Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Θεραπεία του κλινικώς εκδηλωθέντος τετάνου
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών) , έφηβοι (12 ετών - 18 ετών) , ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδομυϊκά – μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών), έφηβοι (12 ετών - 18 ετών), ενήλικες (18 ετών και άνω) – 3.000-6.000 IU εφάπαξ
3.000-6.000 IU εφάπαξ | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδομυϊκά, μεταξύ 3.000 διεθνείς μονάδες αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη και 6.000 διεθνείς μονάδες αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη, ημερησίως, εφάπαξ. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Αρκετές μελέτες υποστηρίζουν την αξία της ανθρώπινης αντιτετανικής ανοσοσφαιρίνης στην αγωγή του κλινικώς εκδηλωθέντος τετάνου με εφ' άπαξ δόσεις των 3.000 έως 6.000 I.U., χορηγούμενες ενδομυϊκώς, σε συνδυασμό με άλλους κατάλληλους κλινικούς χειρισμούς. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η ανθρώπινη αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη πρέπει να χορηγείται με ενδομυϊκή ένεση με βραδύ ρυθμό. Όταν απαιτούνται υψηλές δόσεις (περισσότερο από 2 ml στα παιδιά και περισσότερο από 5 ml στους ενήλικες), συνιστάται να χορηγούνται σε διηρημένες δόσεις και σε διαφορετικά σημεία του σώματος. Όταν απαιτείται ταυτόχρονος εμβολιασμός, η αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη και το αντιτετανικό εμβόλιο πρέπει να χορηγούνται σε διαφορετικά σημεία του σώματος. Εάν η ενδομυϊκή χορήγηση δεν είναι κατάλληλη από κλινική άποψη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά ένα προϊόν που χορηγείται ενδοφλεβίως, σε περίπτωση που αυτό είναι διαθέσιμο. |
Προφύλαξη από τέτανο μετά από τραυματισμό
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο έφηβοι (12 ετών - 18 ετών) , ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδομυϊκά – μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών), έφηβοι (12 ετών - 18 ετών), ενήλικες (18 ετών και άνω) – 250-500 IU εφάπαξ
250-500 IU εφάπαξ | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδομυϊκά, μεταξύ 250 διεθνείς μονάδες αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη και 500 διεθνείς μονάδες αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη, ημερησίως, εφάπαξ. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Καθαρά – ελαφρά τραύματα: Δεν συνιστάται να χορηγείται επανεμβολιασμός ή αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη σε ασθενείς που έλαβαν την τελευταία αναμνηστική δόση τα προηγούμενα 10 χρόνια και των οποίων ο πρότερος αντιτετανικός εμβολιασμός ήταν ολοκληρωμένος. Συνιστάται να εμβολιάζονται οι ασθενείς που δεν έλαβαν την τελευταία αναμνηστική δόση τα προηγούμενα 10 χρόνια και των οποίων ο πρότερος αντιτετανικός εμβολιασμός ήταν ατελής ή άγνωστος. Η χορήγηση αντιτετανικής ανοσοσφαιρίνης δεν είναι απαραίτητη. Ακάθαρτα – σοβαρά τραύματα: Δεν είναι απαραίτητο να χορηγείται επανεμβολιασμός σε ασθενείς που έλαβαν την τελευταία αναμνηστική δόση τα προηγούμενα 5 χρόνια και των οποίων ο πρότερος αντιτετανικός εμβολιασμός ήταν ολοκληρωμένος. Παρ' όλα αυτά, εάν έχουν περάσει περισσότερα από 5 χρόνια από την τελευταία αναμνηστική δόση, ο ασθενής θα πρέπει να εμβολιάζεται. Και στις δύο περιπτώσεις, η χορήγηση αντιτετανικής ανοσοσφαιρίνης δεν είναι απαραίτητη. Είναι απαραίτητο να χορηγείται η δόση του εμβολιασμού μαζί με την αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη σε ασθενείς των οποίων ο πρότερος αντιτετανικός εμβολιασμός ήταν ατελής ή άγνωστος. Η ίδια δόση πρέπει να χορηγείται τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά. Προφύλαξη από τέτανο μετά από τραυματισμόΗ συνιστώμενη δόση είναι 250 I.U., χορηγούμενη με ενδομυϊκή ένεση. Σε περίπτωση που ο κίνδυνος μόλυνσης από τέτανο είναι μεγάλος, μπορεί να χορηγηθεί μεγαλύτερη δόση. Η συνιστώμενη δόση θα πρέπει να διπλασιάζεται, δηλαδή να χορηγούνται 500 I.U., στις παρακάτω περιπτώσεις:
|
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η ανθρώπινη αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη πρέπει να χορηγείται με ενδομυϊκή ένεση με βραδύ ρυθμό. Όταν απαιτούνται υψηλές δόσεις (περισσότερο από 2 ml στα παιδιά και περισσότερο από 5 ml στους ενήλικες), συνιστάται να χορηγούνται σε διηρημένες δόσεις και σε διαφορετικά σημεία του σώματος. Όταν απαιτείται ταυτόχρονος εμβολιασμός, η αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη και το αντιτετανικό εμβόλιο πρέπει να χορηγούνται σε διαφορετικά σημεία του σώματος. |
Αντενδείξεις
Η δραστική ουσία Αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Υπερευαισθησία στις ανοσοσφαιρίνες ανθρώπινης προέλευσης
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας