Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Εποετίνη θήτα ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Συμπτωματική αναιμία σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Υποδόρια – όλες οι ηλικίες – 20-40 IU/kg μία φορά κάθε 2 μέρες
20-40 IU/kg μία φορά κάθε 2 μέρες | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 20 - 40 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δοσολογικό σχήμα | Από 20 έως 40 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους μία φορά ανά 2 ημέρες |
Λεπτομερής περιγραφή |
Τα συμπτώματα και τα δευτερογενή συμπτώματα αναιμίας μπορούν να ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και το γενικό φορτίο της ασθένειας. Απαιτείται η εξατομικευμένη αξιολόγηση της κλινικής πορείας και κατάστασης του ασθενή από έναν γιατρό. Η εποετίνη θήτα πρέπει να χορηγείται είτε υποδόρια είτε ενδοφλεβίως προκειμένου να αυξηθεί το επίπεδο αιμοσφαιρίνης όχι υψηλότερα από 12 g/dl (7,45 mmol/l). Λόγω της εσωτερικής διακύμανσης σε κάθε ασθενή, είναι δυνατό να παρατηρηθούν περιστασιακά μεμονωμένες τιμές αιμοσφαιρίνης για έναν ασθενή επάνω και κάτω από το επιθυμητό επίπεδο αιμοσφαιρίνης. Η διακύμανση της αιμοσφαιρίνης πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσαρμογή των δόσεων, με στόχο το εύρος τιμών αιμοσφαιρίνης 10 g/dl (6,21 mmol/l) έως 12 g/dl (7,45 mmol/l). Η συντήρηση ενός επιπέδου αιμοσφαιρίνης ανώτερου των 12 g/dl (7,45 mmol/l) πρέπει να αποφεύγεται. Παρακάτω δίδονται οδηγίες για την κατάλληλη προσαρμογή της δόσης στις περιπτώσεις που παρατηρείται αύξηση της τιμής της αιμοσφαιρίνης πάνω από τα 12 g/dl (7,45 mmol/l). Θα πρέπει να αποφεύγεται μία αύξηση της αιμοσφαιρίνης μεγαλύτερη από 2 g/dl (1,24 mmol/l) σε μία περίοδο τεσσάρων εβδομάδων. Αν η αύξηση της αιμοσφαιρίνης είναι μεγαλύτερη των 2 g/dl (1,24 mmol/l) σε διάστημα 4 εβδομάδων ή η τιμή της αιμοσφαιρίνης υπερβαίνει τα 12 g/dl (7,45 mmol/l), η δόση πρέπει να μειώνεται κατά 25 έως 50%. Συνιστάται η παρακολούθηση της αιμοσφαιρίνης κάθε δύο εβδομάδες έως ότου σταθεροποιηθούν τα επίπεδα και έπειτα η περιοδική παρακολούθηση. Εάν το επίπεδο αιμοσφαιρίνης συνεχίζει να αυξάνεται, η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται έως ώτου το επίπεδο αιμοσφαιρίνης αρχίζει να μειώνεται, στο σημείο όπου η θεραπεία θα πρέπει να ξαναρχίζει με μία δόση περίπου 25 % μικρότερη από την προηγούμενη χορηγηθείσα δόση. Στην παρουσία υπέρτασης ή υπάρχοντος καρδιαγγειακού, εγκεφαλοαγγειακού ή περιφερικής αγγειακής νόσου, θα πρέπει η αύξηση της αιμοσφαιρίνης και η τιμή στόχος της αιμοσφαιρίνης να καθορίζεται εξατομικευμένα, λαμβάνοντας υπόψη την κλινική εικόνα. Η θεραπεία με εποετίνη θήτα χωρίζεται σε δύο στάδια. Φάση διόρθωσηςΥποδόρια χορήγηση: Η αρχική δοσολογία είναι 20 IU/kg σωματικού βάρους 3 φορές την εβδομάδα. Η δόση μπορεί να αυξηθεί μετά από 4 εβδομάδες σε 40 IU/kg, 3 φορές την εβδομάδα, σε περίπτωση που η αύξηση της αιμοσφαιρίνης δεν είναι επαρκής (<1 g/dl [0,62 mmol/l] εντός 4 εβδομάδων). Περαιτέρω αύξηση της τάξης του 25% της προηγούμενης δόσης μπορεί να γίνει σε μηνιαία διαστήματα, έως ότου επιτευχθεί το εξατομικευμένο επίπεδο-στόχος αιμοσφαιρίνης. Και για τους δύο τρόπους χορήγησης, η μέγιστη δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 700 IU/kg βάρος σώματος την εβδομάδα. Φάση συντήρησηςΗ δόση θα πρέπει να προσαρμόζεται όσο απαιτείται, ώστε να διατηρείται το εξατομικευμένο επίπεδο στόχος αιμοσφαιρίνης μεταξύ 10 g/dl (6,21 mmol/l) και 12 g/dl (7,45 mmol/l), όπου δεν θα πρέπει να υπερβαίνει την τιμή των 12 g/dl (7,45 mmol/l). Εάν είναι απαραίτητη μία προσαρμογή της δόσης για την συντήρηση της επιθυμητής τιμής αιμοσφαιρίνης, συνιστάται η δόση να προσαρμόζεται κατά 25% περίπου. Υποδόρια χορήγηση: Η εβδομαδιαία δόση μπορεί να χορηγηθεί ως μία ένεση την εβδομάδα ή τρεις φορές την εβδομάδα. Σε περίπτωση που μεταβάλλεται η συχνότητα χορήγησης, θα πρέπει να παρακολουθείται στενά η τιμή της αιμοσφαιρίνης και μπορεί να καταστεί απαραίτητη η προσαρμογή των δόσεων. Η μέγιστη δόση δεν θα πρέπει να ξεπερνά τις 700 IU/kg σωματικού βάρους την εβδομάδα. Όταν η εποετίνη θήτα αντικαθιστά μία άλλη εποετίνη, θα πρέπει το επίπεδο αιμοσφαιρίνης να παρακολουθείται στενά και θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο ίδιος τρόπος χορήγησης. Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά για να εξασφαλιστεί ότι χρησιμοποιείται η χαμηλότερη εγκεκριμένη αποτελεσματική δόση εποετίνης θήτα για την παροχή επαρκούς ελέγχου των συμπτωμάτων της αναιμίας ενώ διατηρείται συγκέντρωση αιμοσφαιρίνης χαμηλότερη από ή ίση με 12 g/dl (7,45 mmol/l). Απαιτείται προσοχή με την κλιμάκωση των δόσεων της εποετίνης θήτα σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Σε ασθενείς με πτωχή ανταπόκριση της αιμοσφαιρίνης στην εποετίνη θήτα, θα πρέπει να εξετάζονται εναλλακτικές εξηγήσεις για την πτωχή ανταπόκριση. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Το διάλυμα μπορεί να χορηγηθεί υποδόρια ή ενδοφλέβια. Η υποδόρια χρήση είναι προτιμητέα σε ασθενείς που δεν υποβάλλονται σε αιμοδιύλιση, προκειμένου να αποφευχθεί η παρακέντηση περιφερικών φλεβών. Σε περίπτωση που η εποετίνη θήτα αντικαθιστά κάποια άλλη εποετίνη, πρέπει να χρησιμοποιείται ο ίδιος τρόπος χορήγησης. Οι υποδόριες ενέσεις πρέπει να γίνουν στην κοιλιά, το βραχίονα ή το μηρό. Τα σημεία ένεσης θα πρέπει να εναλλάσσονται και η ένεση θα πρέπει να γίνεται αργά, ώστε να αποφεύγονται ενοχλήσεις στο σημείο ένεσης. |
Ενδοφλέβια – όλες οι ηλικίες – 20-80 IU/kg μία φορά κάθε 2 μέρες
20-80 IU/kg μία φορά κάθε 2 μέρες | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 20 - 80 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δοσολογικό σχήμα | Από 20 έως 80 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους μία φορά ανά 2 ημέρες |
Λεπτομερής περιγραφή |
Τα συμπτώματα και τα δευτερογενή συμπτώματα αναιμίας μπορούν να ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και το γενικό φορτίο της ασθένειας. Απαιτείται η εξατομικευμένη αξιολόγηση της κλινικής πορείας και κατάστασης του ασθενή από έναν γιατρό. Η εποετίνη θήτα πρέπει να χορηγείται είτε υποδόρια είτε ενδοφλεβίως προκειμένου να αυξηθεί το επίπεδο αιμοσφαιρίνης όχι υψηλότερα από 12 g/dl (7,45 mmol/l). Λόγω της εσωτερικής διακύμανσης σε κάθε ασθενή, είναι δυνατό να παρατηρηθούν περιστασιακά μεμονωμένες τιμές αιμοσφαιρίνης για έναν ασθενή επάνω και κάτω από το επιθυμητό επίπεδο αιμοσφαιρίνης. Η διακύμανση της αιμοσφαιρίνης πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσαρμογή των δόσεων, με στόχο το εύρος τιμών αιμοσφαιρίνης 10 g/dl (6,21 mmol/l) έως 12 g/dl (7,45 mmol/l). Η συντήρηση ενός επιπέδου αιμοσφαιρίνης ανώτερου των 12 g/dl (7,45 mmol/l) πρέπει να αποφεύγεται. Παρακάτω δίδονται οδηγίες για την κατάλληλη προσαρμογή της δόσης στις περιπτώσεις που παρατηρείται αύξηση της τιμής της αιμοσφαιρίνης πάνω από τα 12 g/dl (7,45 mmol/l). Θα πρέπει να αποφεύγεται μία αύξηση της αιμοσφαιρίνης μεγαλύτερη από 2 g/dl (1,24 mmol/l) σε μία περίοδο τεσσάρων εβδομάδων. Αν η αύξηση της αιμοσφαιρίνης είναι μεγαλύτερη των 2 g/dl (1,24 mmol/l) σε διάστημα 4 εβδομάδων ή η τιμή της αιμοσφαιρίνης υπερβαίνει τα 12 g/dl (7,45 mmol/l), η δόση πρέπει να μειώνεται κατά 25 έως 50%. Συνιστάται η παρακολούθηση της αιμοσφαιρίνης κάθε δύο εβδομάδες έως ότου σταθεροποιηθούν τα επίπεδα και έπειτα η περιοδική παρακολούθηση. Εάν το επίπεδο αιμοσφαιρίνης συνεχίζει να αυξάνεται, η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται έως ώτου το επίπεδο αιμοσφαιρίνης αρχίζει να μειώνεται, στο σημείο όπου η θεραπεία θα πρέπει να ξαναρχίζει με μία δόση περίπου 25 % μικρότερη από την προηγούμενη χορηγηθείσα δόση. Στην παρουσία υπέρτασης ή υπάρχοντος καρδιαγγειακού, εγκεφαλοαγγειακού ή περιφερικής αγγειακής νόσου, θα πρέπει η αύξηση της αιμοσφαιρίνης και η τιμή στόχος της αιμοσφαιρίνης να καθορίζεται εξατομικευμένα, λαμβάνοντας υπόψη την κλινική εικόνα. Η θεραπεία με εποετίνη θήτα χωρίζεται σε δύο στάδια. Φάση διόρθωσηςΕνδοφλέβια χορήγηση: Η αρχική δοσολογία είναι 40 IU/kg σωματικού βάρους 3 φορές την εβδομάδα. Η δόση μπορεί να αυξηθεί μετά από 4 εβδομάδες σε 80 IU/kg, 3 φορές την εβδομάδα, και σε περαιτέρω αύξηση της τάξης του 25% της προηγούμενης δόσης σε μηνιαία διαστήματα, όταν είναι απαραίτητο. Και για τους δύο τρόπους χορήγησης, η μέγιστη δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 700 IU/kg βάρος σώματος την εβδομάδα. Φάση συντήρησηςΗ δόση θα πρέπει να προσαρμόζεται όσο απαιτείται, ώστε να διατηρείται το εξατομικευμένο επίπεδο στόχος αιμοσφαιρίνης μεταξύ 10 g/dl (6,21 mmol/l) και 12 g/dl (7,45 mmol/l), όπου δεν θα πρέπει να υπερβαίνει την τιμή των 12 g/dl (7,45 mmol/l). Εάν είναι απαραίτητη μία προσαρμογή της δόσης για την συντήρηση της επιθυμητής τιμής αιμοσφαιρίνης, συνιστάται η δόση να προσαρμόζεται κατά 25% περίπου. Ενδοφλέβια χορήγηση: Ασθενείς, οι οποίοι βρίσκονται σε σταθερή κατάσταση με δοσολογικό σχήμα τριών δόσεων την εβδομάδα, είναι δυνατό να μεταπηδήσουν σε χορήγηση δύο φορές την εβδομάδα. Σε περίπτωση που μεταβάλλεται η συχνότητα χορήγησης, θα πρέπει να παρακολουθείται στενά η τιμή της αιμοσφαιρίνης και μπορεί να καταστεί απαραίτητη η προσαρμογή των δόσεων. Η μέγιστη δόση δεν θα πρέπει να ξεπερνά τις 700 IU/kg σωματικού βάρους την εβδομάδα. Όταν η εποετίνη θήτα αντικαθιστά μία άλλη εποετίνη, θα πρέπει το επίπεδο αιμοσφαιρίνης να παρακολουθείται στενά και θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο ίδιος τρόπος χορήγησης. Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά για να εξασφαλιστεί ότι χρησιμοποιείται η χαμηλότερη εγκεκριμένη αποτελεσματική δόση εποετίνης θήτα για την παροχή επαρκούς ελέγχου των συμπτωμάτων της αναιμίας ενώ διατηρείται συγκέντρωση αιμοσφαιρίνης χαμηλότερη από ή ίση με 12 g/dl (7,45 mmol/l). Απαιτείται προσοχή με την κλιμάκωση των δόσεων της εποετίνης θήτα σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Σε ασθενείς με πτωχή ανταπόκριση της αιμοσφαιρίνης στην εποετίνη θήτα, θα πρέπει να εξετάζονται εναλλακτικές εξηγήσεις για την πτωχή ανταπόκριση. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Το διάλυμα μπορεί να χορηγηθεί υποδόρια ή ενδοφλέβια. |
Συμπτωματική αναιμία σε μη-μυελογενείς κακοήθειες
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Υποδόρια – όλες οι ηλικίες – 20000-60000 IU μία φορά την εβδομάδα
20000-60000 IU μία φορά την εβδομάδα | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 20.000 - 60.000 [iU] |
Δοσολογικό σχήμα | Από 20.000 έως 60.000 [iU] μία φορά ανά 7 ημέρες |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η εποετίνη θήτα θα πρέπει να χορηγείται με την υποδόρια οδό σε ασθενείς με αναιμία (π.χ. συγκέντρωση αιμοσφαιρίνης ≤10 g/dl [6,21 mmol/l]). Τα συμπτώματα και τα δευτερογενή συμπτώματα αναιμίας μπορούν να ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και το γενικό φορτίο της ασθένειας Απαιτείται η εξατομικευμένη αξιολόγηση της κλινικής πορείας και κατάστασης του ασθενή από έναν γιατρό. Λόγω της εσωτερικής διακύμανσης σε κάθε ασθενή είναι δυνατό να παρατηρηθούν περιστασιακά μεμονωμένες τιμές αιμοσφαιρίνης για έναν ασθενή επάνω και κάτω από το επιθυμητό επίπεδο αιμοσφαιρίνης. Η διακύμανση της αιμοσφαιρίνης πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσαρμογή των δόσεων, με στόχο το εύρος τιμών αιμοσφαιρίνης 10 g/dl (6,21 mmol/l) έως 12 g/dl (7,45 mmol/l). Η συντήρηση ενός επιπέδου αιμοσφαιρίνης. ανώτερου των 12 g/dl (7,45 mmol/l), πρέπει να αποφεύγεται. Παρακάτω δίδονται οδηγίες για την κατάλληλη προσαρμογή της δόσης στις περιπτώσεις που παρατηρείται αύξηση των τιμών αιμοσφαιρίνης πάνω από τα 12 g/dl (7,45 mmol/l). Η συνιστώμενη αρχική δόση είναι 20.000 IU, ανάλογα με το βάρος σώματος, χορηγούμενη μία φορά την εβδομάδα. Εάν μετά από 4 εβδομάδες θεραπείας, αυξηθεί η αιμοσφαιρίνη κατά τουλάχιστον 1 g/dl (0,62 mmol/l), θα πρέπει να συνεχίζεται η ίδια δόση. Εάν η τιμή της αιμοσφαιρίνης δεν αυξηθεί κατά τουλάχιστον 1 g/dl (0,62 mmol/l), θα πρέπει να εξετασθεί ο διπλασιασμός της εβδομαδιαίας δόσης στις 40.000 IU. Εάν μετά από επιπλέον 4 εβδομάδες θεραπείας, η αύξηση της αιμοσφαιρίνης παραμένει ανεπαρκής, θα πρέπει να εξετασθεί η αύξηση της εβδομαδιαίας δόσης στις 60.000 IU. Η μέγιστη δόση δεν θα πρέπει να ξεπερνά τις 60.000 IU την εβδομάδα. Εάν μετά από 12 εβδομάδες θεραπείας, η τιμή της αιμοσφαιρίνης δεν αυξηθεί τουλάχιστον κατά 1 g/dl (0,62 mmol/l), η ανταπόκριση θεωρείται απίθανη και η αγωγή θα πρέπει να διακοπεί. Εάν η αύξηση της αιμοσφαιρίνης είναι περισσότερο από 2 g/dl (1,24 mmol/l) σε 4 εβδομάδες ή η τιμή αιμοσφαιρίνης υπερβεί τα 12 g/dl (7,45 mmol/l), η δόση θα πρέπει να μειωθεί κατά 25 έως 50%. Η θεραπεία με εποετίνη θήτα θα πρέπει να διακοπεί προσωρινά εάν τα επίπεδα αιμοσφαιρίνης ξεπερνάνε τα 13 g/dl (8,07 mmol/l). Η θεραπεία θα πρέπει να ξαναρχίζει με περίπου 25% χαμηλότερη δόση από την προηγούμενη, αφού τα επίπεδα αιμοσφαιρίνης πέσουν στα 12 g/dl (7,45 mmol/l) ή παρακάτω. Η θεραπεία θα πρέπει να συνεχίζεται έως 4 εβδομάδες μετά από το τέλος της χημειοθεραπείας. Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά, για να εξασφαλιστεί ότι χρησιμοποιείται η χαμηλότερη εγκεκριμένη δόση εποετίνης θήτα για την παροχή επαρκούς ελέγχου των συμπτωμάτων της αναιμίας. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Σε καρκινοπαθείς με μη μυελογενείς κακοήθειες, που λαμβάνουν χημειοθεραπεία, η εποετίνη θήτα πρέπει να χορηγείται μόνο υποδόρια. Οι υποδόριες ενέσεις πρέπει να γίνουν στην κοιλιά, το βραχίονα ή το μηρό. Τα σημεία ένεσης θα πρέπει να εναλλάσσονται και η ένεση θα πρέπει να γίνεται αργά, ώστε να αποφεύγονται ενοχλήσεις στο σημείο ένεσης. |
Αντενδείξεις
Η δραστική ουσία Εποετίνη θήτα αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Μη ελεγχόμενη υπέρταση
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας