Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Φαινυλεφρίνη εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Ατομοξετίνη
Πρέπει να δίδεται προσοχή κατά τη χορήγηση ατομοξετίνης ταυτόχρονα με φαινυλεφρίνη, καθώς υπάρχει πιθανότητα συνεργικών φαρμακολογικών επιδράσεων.
Ατομοξετίνη
Ατροπίνη
Μπορεί να εμφανιστεί σοβαρή υπέρταση μετά τη χρήση φαινυλεφρίνης και ατροπίνης ή άλλων αντιμουσκαρινικών φαρμάκων.
Ατροπίνη
Κλονιδίνη
Τα φάρμακα που έχουν επίδραση στους α1 αδρενοϋποδοχείς θα μπορούσαν να ενισχύσουν (όπως η κλονιδίνη) την αγγειοτασική δράση της φαινυλεφρίνης.
Κλονιδίνη
Δακτυλίτιδα
Η φαινυλεφρίνη μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης αρρυθμιών σε δακτυλιδισμένους ασθενείς.
Digitalis
Δοξαζοσίνη
Τα φάρμακα που έχουν επίδραση στους α1 αδρενοϋποδοχείς θα μπορούσαν να αναστείλουν (όπως η δοξαζοσίνη) την αγγειοτασική δράση της φαινυλεφρίνης.
Δοξαζοσίνη
Αλοθάνιο
Λόγω του αυξημένου κινδύνου μυοκαρδιακής ίνωσης, η φαινυλεφρίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή κατά τη διάρκεια γενικής αναισθησίας με αναισθητικούς παράγοντες, όπως το αλοθάνιο, που ευαισθητοποιούν ...
Αλοθάνη
Λίθιο
Οι επιδράσεις της φαινυλεφρίνης μπορεί να ελαττωθούν ελαφρά σε συγχορήγηση με ανθρακικό λίθιο.
Λίθιο
Κύηση
Δεν έχει εξακριβωθεί η ασφάλειά της κατά την κύηση. Θα πρέπει να χορηγείται κατά την κύηση μόνον όταν ο θεράπων γιατρός το κρίνει αναγκαίο.
Χρήση κατά την εγκυμοσύνη
Η.Π.Α. - Κατηγορία εγκυμοσύνης C - Μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα έχουν καταδείξει ανεπιθύμητη επίδραση στο έμβρυο και δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε ανθρώπους, αλλά πιθανά οφέλη μπορούν να δικαιολογήσουν τη χρήση του φαρμάκου σε έγκυες γυναίκες παρά τους πιθανούς κινδύνους.
Γαλουχία
Δεν έχει εξακριβωθεί η ασφάλειά της κατά τη γαλουχία. Θα πρέπει να χορηγείται κατά τη γαλουχία μόνον όταν ο θεράπων γιατρός το κρίνει αναγκαίο.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Η φαινυλεφρίνη ενδέχεται να προκαλέσει μυδρίαση και προσωρινό θάμβος στην όραση. Όσο διαρκεί η δράση της, μειώνεται η ικανότητα οδήγησης οχημάτων ή χειρισμού μηχανημάτων.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η ενστάλαξη φαινυλεφρίνης μπορεί σπάνια να προκαλέσει ωχρότητα ή αντίθετα έξαψη, τρόμο άκρων, εφίδρωση, εξάντληση, υπερτασική κρίση και ταχυκαρδία. Τα συμπτώματα αυτά είναι δοσοεξαρτώμενα και ανάλογα με ...