Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Ασπαρτική ινσουλίνη ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Σακχαρώδης διαβήτης
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών) , έφηβοι (12 ετών - 18 ετών) , ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Υποδόρια – όλες οι ηλικίες – 0,5-1,0 IU/kg σε 3 διηρημένες δόσεις ημερησίως
0,5-1,0 IU/kg σε 3 διηρημένες δόσεις ημερησίως | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 0,5 - 1 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δοσολογικό σχήμα | Από 0,167 έως 0,333 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους 3 φορές την μέρα καθημερινά |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η δραστικότητα των αναλόγων ινσουλίνης, συμπεριλαμβανομένης της ασπαρτικής ινσουλίνης, εκφράζεται σε μονάδες, ενώ η δραστικότητα των ανθρώπινων ινσουλινών εκφράζεται σε διεθνείς μονάδες. Η δόση της ασπαρτικής ινσουλίνης είναι εξατομικευμένη και καθορίζεται αναλόγως των αναγκών του ασθενή. Συνήθως, πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με μέσης ή μακράς δράσης ινσουλίνη. Επιπλέον, η ασπαρτική ινσουλίνη μπορούν να χρησιμοποιηθεί για συνεχή υποδόρια έγχυση ινσουλίνης (CSII) σε συστήματα αντλίας. Η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί εάν εφαρμόζεται ενδοφλέβια χορήγηση της ασπαρτικής ινσουλίνης από ιατρούς ή άλλο υγειονομικό προσωπικό. Για να επιτευχθεί ο βέλτιστος γλυκαιμικός έλεγχος συνιστώνται η παρακολούθηση της γλυκόζης του αίματος και η τιτλοποίηση της δόσης της ινσουλίνης. Οι εξατομικευμένες ανάγκες για ινσουλίνη σε ενήλικες και παιδιά συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 0,5 και 1,0 μονάδας/kg/ημέρα. Στο σχήμα basal bolus ποσοστό 50-70% αυτών των αναγκών μπορεί να καλυφθεί με τη χορήγηση της ασπαρτικής ινσουλίνης και το υπόλοιπο ποσοστό να καλυφθεί μέσω μίας ινσουλίνης μέσης ή μακράς διάρκειας δράσης. Η προσαρμογή της δόσης μπορεί να είναι αναγκαία εάν οι ασθενείς αυξήσουν τη φυσική τους δραστηριότητα, αλλάξουν το συνηθισμένο τους διαιτολόγιο ή κατά την διάρκεια ταυτόχρονης ασθένειας. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η ασπαρτική ινσουλίνη χορηγείται υποδορίως με ένεση στο κοιλιακό τοίχωμα, τους μηρούς, το άνω μέρος του βραχίονα, την περιοχή του δελτοειδούς μυός ή στην περιοχή των γλουτών. Τα σημεία των ενέσεων πρέπει πάντα να εναλλάσσονται εντός της ίδιας περιοχής, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος λιποδυστροφίας. Η υποδόρια ένεση εντός του κοιλιακού τοιχώματος εξασφαλίζει ταχύτερη απορρόφηση από ότι σε άλλα σημεία ενέσεων. Σε σύγκριση με τη διαλυτή ανθρώπινη ινσουλίνη, η ταχύτερη έναρξη της δράσης συντηρείται ασχέτως του σημείου ενέσεως. Η διάρκεια της δράσης ποικίλει αναλόγως της δόσης, της θέσης ένεσης, της ροής του αίματος, της θερμοκρασίας και του επιπέδου της φυσικής δραστηριότητας. Εξαιτίας της ταχύτερης έναρξης δράσης, η ασπαρτική ινσουλίνη πρέπει γενικά να δίνεται αμέσως πριν το γεύμα. Εάν κριθεί απαραίτητο η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί να δοθεί το συντομότερο δυνατόν μετά από το γεύμα. |
Ενδοφλέβια – όλες οι ηλικίες – 0,5-1,0 IU/kg
0,5-1,0 IU/kg | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 0,5 - 1 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δοσολογικό σχήμα | Από 0,5 έως 1 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους μία φορά καθημερινά |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η δραστικότητα των αναλόγων ινσουλίνης, συμπεριλαμβανομένης της ασπαρτικής ινσουλίνης, εκφράζεται σε μονάδες, ενώ η δραστικότητα των ανθρώπινων ινσουλινών εκφράζεται σε διεθνείς μονάδες. Η δόση της ασπαρτικής ινσουλίνης είναι εξατομικευμένη και καθορίζεται αναλόγως των αναγκών του ασθενή. Συνήθως, πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με μέσης ή μακράς δράσης ινσουλίνη. Επιπλέον, η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για συνεχή υποδόρια έγχυση ινσουλίνης (CSII) σε συστήματα αντλίας. Η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί εάν εφαρμόζεται ενδοφλέβια χορήγηση της ασπαρτικής ινσουλίνης από ιατρούς ή άλλο υγειονομικό προσωπικό. Για να επιτευχθεί ο βέλτιστος γλυκαιμικός έλεγχος συνιστώνται η παρακολούθηση της γλυκόζης του αίματος και η τιτλοποίηση της δόσης της ινσουλίνης. Οι εξατομικευμένες ανάγκες για ινσουλίνη σε ενήλικες και παιδιά συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 0,5 και 1,0 μονάδας/kg/ημέρα. Στο σχήμα basal bolus ποσοστό 50-70% αυτών των αναγκών μπορεί να καλυφθεί με τη χορήγηση της ασπαρτικής ινσουλίνης και το υπόλοιπο ποσοστό να καλυφθεί μέσω μίας ινσουλίνης μέσης ή μακράς διάρκειας δράσης. Η προσαρμογή της δόσης μπορεί να είναι αναγκαία εάν οι ασθενείς αυξήσουν τη φυσική τους δραστηριότητα, αλλάξουν το συνηθισμένο τους διαιτολόγιο ή κατά την διάρκεια ταυτόχρονης ασθένειας. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Εάν κριθεί αναγκαίο, η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλεβίως όμως η χορήγηση πρέπει να πραγματοποιείται από ιατρούς ή άλλο υγειονομικό προσωπικό. Τα συστήματα έγχυσης για ενδοφλέβια χρήση, που περιέχουν ασπαρτική ινσουλίνη 100 μονάδες/ml σε συγκεντρώσεις από 0,05 μονάδες/ml έως 1,0 μονάδα/ml ινσουλίνης aspart μέσα στα υγρά έγχυσης 0,9% χλωριούχου νατρίου, 5% γλυκόζης ή 10% γλυκόζης, που συμπεριλαμβάνουν 40 mmol/l χλωριούχου καλίου και χρησιμοποιούν συσκευασίες ορού από πολυπροπυλένιο, είναι σταθερά σε θερμοκρασία δωματίου για 24 ώρες. Αν και υπάρχει σταθερότητα στο πέρας του χρόνου, μία ορισμένη ποσότητα ινσουλίνης θα προσροφηθεί στο υλικό της συσκευασίας του ορού. Η παρακολούθηση της γλυκόζης του αίματος είναι αναγκαία κατά την διάρκεια της έγχυσης της ινσουλίνης. |
Υποδόρια – όλες οι ηλικίες – 0,5-1,0 IU/kg
0,5-1,0 IU/kg | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 0,5 - 1 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δοσολογικό σχήμα | Από 0,5 έως 1 [iU] ανά κιλό σωματικού βάρους μία φορά καθημερινά |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η δραστικότητα των αναλόγων ινσουλίνης, συμπεριλαμβανομένης της ασπαρτικής ινσουλίνης, εκφράζεται σε μονάδες, ενώ η δραστικότητα των ανθρώπινων ινσουλινών εκφράζεται σε διεθνείς μονάδες. Η δόση της ασπαρτικής ινσουλίνης είναι εξατομικευμένη και καθορίζεται αναλόγως των αναγκών του ασθενή. Συνήθως, πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με μέσης ή μακράς δράσης ινσουλίνη. Επιπλέον, η ασπαρτική ινσουλίνη μπορούν να χρησιμοποιηθεί για συνεχή υποδόρια έγχυση ινσουλίνης (CSII) σε συστήματα αντλίας. Η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί εάν εφαρμόζεται ενδοφλέβια χορήγηση της ασπαρτικής ινσουλίνης από ιατρούς ή άλλο υγειονομικό προσωπικό. Για να επιτευχθεί ο βέλτιστος γλυκαιμικός έλεγχος συνιστώνται η παρακολούθηση της γλυκόζης του αίματος και η τιτλοποίηση της δόσης της ινσουλίνης. Οι εξατομικευμένες ανάγκες για ινσουλίνη σε ενήλικες και παιδιά συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 0,5 και 1,0 μονάδας/kg/ημέρα. Στο σχήμα basal bolus ποσοστό 50-70% αυτών των αναγκών μπορεί να καλυφθεί με τη χορήγηση της ασπαρτικής ινσουλίνης και το υπόλοιπο ποσοστό να καλυφθεί μέσω μίας ινσουλίνης μέσης ή μακράς διάρκειας δράσης. Η προσαρμογή της δόσης μπορεί να είναι αναγκαία εάν οι ασθενείς αυξήσουν τη φυσική τους δραστηριότητα, αλλάξουν το συνηθισμένο τους διαιτολόγιο ή κατά την διάρκεια ταυτόχρονης ασθένειας. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η ασπαρτική ινσουλίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για CSII σε συστήματα αντλίας κατάλληλα για έγχυση ινσουλίνης. Η CSII πρέπει να γίνεται στο κοιλιακό τοίχωμα. Τα σημεία των εγχύσεων πρέπει να εναλλάσσονται. Η ασπαρτική ινσουλίνη δεν πρέπει να αναμιγνύεται με οποιαδήποτε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα ινσουλίνης όταν χρησιμοποιείται σε αντλία έγχυσης ινσουλίνης. Ασθενείς οι οποίοι χρησιμοποιούν CSII πρέπει να εκπαιδευτούν πλήρως στη χρήση του συστήματος αντλίας και να χρησιμοποιούν την κατάλληλη δεξαμενή και τον κατάλληλο καθετήρα για την αντλία. Το σετ έγχυσης (καθετήρας και κάνουλα) πρέπει να αλλάζει σύμφωνα με τις οδηγίες στις πληροφορίες για το προϊόν οι οποίες παρέχονται με το σετ έγχυσης. Ασθενείς στους οποίους χορηγείται η ασπαρτική ινσουλίνη μέσω CSII πρέπει να διαθέτουν μια εφεδρική μέθοδο χορήγησης ινσουλίνης σε περίπτωση βλάβης του συστήματος αντλίας. |