα της λεβοντόπα, προκειμένου να επιτευχθεί ένα επαρκές επίπεδο ελέγχου των παρκινσονικών συμπτωμάτων. Η εντακαπόνη αυξάνει την βιοδιαθεσιμότητα της λεβοντόπα από τα κλασικά ιδιοσκευάσματα λεβοντόπα/βενσεραζίδης ελαφρά περισσότερο (5-10%) από ό,τι στην περίπτωση των κλασικών ιδιοσκευασμάτων λεβοντόπα/καρβιντόπα. Έτσι στους ασθενείς, που λαμβάνουν τα ιδιοσκευάσματα λεβοντόπα/βενσεραζίδη, όταν ξεκινούν την αγωγή με εντακαπόνη, μπορεί να χρειαστεί να γίνει μια μεγαλύτερη μείωση της δόσης λεβοντόπα. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η εντακαπόνη μπορεί να ληφθεί με ή χωρίς τροφή. |
Αντενδείξεις
Η δραστική ουσία Εντακαπόνη αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Μη εκλεκτικοί αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης, συνδυασμός εκλεκτικού αναστολέα ΜΑΟ-Α και εκλεκτικού αναστολέα ΜΑΟ-Β
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Ηπατική δυσλειτουργία, φαιοχρωμοκύτωμα, κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο (ΝΜS), μη τραυματική ραβδομυόλυση
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Φαιοχρωμοκύττωμα
Κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο
Non-traumatic rhabdomyolysis (disorder)