Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Λουρασιδόνη
εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Φαρμακευτικά προϊόντα που είναι γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QT
Συνιστάται προσοχή όταν συνταγογραφείται η λουρασιδόνη με φαρμακευτικά προϊόντα που είναι γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QT, π.χ. αντιαρρυθμικά κατηγορίας ΙΑ (π.χ. κινιδίνη, δισοπυραμίδη) και αντιαρρυθμικά ...
Φάρμακα που παρατείνουν το διάστημα QT
Κεντρικώς δρώντα φαρμακευτικά προϊόντα, οινόπνευμα
Λαμβάνοντας υπόψη τις πρωτεύουσες επιδράσεις της λουρασιδόνης στο κεντρικό νευρικό σύστημα, η λουρασιδόνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε συνδυασμό με άλλα κεντρικώς δρώντα φαρμακευτικά προϊόντα ...
τουλάχιστον ένα από
Κατασταλτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος
Αλκοολούχα σκευάσματα (ποτά)
Υποστρώματα BCRP
Η λουρασιδόνη είναι ένας in vitro αναστολέας του μεταφορέα απομάκρυνσης φαρμάκων BCRP και η κλινική σημασία της εντερικής αναστολής του BCRP δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Ταυτόχρονη χορήγηση των υποστρωμάτων ...
Υποστρώματα της πρωτεΐνης που ανθίσταται στον καρκίνο του μαστού (Breast Cancer Resistance Protein - BCRP/ABCG2)
Υποστρώματα του CYP3A4
Η συγχορήγηση της λουρασιδόνης με μιδαζολάμη, ένα ευαίσθητο υπόστρωμα του CYP3A4, είχε ως αποτέλεσμα αύξηση της έκθεσης στη μιδαζολάμη λιγότερο από 1,5 φορά. Συνιστάται παρακολούθηση όταν η λουρασιδόνη ...
Υποστρώματα CYP3A4
Αναστολείς P-gp, αναστολείς BCRP
Η λουρασιδόνη είναι υπόστρωμα της P-gp και BCRP in vitro και η in vivo σημασία αυτού είναι ασαφής. Η συγχορήγηση της λουρασιδόνης με αναστολείς P-gp και BCRP μπορεί να αυξήσει την έκθεση στη λουρασιδόνη. ...
τουλάχιστον ένα από
Αναστολείς P-γλυκοπρωτεϊνών
Αναστολείς της πρωτεΐνης που ανθίσταται στον καρκίνο του μαστού (Breast Cancer Resistance Protein - BCRP/ABCG2)
Υποστρώματα της P-gp
Η συγχορήγηση λουρασιδόνης με διγοξίνη (ένα υπόστρωμα της P-gp) δεν αύξησε την έκθεση στη διγοξίνη και αύξησε μόνο ελαφρά τη C<sub>max</sub> (κατά 1,3 φορές) και επομένως, θεωρείται ότι η λουρασιδόνη μπορεί ...
Υποστρώματα P-γλυκοπρωτεϊνών
Μέτριοι αναστολείς του CYP3A4
Συνιστάται δόση έναρξης 18,5 mg και η μέγιστη δόση της λουρασιδόνης δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 74 mg μία φορά ημερησίως σε συνδυασμό με μέτριους αναστολείς του CYP3A4. Η συγχορήγηση λουρασιδόνης με φαρμακευτικά ...
Μέτριοι αναστολείς του CYP3A4
Ήπιοι και μέτριοι επαγωγείς του CYP3A4
Η συγχορήγηση λουρασιδόνης με ήπιους (π.χ. αρμοδαφινίλη, αμπρεναβίρη, απρεπιτάντη, πρεδνιζόνη, ρουφιναμίδη) ή μέτριους (π.χ. μποσεντάνη, εφαβιρένζη, ετραβιρίνη, μοδαφινίλη, ναφκιλλίνη) επαγωγείς του CYP3A4 ...
τουλάχιστον ένα από
Απροσδιόριστης δραστικότητας CYP3A4 επαγωγείς
Επαγωγείς CYP3A4 και συγχρόνως όχι Ισχυροί επαγωγείς του CYP3A4
Μέτρια και σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με μέτρια (Κάθαρση Κρεατινίνης (CrCl) ≥30 και <50 ml/min), σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (CrCL >15 και <30 ml/min) και ασθενείς με Νεφρική Νόσο Τελικού Σταδίου (ESRD) (CrCl <15 ml/min), η συνιστώμενη ...
τουλάχιστον ένα από
Νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 3β (GFR:30-44 mL/min/1.73 m2)
Νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 4 (GFR:15-29 mL/min/1.73 m2)
Νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 5 (GFR <15 mL/min/1.73 m2 ή αιμοκάθαρση)
Μέτρια (Βαθμού Β κατά Child-Pugh) και σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (Βαθμού C κατά Child-Pugh)
Προσαρμογή της δόσης συνιστάται σε ασθενείς με μέτρια (Βαθμού Β κατά Child-Pugh) και σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (Βαθμού C κατά Child-Pugh). Η συνιστώμενη δόση έναρξης είναι 18,5 mg. Η μέγιστη ημερήσια ...
τουλάχιστον ένα από
Ηπατική ανεπάρκεια σταδίου IΙΙ
Ηπατική ανεπάρκεια σταδίου IV
Γονιμότητα
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει έναν αριθμό επιδράσεων στη γονιμότητα, κυρίως σε σχέση με την αύξηση της προλακτίνης, οι οποίες δεν θεωρούνται σχετικές με την ανθρώπινη αναπαραγωγή.
Γονιμότητα
Λίθιο
Η συγχορήγηση λουρασιδόνης με λίθιο έδειξε ότι το λίθιο είχε κλινικά αμελητέες επιδράσεις στη φαρμακοκινητική της λουρασιδόνης, επομένως δεν απαιτείται καμία προσαρμογή της δόσης της λουρασιδόνης, όταν ...
Λίθιο
Βραδυκινησία
Τα φαρμακευτικά προϊόντα με ιδιότητες ανταγωνιστών του υποδοχέα ντοπαμίνης έχουν συσχετιστεί με την εκδήλωση βραδυκινησίας, η οποία χαρακτηρίζεται από ρυθμικές ακούσιες κινήσεις, κυρίως της γλώσσας ή/και ...
Όψιμη δυσκινησία
Νευροληπτικό κακόηθες σύνδρομο (ΝΚΣ)
Το Νευροληπτικό Κακόηθες Σύνδρομο, που χαρακτηρίζεται από υπερθερμία, μυϊκή ακαμψία, αστάθεια του αυτόνομου νευρικού συστήματος, αλλοιωμένο επίπεδο συνείδησης και αυξημένα επίπεδα της κρεατινικής φωσφοκινάσης ...
Κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο
Υπερπρολακτιναιμία
Η λουρασιδόνη αυξάνει τα επίπεδα προλακτίνης εξαιτίας του ανταγωνισμού προς τους υποδοχείς της ντοπαμίνης D<sub>2</sub>. Θα πρέπει να δοθούν συμβουλές στους ασθενείς για ενδείξεις και συμπτώματα αυξημένης ...
Υπερπρολακτιναιμία
Ορθοστατική υπόταση, συγκοπή
Η λουρασιδόνη μπορεί να προκαλέσει ορθοστατική υπόταση, ενδεχομένως εξαιτίας του ανταγωνισμού προς τους α<sub>1</sub>-αδρενεργικούς υποδοχείς. Το ενδεχόμενο παρακολούθησης των ορθοστατικών ζωτικών σημείων ...
τουλάχιστον ένα από
Ορθοστατική υπόταση
Συγκοπή
Φλεβική θρομβοεμβολή
Περιπτώσεις φλεβικής θρομβοεμβολής (ΦΘΕ) έχουν αναφερθεί με αντιψυχωσικά φαρμακευτικά προϊόντα. Ενώ οι ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με αντιψυχωσικά εμφανίζουν συχνά επίκτητους παράγοντες κινδύνου ...
Φλεβική θρομβοεμβολή
Εξωπυραμιδικά συμπτώματα (ΕΠΣ)
Τα φαρμακευτικά προϊόντα με ιδιότητες ανταγωνιστών του υποδοχέα ντοπαμίνης έχουν συσχετιστεί με εξωπυραμιδικές ανεπιθύμητες ενέργειες, που περιλαμβάνουν ακαμψία, τρόμο, ανέκφραστο πρόσωπο που μοιάζει με ...
Εξωπυραμιδικά συμπτώματα
Νόσος του Parkinson
Εάν συνταγογραφηθούν σε ασθενείς με νόσο του Parkinson, τα αντιψυχωσικά φαρμακευτικά προϊόντα μπορεί να επιδεινώσουν τα υποκείμενα συμπτώματα παρκινσονισμού. Οι ιατροί πρέπει επομένως να σταθμίζουν τους ...
Νόσος Parkinson
Υπεργλυκαιμία
Σπάνιες περιπτώσεις ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τη γλυκόζη, π.χ. αύξηση της γλυκόζης αίματος, έχουν αναφερθεί σε κλινικές δοκιμές με λουρασιδόνη. Συνιστάται κατάλληλη κλινική παρακολούθηση ...
Υπεργλυκαιμία
Αύξηση βάρους
Αύξηση του σωματικού βάρους έχει παρατηρηθεί με τη χρήση ατυπικών αντιψυχωσικών. Συνιστάται κλινική παρακολούθηση του βάρους.
Αύξηση βάρους
Επιληπτικοί σπασμοί
Η λουρασιδόνη πρέπει να χρησιμοποιείται προσεκτικά σε ασθενείς με ιστορικό επιληπτικών σπασμών ή άλλων καταστάσεων που δυνητικά μειώνουν την ουδό επιληπτικών σπασμών.
Επιληπτική κρίση
Κύηση
Δεν διατίθενται ή είναι περιορισμένα τα δεδομένα (περιπτώσεις έκβασης εγκυμοσύνης λιγότερες από 300) από την χρήση λουρασιδόνης στις έγκυες γυναίκες. Οι μελέτες σε ζώα είναι ανεπαρκείς όσον αφορά τις επιδράσεις ...
Χρήση κατά την εγκυμοσύνη
Αυστραλία - Κατηγορία εγκυμοσύνης B1 -
Φάρμακα που έχουν ληφθεί μόνο από περιορισμένο αριθμό εγκύων γυναικών και γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, χωρίς αύξηση της συχνότητας δυσπλασίας ή άλλων άμεσων ή έμμεσων επιβλαβών επιπτώσεων στο ανθρώπινο έμβρυο. Μελέτες σε ζώα δεν έχουν καταδείξει αυξημένη εμφάνιση εμβρυϊκής βλάβης.
Η.Π.Α. - Κατηγορία εγκυμοσύνης B -
Μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα δεν κατέδειξαν κίνδυνο για το έμβρυο και δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε έγκυες γυναίκες.
Γαλουχία
Η λουρασιδόνη απεκκρίθηκε στο μητρικό γάλα των αρουραίων κατά τη διάρκεια της γαλουχίας. Δεν είναι γνωστό εάν η λουρασιδόνη ή οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται στο ανθρώπινο γάλα. Το ενδεχόμενο του θηλασμού ...
Καρκινογένεση, μεταλλάξεις, στείρωση
Γονιμότητα Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει έναν αριθμό επιδράσεων στη γονιμότητα, κυρίως σε σχέση με την αύξηση της προλακτίνης, οι οποίες δεν θεωρούνται σχετικές με την ανθρώπινη αναπαραγωγή.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Η λουρασιδόνη έχει μικρή επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων. Οι ασθενείς πρέπει να προσέχουν όταν χειρίζονται επικίνδυνες μηχανές, όπως μηχανοκίνητα και μη οχήματα, έως ότου βεβαιωθούν ...
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σύνοψη του προφίλ ασφάλειας Η ασφάλεια της λουρασιδόνης έχει αξιολογηθεί σε δόσεις μεταξύ 18,5 -148 mg σε κλινικές μελέτες ασθενών με σχιζοφρένεια που υποβάλλονταν σε θεραπεία μέχρι 52 εβδομάδες και μετά ...