Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Φλουκοναζόλη
εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
CYP2C9, CYP3Α4, CYP2C19 υποστρώματα
Η φλουκοναζόλη είναι μέτριος αναστολέας των ισοενζύμων 2C9 και 3Α4 του κυτοχρώματος P450 (CYP). Η φλουκοναζόλη είναι επίσης, ένας ισχυρός αναστολέας του ισοενζύμου CYP2C19. Επιπρόσθετα με τις παρατηρηθείσες/τεκμηριωμένες ...
τουλάχιστον ένα από
Υποστρώματα CYP2C9
Υποστρώματα CYP3A4
Υπόστρωματα CYP2C19
Ηπατική δυσλειτουργία
Υπάρχουν διαθέσιμα περιορισμένα δεδομένα σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία, επομένως η φλουκοναζόλη θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία. Η φλουκοναζόλη πρέπει να ...
Ηπατική ανεπάρκεια
Νεφρική δυσλειτουργία, αιμοδιύλιση
Η φλουκοναζόλη απεκκρίνεται κυρίως στα ούρα ως αμετάβλητη δραστική ουσία. Σε χορήγηση άπαξ δόσης του φαρμάκου δεν είναι απαραίτητη η ρύθμιση της δόσης αυτής. Επί πολλαπλών δόσεων φλουκοναζόλης σε ασθενείς ...
τουλάχιστον ένα από
Νεφρική ανεπάρκεια
Αιμοδιύλιση
Σουλφονυλουρίες
Η φλουκοναζόλη βρέθηκε ότι παρατείνει το χρόνο ημίσειας ζωής στον ορό των ταυτόχρονα χορηγούμενων από το στόμα σουλφονυλουριών (π.χ., χλωροπροπαμίδη, γλιβενκλαμίδη, γλιπιζίδη, τολβουταμίδη) σε υγιείς εθελοντές. ...
Σουλφοναμίδια, παράγωγα της ουρίας
Ανταγωνιστές βιταμίνης Κ
Κατά την παρακολούθηση του φαρμάκου μετά την κυκλοφορία του στην αγορά έχουν αναφερθεί, όπως και με τις άλλες αντιμυκητιασικές αζόλες, αιμορραγικά συμβάματα (μώλωπες, επίσταξη, γαστρεντερική αιμορραγία, ...
Ανταγωνιστές της βιταμίνης K
Αλκαλοειδή της βίνκα
Παρόλο που δεν έχει μελετηθεί, η φλουκοναζόλη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα των αλκαλοειδών της βίνκα (π.χ. βινκριστίνη και βινβλαστίνη) στο πλάσμα και να προκαλέσει νευροτοξικότητα, η οποία ενδεχομένως ...
Αλκαλοειδή της Vinca και ανάλογα
Αλφεντανύλη
Κατά τη διάρκεια ταυτόχρονης θεραπείας με φλουκοναζόλη (400 mg) και ενδοφλέβιας αλφεντανύλης (20 μg/kg) σε υγιείς εθελοντές, η AUC<sub>10</sub> της αλφεντανύλης διπλασιάστηκε, πιθανόν μέσω αναστολής του ...
Αλφαιντανύλη
Αμιωδαρόνη
Η συγχορήγηση φλουκοναζόλης και αμιωδαρόνης ενδέχεται να αυξήσει την παράταση του διαστήματος QT. Θα πρέπει να ασκείται προσοχή εάν είναι απαραίτητη η ταυτόχρονη χρήση φλουκοναζόλης και αμιωδαρόνης, ιδίως ...
Αμιωδαρόνη
Αμιτριπτυλίνη, νορτριπτυλίνη
Η φλουκοναζόλη αυξάνει τη δράση της αμιτριπτυλίνης και της νορτριπτυλίνης. Η 5-νορτριπτυλίνη ή/και ή S-αμιτριπτυλίνη μπορούν να μετρηθούν κατά την έναρξη της συνδυασμένης θεραπείας και μετά από μία εβδομάδα. ...
τουλάχιστον ένα από
Αμιτριπτυλίνη
Νορτριπτυλίνη
Αμφοτερικίνη B
Η ταυτόχρονη χορήγηση φλουκοναζόλης και αμφοτερικίνης B σε μολυσμένα φυσιολογικά και ανοσοκατεσταλμένα ποντίκια είχε τα ακόλουθα αποτελέσματα: μικρή αθροιστική αντιμυκητιασική δράση σε συστηματική λοίμωξη ...
Αμφοτερικίνη β
Ατορβαστατίνη, σιμβαστατίνη, φλουβαστατίνη
Ο κίνδυνος μυοπάθειας και ραβδομυόλυσης αυξάνεται όταν η φλουκοναζόλη συγχορηγείται με αναστολείς της HMG-CoA αναγωγάσης οι οποίοι μεταβολίζονται από το CYP3A4, όπως η ατορβαστατίνη και η σιμβαστατίνη, ...
τουλάχιστον ένα από
Ατορβαστατίνη
Σιμβαστατίνη
Φλουβαστατίνη
Καρβαμαζεπίνη
Η φλουκοναζόλη αναστέλλει το μεταβολισμό της καρβαμαζεπίνης, ενώ έχει παρατηρηθεί αύξηση της συγκέντρωσης της καρβαμαζεπίνης στον ορό κατά 30%. Υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης τοξικότητας από καρβαμαζεπίνη. ...
Καρβαμαζεπίνη
Σελεκοξίμπη
Κατά τη διάρκεια της ταυτόχρονης χορήγησης φλουκοναζόλης (200 mg ημερησίως) και σελεκοξίμπης (200 mg), η C<sub>max</sub> και ΑUC της σελεκοξίμπης αυξήθηκαν κατά 68% και 134%, αντίστοιχα. Μπορεί να χρειαστεί ...
Σελεκοξίμπη
Υδροχλωροθειαζίδη
Σε μία μελέτη φαρμακοκινητικής αλληλεπίδρασης, η συγχορήγηση πολλαπλών δόσεων υδροχλωροθειαζίδης σε υγιείς εθελοντές που λάμβαναν φλουκοναζόλη αύξησε τη συγκέντρωση της φλουκοναζόλης στο πλάσμα κατά 40%. ...
Χλωροδιαζεποξείδη
Κυκλοσπορίνη
Η φλουκοναζόλη αυξάνει σημαντικά τη συγκέντρωση και την AUC της κυκλοσπορίνης. Κατά τη διάρκεια ταυτόχρονης θεραπείας με 200 mg ημερησίως φλουκοναζόλη και κυκλοσπορίνη (2,7 mg/kg/ημέρα), υπήρξε αύξηση ...
Κυκλοσπορίνη
Κυκλοφωσφαμίδη
Η συνδυασμένη θεραπεία με κυκλοφωσφαμίδη και φλουκοναζόλη αυξάνει τόσο τη χολερυθρίνη ορού όσο και την κρεατινίνη ορού. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τον κίνδυνο ...
Κυκλοφωσφαμίδη
Εβερόλιμους
Παρόλο που δεν μελετήθηκε in vitro ή in vivo, η φλουκοναζόλη μπορεί να αυξήσει τη συγκέντρωση του εβερόλιμους στο πλάσμα, μέσω αναστολής του CYP3A4.
Εβερόλιμους
Φαιντανύλη
Αναφέρθηκε ένα θανατηφόρο περιστατικό δηλητηρίασης με φαιντανύλη λόγω πιθανής αλληλεπίδρασης μεταξύ της φαιντανύλης και της φλουκοναζόλης. Επιπροσθέτως, είχε δειχθεί ότι σε υγιείς εθελοντές η φλουκοναζόλη ...
Φαιντανύλη
Φλουρβιπροφαίνη, ιβουπροφαίνη, ναπροξένη, λορνοξικάμη, μελοξικάμη, δικλοφενάκη
Η C<sub>max</sub> και η AUC της φλουρβιπροφαίνης αυξήθηκαν κατά 23% και 81%, αντίστοιχα, κατά τη συγχορήγηση με φλουκοναζόλη έναντι της χορήγησης φλουρβιπροφαίνης μόνο. Παρομοίως, η C<sub>max</sub> και ...
τουλάχιστον ένα από
Φλουρβιπροφαίνη
Ιβουπροφαίνη
Ναπροξένη
Λορνοξικάμη
Μελοξικάμη
Δικλοφαινάκη
Αλοφαντρίνη
Η φλουκοναζόλη μπορεί να αυξήσει τη συγκέντρωση στο πλάσμα της αλοφαντρίνης, λόγω ανασταλτικής δράσης στο κυτόχρωμα CYP3A4. Η συγχορήγηση φλουκοναζόλης και αλοφαντρίνης είναι πιθανό να προκαλέσει αύξηση ...
Αλοφαντρίνη
Ιβακαφτόρη
Η συγχορήγηση με την ιβακαφτόρη, έναν ενισχυτή του ρυθμιστή της διαμεμβρανικής αγωγιμότητας της κυστικής ίνωσης (CFTR), αύξησε την έκθεση σε ιβακαφτόρη κατά 3 φορές και την έκθεση σε υδροξυμεθυλο-ιβακαφτόρη ...
Ιβακαφτόρη
Λοσαρτάνη
Η φλουκοναζόλη αναστέλλει το μεταβολισμό της λοσαρτάνης προς το δραστικό της μεταβολίτη (E-31 74) που ευθύνεται για το μεγαλύτερο μέρος του ανταγωνισμού των υποδοχέων της αγγειοτασίνης-II, ο οποίος παρατηρείται ...
Λοσαρτάνη
Μεθαδόνη
Η φλουκοναζόλη μπορεί να αυξήσει τη συγκέντρωση μεθαδόνης στον ορό. Μπορεί να χρειαστεί να γίνει προσαρμογή της δόσης της μεθαδόνης.
Μεθαδόνη
Μιδαζολάμη, τριαζολάμη
Μετά την από του στόματος χορήγηση μιδαζολάμης, η φλουκοναζόλη προκάλεσε σημαντικές αυξήσεις των συγκεντρώσεων μιδαζολάμης καθώς και ψυχοκινητικές επιδράσεις. Ταυτόχρονη λήψη 200 mg φλουκοναζόλης και 7,5 ...
τουλάχιστον ένα από
Μιδαζολάμη
Τριαζολάμη
Νιφεπιδίνη, ισραδιπίνη, αμλοδιπίνη, βεραπαμίλη, φελοδιπίνη
Ορισμένοι ανταγωνιστές διαύλων ασβεστίου (νιφεπιδίνη, ισραδιπίνη, αμλοδιπίνη, βεραπαμίλη και φελοδιπίνη) μεταβολίζονται από το CYP3A4. Η φλουκοναζόλη έχει τη δυνατότητα να αυξάνει τη συστηματική έκθεση ...
τουλάχιστον ένα από
Νιφεδιπίνη
Ισραδιπίνη
Αμλοδιπίνη
Βεραπαμίλη
Φελοδιπίνη
Ολαπαρίμπη
Μέτριοι αναστολείς του CYP3A4, όπως η φλουκοναζόλη αυξάνουν τις συγκεντρώσεις της ολαπαρίμπης στο πλάσμα. Η ταυτόχρονη χρήση δεν συνιστάται. Εάν ο συνδυασμός δεν μπορεί να αποφευχθεί, περιορίστε της δόση ...
Ολαπαρίμπη
Φαινυντοΐνη
Η φλουκοναζόλη αναστέλλει τον ηπατικό μεταβολισμό της φαινυτοΐνης. Η ταυτόχρονη επαναλαμβανόμενη χορήγηση 200 mg φλουκοναζόλης και 250 mg ενδοφλέβιας φαινυτοΐνης, προκάλεσε αύξηση της AUC<sub>24</sub> ...
Φαινυτοΐνη
Πρεδνιζόνη
Υπήρξε μία αναφορά περιστατικού όπου ένας ασθενής που είχε υποβληθεί σε μεταμόσχευση ήπατος και έλαβε πρεδνιζόνη παρουσίασε οξεία φλοιοεπινεφριδική ανεπάρκεια όταν διεκόπη μία τρίμηνη θεραπεία με φλουκοναζόλη. ...
Πρεδνιζόνη
Ριφαμπουτίνη
Η φλουκοναζόλη αυξάνει τις συγκεντρώσεις της ριφαμπουτίνης στον ορό οδηγώντας σε αύξηση της AUC της ριφαμπουτίνης έως 80%. Υπάρχουν αναφορές ραγοειδίτιδας σε ασθενείς, οι οποίοι λάμβαναν ταυτόχρονα φλουκοναζόλη ...
Ριφαμπουτίνη
Ριφαμπικίνη
Η ταυτόχρονη χορήγηση της φλουκοναζόλης και της ριφαμπικίνης προκάλεσε μείωση κατά 25% της AUC και βράχυνση κατά 20% της ημιπεριόδου ζωής της φλουκοναζόλης. Σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα και ριφαμπικίνη ...
Ριφαμπικίνη
Σακουιναβίρη
Η φλουκοναζόλη αυξάνει την AUC και την C<sub>max</sub> της σακουιναβίρης κατά 50% και 55% αντίστοιχα, λόγω της αναστολής του ηπατικού μεταβολισμού της σακουιναβίρης από το CYP3A4 και της αναστολής της ...
Σακουιναβίρη
Σιρόλιμους
Η φλουκοναζόλη αυξάνει τις συγκεντρώσεις του σιρόλιμους στο πλάσμα προφανώς αναστέλλοντας το μεταβολισμό του μέσω του CYP3A4 και της P-γλυκοπρωτεΐνης. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί προσαρμόζοντας ...
Σιρόλιμους
Τακρόλιμους
Η φλουκοναζόλη μπορεί να αυξήσει τις συγκεντρώσεις του από του στόματος χορηγούμενου τακρόλιμους στον ορό έως 5 φορές λόγω της αναστολής του μεταβολισμού του μέσω του CYP3A4 στο έντερο. Δεν προκλήθηκαν ...
Τακρόλιμους
Θεοφυλλίνη
Σε ελεγχόμενη μελέτη αλληλεπίδρασης με εικονικό φάρμακο (placebo), η χορήγηση της φλουκοναζόλης σε δόση 200 mg επί 14 ημέρες προκάλεσε μείωση κατά 18% της μέσης τιμής κάθαρσης της θεοφυλλίνης από το πλάσμα. ...
Θεοφυλλίνη
Τοφασιτινίμπη
Η έκθεση στην τοφασιτινίμπη αυξάνεται όταν η τοφασιτινίμπη συγχορηγείται με φάρμακα που προκαλούν αφενός μέτρια αναστολή του CYP3A4 και αφετέρου ισχυρή αναστολή του CYP2C19 (π.χ. φλουκοναζόλη). Συνεπώς, ...
Τοφασιτινίμπη
Βιταμίνη Α
Βάσει μιας αναφοράς περιστατικού σε έναν ασθενή που έλαβε συνδυασμένη θεραπεία με all-trans ρετινοϊκό οξύ (μία όξινη μορφή της βιταμίνης Α) και φλουκοναζόλη, παρουσιάστηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες από το ...
Βιταμίνη Α
Βορικοναζόλη
Η συγχορήγηση από του στόματος βορικοναζόλης (αναστολέας των CYP2C9, CYP2C19 και CYP3A4), (400 mg κάθε 12 ώρες την πρώτη ημέρα, στη συνέχεια 200 mg κάθε 12 ώρες για 2,5 ημέρες) και από του στόματος φλουκοναζόλης ...
Βορικοναζόλη
Ζιδοβουδίνη
Η φλουκοναζόλη αυξάνει τη C<sub>max</sub> και την AUC της ζιδοβουδίνης κατά 84% και 74%, αντίστοιχα, λόγω μείωσης της από του στόματος κάθαρσης της ζιδοβουδίνης κατά 45% περίπου. Η ημιπερίοδος ζωής της ...
Ζιδοβουδίνη
Παράταση του διαστήματος QT, κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (torsades de pointes)
Ορισμένες αζόλες, συμπεριλαμβανομένης της φλουκοναζόλης, έχουν συσχετισθεί με παράταση του διαστήματος QT στο ηλεκτροκαρδιογράφημα. Η φλουκοναζόλη προκαλεί παράταση του διαστήματος QT μέσω αναστολής του ...
τουλάχιστον ένα από
Επιμήκυνση του μεσοδιαστήματος QT
Φάρμακα που παρατείνουν το διάστημα QT
Torsades de pointe επαγόμενη από φάρμακο
-
Long QT syndrome caused by drug (disorder)
Επινεφριδιακή ανεπάρκεια
Η κετοκοναζόλη είναι γνωστό ότι προκαλεί επινεφριδιακή ανεπάρκεια και αυτό το ενδεχόμενο, παρότι είναι σπάνιο, θα μπορούσε να ισχύει και στην περίπτωση της φλουκοναζόλης.
Επαγόμενη από φάρμακα ανεπάρκεια του φλοιού των επινεφριδίων
Σύνδρομο Stevens- Johnson, τοξική επιδερμική νεκρόλυση, εξάνθημα, πολύμορφο ερύθημα
Σπάνια, ασθενείς έχουν εμφανίσει αποφολιδωτικές δερματικές αντιδράσεις, όπως σύνδρομο Stevens-Johnson και τοξική επιδερμική νεκρόλυση, κατά τη διάρκεια θεραπείας με φλουκοναζόλη. Ασθενείς που πάσχουν από ...
τουλάχιστον ένα από
Σύνδρομο Stevens-Johnson επαγόμενο από φάρμακο
Τοξική επιδερμική νεκρόλυση επαγόμενη από φάρμακο
Εξάνθημα επαγόμενο από φάρμακο
Πολύμορφο ερύθημα επαγόμενο από φάρμακο
Κύηση
Μια μελέτη παρατήρησης έχει υποδείξει έναν αυξημένο κίνδυνο αυτόματης αποβολής σε γυναίκες που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με φλουκοναζόλη κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου. Υπάρχουν αναφορές πολλαπλών ...
Χρήση κατά την εγκυμοσύνη
Αυστραλία - Κατηγορία εγκυμοσύνης D -
Φάρμακα που έχουν προκαλέσει, είναι πιθανό ότι έχουν προκαλέσει ή αναμένεται να προκαλέσουν, ανθρώπινες εμβρυϊκές δυσπλασίες ή μη αναστρέψιμη βλάβη σε αυξημένη συχνότητα. Αυτά τα φάρμακα μπορεί επίσης να έχουν ανεπιθύμητες φαρμακολογικές επιδράσεις. Θα πρέπει να συμβουλευτείτε τα συνοδευτικά έγγραφα για περισσότερες λεπτομέρειες.
Η.Π.Α. - Κατηγορία εγκυμοσύνης C -
Μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα έχουν καταδείξει ανεπιθύμητη επίδραση στο έμβρυο και δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε ανθρώπους, αλλά πιθανά οφέλη μπορούν να δικαιολογήσουν τη χρήση του φαρμάκου σε έγκυες γυναίκες παρά τους πιθανούς κινδύνους.
Γαλουχία
Η φλουκοναζόλη περνά στο μητρικό γάλα φθάνοντας σε συγκεντρώσεις παρόμοιες με αυτές στο πλάσμα. Ο θηλασμός μπορεί να συνεχισθεί μετά από μία άπαξ δόση φλουκοναζόλης 150 mg. Ο θηλασμός δε συνιστάται μετά ...
Καρκινογένεση, μεταλλάξεις, στείρωση
Γονιμότητα Η φλουκοναζόλη δεν επηρέασε τη γονιμότητα αρσενικών και θηλυκών αρουραίων.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες για την επίδραση της φλουκοναζόλης στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών. Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται σχετικά με την πιθανότητα ζάλης ή σπασμών κατά ...
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πιο συχνά (>1/10) αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι κεφαλαλγία, κοιλιακό άλγος, διάρροια, ναυτία, έμετος, αμινοτρανσφεράση της αλανίνης αυξημένη, ασπαρτική αμινοτρανσφεράση αυξημένη, αλκαλική ...