Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Ρεμιφαιντανύλη ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Γενική αναισθησία
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών) , έφηβοι (12 ετών - 18 ετών) , ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοφλέβια – μόνο έφηβοι (12 ετών - 18 ετών), ενήλικες (18 ετών - 65 ετών) – 1 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" και μετέπειτα 0,5-1 μg/kg, ή 0,5-1 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,25-0,4 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικου παράγοντα
1 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" και μετέπειτα 0,5-1 μg/kg, ή 0,5-1 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,25-0,4 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικου παράγοντα | |||||||||||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Χορήγηση | Σχήμα A: Ενδοφλέβια, 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ. Σχήμα B: Ενδοφλέβια, μεταξύ 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη και 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη, μία φορά κάθε λεπτό. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,25 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη και 0,4 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη, μία φορά κάθε λεπτό. |
||||||||||||||||||||||||||
Λεπτομερής περιγραφή |
Ο πίνακας 1 συνοψίζει την αρχική δόση ένεσης, το ρυθμό έγχυσης και το δοσολογικό σχήμα. Πίνακας 1. Δοσολογικές οδηγίες για ενήλικες:
Όταν η ρεμιφαιντανύλη χορηγείται με βραδεία ενδοφλέβια ένεση θα πρέπει να χορηγείται σε χρόνο ίσο ή μεγαλύτερο των 30 δευτερολέπτων. Με τις παραπάνω συνιστώμενες δόσεις, η ρεμιφαιντανύλη μειώνει σημαντικά την ποσότητα του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για τη διατήρηση της αναισθησίας. Επομένως το ισοφλουράνιο και η προποφόλη πρέπει να χορηγούνται στις παραπάνω συνιστώμενες δόσεις ώστε να αποφεύγεται αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία (βλέπε Συγχορήγηση άλλων φαρμάκων). Δεν υπάρχουν δεδομένα για να στοιχειοθετήσουν δοσολογικές συστάσεις σχετικά με την ταυτόχρονη χορήγηση άλλων υπνωτικών εκτός αυτών που αναφέρονται στον Πίνακα 1 με ρεμιφαιντανύλη. Εισαγωγή αναισθησίαςΗ ρεμιφαιντανύλη θα πρέπει να χορηγείται με την συνιστώμενη δόση ενός υπνωτικού παράγοντα, όπως προποφόλη, θειοπεντάλη, ή ισοφλουράνιο για την εισαγωγή αναισθησίας. Η ρεμιφαιντανύλη είναι δυνατόν να χορηγηθεί με έγχυση σε δόση 0,5-1μg/kg/min με ή χωρίς αρχική βραδεία ενδοφλέβια ένεση 1 μg/kg χορηγουμένης για διάστημα όχι μικρότερο από 30 δευτερόλεπτα. Αν η ενδοτραχειακή διασωλήνωση γίνει μετά χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 8-10 λεπτά μετά την έναρξη της ενδοφλέβιας έγχυσης ρεμιφαιντανύλης, τότε η εφ΄άπαξ (bolus) ένεση δεν είναι απαραίτητη. Διατήρηση της αναισθησίας σε ασθενείς με υποστηριζόμενη αναπνοήΜετά από ενδοτραχειακή διασωλήνωση, ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης πρέπει να μειώνεται, σύμφωνα με την τεχνική της αναισθησίας, όπως ενδείκνυται στον Πίνακα 1. Λόγω της ταχείας έναρξης και μικρής διάρκειας δράσης της ρεμιφαιντανύλης, το σχήμα χορήγησης κατά την διάρκεια της αναισθησίας μπορεί να τιτλοποιηθεί προς τα πάνω με ποσοστά αύξησης 25% - 100% ή προς τα κάτω με ποσοστά μείωσης 25% - 50%, κάθε 2-5 λεπτά ώστε να φθάσει την επιθυμητή στάθμη ανταπόκρισης του μ-οπιοειδούς. Για ανταπόκριση σε ελαφρά αναισθησία, είναι δυνατόν να χορηγηθούν συμπληρωματικά βραδέως εφ΄άπαξ (bolus) ενέσεις κάθε 2-5 λεπτά. Ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή με διασφαλισμένο αεραγωγό (π.χ. αναισθησία με λαρυγγική μάσκα)Σε ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή με διασφαλισμένο αεραγωγό είναι δυνατό να συμβεί αναπνευστική καταστολή. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή για να προσαρμοστεί η δόση στις ανάγκες του ασθενή και πιθανό να απαιτηθεί μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Ο συνιστώμενος ρυθμός έναρξης συμπληρωματικής αναλγησίας σε ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή είναι 0,04 μg/kg/min με ρύθμιση για να επιτευχθεί αποτέλεσμα. Έχει μελετηθεί διακύμανση του ρυθμού έγχυσης από 0,025 έως 0,1 μg/kg/min. Εφ' άπαξ ενδοφλέβια ένεση (bolus) δεν συνιστάται σε ασθενείς υπό αναισθησία με αυτόματη αναπνοή. Η ρεμιφαιντανύλη δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως αναλγητικό σε διαδικασίες όπου οι ασθενείς διατηρούν τις αισθήσεις τους ή δεν λαμβάνουν κάποια υποστήριξη των αεραγωγών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Συγχορήγηση φαρμάκωνΗ ρεμιφαιντανύλη μειώνει την ποσότητα ή τις δόσεις των εισπνεόμενων αναισθητικών υπνωτικών και βενζοδιαζεπινών που απαιτούνται για την αναισθησία. Οι δόσεις των παρακάτω φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στην αναισθησία: ισοφλουράνιο, θειοπεντόνη, προποφόλη και τεμαζεπάμη έχουν μειωθεί μέχρι και 75% όταν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα με τη ρεμιφαιντανύλη. Οδηγίες για διακοπή/συνέχιση στην άμεση μετεγχειρητική περίοδοΛόγω της πολύ γρήγορης παρέλευσης της ρεμιφαιντανύλης, 5-10 λεπτά μετά από τη διακοπή χορήγησης δεν παρατηρείται υπολειπόμενη δράση οπιοειδούς. Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργικές επεμβάσεις και αναμένεται μετεγχειρητικός πόνος, θα πρέπει να χορηγούνται αναλγητικά πριν τη διακοπή της ρεμιφαιντανύλης. Πρέπει να αφήνεται επαρκής χρόνος ώστε το μακρύτερης δράσης αναλγητικό να φθάσει το μέγιστο του αποτελέσματος. Η επιλογή του αναλγητικού θα πρέπει να είναι κατάλληλη ως προς τo είδος της χειρουργικής επέμβασης του ασθενούς και το επίπεδο της μετεγχειρητικής φροντίδας. Στην περίπτωση που πριν το τέλος της επέμβασης δεν έχει εγκατασταθεί μακρότερης δράσης αναλγησία η ρεμιφαιντανύλη μπορεί να χρειασθεί να συνεχιστεί κατά την άμεση μετεγχειρητική περίοδο, μέχρις ότου η μακράς διάρκειας αναλγησία φθάσει στο μέγιστο της δράσης της. Οδηγίες για την χορήγηση σε ασθενείς υπό μηχανικό αερισμό σε μονάδες εντατικής θεραπείας δίδονται στην παρούσα παράγραφο Χρήση σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Σε ασθενείς με αυτόματη αναπνοή, ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης πρέπει αρχικά να μειώνεται στο 0,1 μg/kg/min. Ακολούθως, μπορεί ν' αυξάνεται ή να μειώνεται όχι περισσότερο από 0,025 μg/kg/min κάθε πέντε λεπτά, για να εξισορροπείται το επίπεδο της αναλγησίας και του αναπνευστικού ρυθμού του ασθενή. Η ρεμιφαιντανύλη πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο όταν υπάρχει πλήρως εξοπλισμένο χειρουργείο για την παρακολούθηση και υποστήριξη της αναπνευστικής και της καρδιαγγειακής λειτουργίας, κάτω από την επίβλεψη ατόμων ειδικά εκπαιδευμένων στη διαπίστωση και αντιμετώπιση των αναπνευστικών αντιδράσεων των ισχυρών οπιοειδών. Η χρήση ενδοφλέβιας (bolus) ένεσης ρεμιφαιντανύλης για θεραπεία του πόνου κατά τη μετεγχειρητική περίοδο, δεν συνιστάται σε ασθενείς που έχουν αυτόματη αναπνοή. Χορήγηση με έγχυση προκαθορισμένου στόχου (TCI)Επαγωγή και διατήρηση της αναισθησίας σε διασωληνωμένους ασθενείς: Η χορήγηση ρεμιφαιντανύλης με TCI θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με ένα ενδοφλέβιο ή εισπνεόμενο υπνωτικό φάρμακο κατά τη διάρκεια της εισαγωγής και της διατήρησης της αναισθησίας σε διασωληνωμένους ενήλικες ασθενείς (βλέπε Πίνακα 1). Σε συνδυασμό με αυτούς τους παράγοντες, επαρκής αναλγησία για την εισαγωγή στην αναισθησία και χειρουργική επέμβαση είναι δυνατόν γενικά να επιτευχθεί με συγκεντρώσεις στόχο της ρεμιφαιντανύλης στο αίμα που κυμαίνονται από 3 έως 8 ng/ml. Η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης πρέπει να ρυθμισθεί ανάλογα με την απόκριση κάθε ασθενή. Για ιδιαίτερα απαιτητικές χειρουργικές επεμβάσεις μπορεί να απαιτούνται συγκεντρώσεις στόχος στο αίμα μέχρι 15 ng/ml. Στις παραπάνω προτεινόμενες δόσεις η ρεμιφαιντανύλη μειώνει σημαντικά το ποσό του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για την διατήρηση της αναισθησίας. Επομένως το ισοφλουράνιο και η προποφόλη πρέπει να χορηγούνται όπως προτείνεται παραπάνω για να αποφεύγεται αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία (βλέπε Πίνακα και Συγχορήγηση άλλων φαρμάκων). Επειδή δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI σε αναισθησία με αυτόματη αναπνοή δεν συνιστάται. Οδηγίες για τη διακοπή/συνέχιση στην άμεση μετεγχειρητική περίοδοΣτο τέλος της χειρουργικής επέμβασης όταν η έγχυση TCI διακόπτεται, ή η συγκέντρωση στόχος μειώνεται, η αυτόματη αναπνοή είναι πιθανό να επιστρέφει σε υπολογισμένες συγκεντρώσεις ρεμιφαιντανύλης στη περιοχή του 1 έως 2 ng/ml. Όπως με τη συμβατικώς ελεγχόμενη έγχυση, η μετεγχειρητική αναλγησία θα πρέπει να εγκαθίσταται πριν από το τέλος της επέμβασης, με μεγαλύτερης διάρκειας αναλγητικά. Καθώς δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI στην αντιμετώπιση της μετεγχειρητικής αναλγησίας δεν συνιστάται. |
Ενδοφλέβια – μόνο παιδιά (1 έτους - 12 ετών) – 1 μg/kg εφάπαξ ή 0,25 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,05-1,3 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικού παράγοντα
1 μg/kg εφάπαξ ή 0,25 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,05-1,3 μg/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικού παράγοντα | |||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Χορήγηση | Σχήμα A: Ενδοφλέβια, 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,05 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 1,3 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. Σχήμα B: Ενδοφλέβια, 0,25 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,05 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 1,3 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. |
||||||||||||||||||
Λεπτομερής περιγραφή |
Παιδιά ηλικίας 1 έως 12 ετώνΗ συγχορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με έναν ενδοφλέβιο αναισθητικό παράγοντα για εισαγωγή στην αναισθησία δεν έχει μελετηθεί λεπτομερώς και επομένως δεν συνιστάται. Η χορήγηση ρεμιφαιντανύλης με TCI δεν έχει μελετηθεί σε παιδιατρικούς ασθενείς και επομένως η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI δεν συνιστάται σε αυτούς τους ασθενείς. Οι ακόλουθες δόσεις ρεμιφαιντανύλης προτείνονται για την διατήρηση αναισθησίας. Πίνακας 1. Δοσολογικές οδηγίες για παιδιά:
* συγχορήγηση με πρωτοξείδιο του αζώτου/οξυγόνου σε αναλογία 2:1 Προκειμένου για εφ' άπαξ ένεση η ρεμιφαιντανύλη θα πρέπει να χορηγείται σε διάστημα όχι μικρότερο των 30 δευτερολέπτων. Η χειρουργική επέμβαση δεν θα πρέπει να αρχίζει πριν από την παρέλευση τουλάχιστον 5 λεπτών από την έναρξη της έγχυσης εφόσον δεν έχει προηγηθεί δόση εφόδου. Για αποκλειστική χορήγηση πρωτοξειδίου του αζώτου (70%) με ρεμιφαιντανύλη ο τυπικός ρυθμός διατήρησης πρέπει να είναι μεταξύ 0,4-3 μg/kg/min και παρότι δεν έχει μελετηθεί ειδικά, στοιχεία από ενήλικες υποδεικνύουν ότι η κατάλληλη αρχική δόση είναι 0,4 μg/kg/min. Τα παιδιά πρέπει να παρακολουθούνται στενά και η δόση οφείλει να προσαρμόζεται ανάλογα με το βάθος της αναισθησίας που απαιτείται για την συγκεκριμένη επέμβαση. Συγχορήγηση άλλων φαρμάκωνΣτις συνιστώμενες δόσεις που αναφέρθηκαν προηγουμένως, η ρεμιφαιντανύλη μειώνει δραστικά την ποσότητα του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για την διατήρηση της αναισθησίας. Συνεπώς, το ισοφλουράνιο, το αλοθάνιο και το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγούνται σύμφωνα με τις οδηγίες του πίνακα, προκειμένου να αποφευχθεί αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία. Δεν υπάρχουν δεδομένα για να στοιχειοθετήσουν δοσολογικές συστάσεις σχετικά με ταυτόχρονη χορήγηση άλλων υπνωτικών εκτος αυτών που αναφέρονται στον πίνακα με ρεμιφαιντανύλη. Οδηγίες για την αντιμετώπιση ασθενών κατά τη διάρκεια της άμεσης μετεγχειρητικής περιόδου/Εφαρμογή προληπτικής χορήγησης αναλγησίας πριν τη διακοπή της ρεμιφαιντανύληςΛόγω της πολύ γρήγορης αποδρομής της ρεμιφαιντανύλης δεν παρατηρείται υπολειπόμενη δράση μέσα σε 5 έως 10 λεπτά μετά τη διακοπή του. Για εκείνους τους ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση όπου αναμένεται μετεγχειρητικός πόνος, θα πρέπει να χορηγούνται αναλγητικά πριν από τη διακοπή της ρεμιφαιντανύλης. Πρέπει να παρέχεται επαρκές χρονικό διάστημα μέχρι να επιτευχθεί η μέγιστη δράση του μακρύτερης διάρκειας δράσης αναλγητικού. Η επιλογή του(ων) παράγοντος(ων), της δόσης και του χρόνου της χορήγησης θα πρέπει να γίνει εκ των προτέρων και ανά ασθενή, ώστε να είναι κατάλληλα για τη χειρουργική επέμβαση που θα υποβληθεί η ασθενής και για το αναμενόμενο επίπεδο της μετεγχειρητικής φροντίδας. |
Ενδοφλέβια – μόνο ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) – 0,5 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" ή 0,25-0,5 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα ρύθμιση ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενή
0,5 μg/kg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση για ≥30" ή 0,25-0,5 μg/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα ρύθμιση ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενή | |
---|---|
Χορήγηση | Σχήμα A: Ενδοφλέβια, 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, εφάπαξ, για χρονική διάρκεια 30 λεπτά. Σχήμα B: Ενδοφλέβια, μεταξύ 0,25 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 0,5 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, κάθε λεπτό. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η αρχική δόση έναρξης της ρεμιφαιντανύλης όταν χορηγείται σε ασθενείς άνω των 65 ετών, θα πρέπει να είναι η μισή της συνιστώμενης δόσης των ενηλίκων και στη συνέχεια θα πρέπει να ρυθμίζεται ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε ασθενούς, δεδομένου ότι σε αυτούς τους ασθενείς παρατηρήθηκε αυξημένη ευαισθησία λόγω των φαρμακολογικών επιδράσεων της ρεμιφαιντανύλης. Η ρύθμιση της δοσολογίας πρέπει να γίνεται σε όλες τις φάσεις της αναισθησίας συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της διατήρησης και της άμεσης μετεγχειρητικής αναλγησίας. Λόγω της αυξημένης ευαισθησίας των ηλικιωμένων ασθενών στη ρεμιφαιντανύλη, όταν χορηγείται ρεμιφαιντανύλη με TCI σε αυτούς τους πληθυσμούς, η αρχική συγκέντρωση πρέπει να είναι 1,5 έως 4 ng/ml με ακόλουθη ρύθμιση ανάλογα με την απόκριση. |
Αναισθησία για καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοφλέβια – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 1 ug/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,003-4,3 ug/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικού παράγοντα
1 ug/kg/min με συνεχή στάγδην έγχυση και μετέπειτα 0,003-4,3 ug/kg/min βάσει του συγχορηγούμενου αναισθητικού παράγοντα | |||||||||||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Χορήγηση | Ενδοφλέβια, 1 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. Στη συνέχεια, ενδοφλέβια, μεταξύ 0,003 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους και 4,3 μικρογραμμάρια ρεμιφαιντανύλη ανά κιλό σωματικού βάρους, μία φορά κάθε λεπτό. |
||||||||||||||||||||||||||
Λεπτομερής περιγραφή |
Χορήγηση με συμβατικώς ελεγχόμενη έγχυση. Πίνακας 1. Δοσολογικές οδηγίες για αναισθησία καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων:
Φάση εισαγωγής αναισθησίαςΜετά την χορήγηση του υπνωτικού και την επίτευξη απώλειας συνείδησης, ο αρχικός ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης θα πρέπει να είναι 1 μg/kg/min. Δεν συνιστάται η εφ' άπαξ χορήγηση δόσεων ρεμιφαιντανύλης για την εισαγωγή στην αναισθησία στις καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις. Η ενδοτραχειακή διασωλήνωση δεν θα πρέπει να επιχειρείται πριν από την παρέλευση τουλάχιστον 5 λεπτών από την έναρξη της έγχυσης. Φάση διατήρησης αναισθησίαςΜετά την ενδοτραχειακή διασωλήνωση, ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης εξατομικεύεται ανάλογα με τις ανάγκες του συγκεκριμένου ασθενούς. Ενδέχεται να απαιτούνται συμπληρωματικά εφ‘ άπαξ δόσεις (bolus) χορηγούμενες βραδέως. Σε καρδιοπαθείς υψηλού κινδύνου, όπως οι ασθενείς με ελαττωμένη λειτουργικότητα των κοιλιών ή όσοι υπόκεινται σε εγχείρηση βαλβίδος, η μέγιστη εφ’ άπαξ δόση θα πρέπει να περιορίζεται σε 0,5 μg/kg. Οι ίδιες δοσολογικές συστάσεις ισχύουν και για την υποθερμική καρδιοπνευμονική παράκαμψη. Συγχορήγηση άλλων φαρμάκωνΣτις συνιστώμενες δόσεις που αναφέρθηκαν προηγουμένως, η ρεμιφαιντανύλη μειώνει δραστικά την ποσότητα του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για την διατήρηση της αναισθησίας. Συνεπώς, το ισοφλουράνιο και η προποφόλη θα πρέπει να χορηγούνται σύμφωνα με τις οδηγίες του πίνακα, προκειμένου να αποφευχθεί αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία. Δεν υπάρχουν δεδομένα για να στοιχειοθετήσουν δοσολογικές συστάσεις σχετικά με την ταυτόχρονη χορήγηση άλλων υπνωτικών εκτός αυτών που αναφέρονται στον πίνακα με ρεμιφαιντανύλη. Οδηγίες για την μετεγχειρητική αντιμετώπιση ασθενώνΠαράταση της μετεγχειρητικής αναλγησίας πριν την αποδιασωλήνωση: Είναι σκόπιμο η έγχυση της ρεμιφαιντανύλης να διατηρείται στον τελικό διεγχειρητικό ρυθμό κατά την διάρκεια της μεταφοράς των ασθενών στον χώρο μετεγχειρητικής παρακολούθησης. Με την άφιξη των ασθενών σε αυτό το χώρο, το επίπεδο αναλγησίας και καταστολής του ασθενή πρέπει να ελέγχεται στενά και ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης να τροποποιηθεί ώστε να ικανοποιεί τις ιδιαίτερες απαιτήσεις του κάθε ασθενή. Εφαρμογή προληπτικής χορήγησης αναλγησίας πριν τη διακοπή της ρεμιφαιντανύληςΛόγω της πολύ γρήγορης λήξης της δράσης της ρεμιφαιντανύλης δεν παρατηρείται υπολειπόμενη δράση οπιοειδούς μέσα σε 5 έως 10 λεπτά μετά τη διακοπή. Πριν τη διακοπή της ρεμιφαιντανύλης θα πρέπει να χορηγείται προληπτικά αναλγησία και καταστολή στους ασθενείς, αρκετό χρόνο πριν, ώστε να επιτευχθούν οι θεραπευτικές δράσεις αυτών των παραγόντων. Συνιστάται επομένως η επιλογή του φαρμάκου, η δόση και ο χρόνος χορήγησης να γίνεται πριν από την αποσύνδεση του ασθενούς από τον αναπνευστήρα. Οδηγίες για την διακοπή της χορήγησηςΛόγω της πολύ γρήγορης αποδρομής της δράσης της ρεμιφαιντανύλης έχουν αναφερθεί υπέρταση, ρίγος και άλγη σε καρδιοχειρουργικούς ασθενείς αμέσως μετά τη διακοπή της ρεμιφαιντανύλης. Για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος εμφάνισης αυτών πρέπει να χορηγηθεί ικανοποιητική εναλλακτική αναλγησία, (όπως περιγράφεται ανωτέρω), πριν τη διακοπή έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης. Ο ρυθμός έγχυσης πρέπει να μειώνεται κατά 25% ανά διαστήματα τουλάχιστον 10 λεπτών μέχρι να διακοπεί. Κατά την διάρκεια της αποσύνδεσης από τον αναπνευστήρα, ο ρυθμός έγχυσης της ρεμιφαιντανύλης δεν πρέπει να αυξάνεται. Αντίθετα, πρέπει να μειώνεται σταδιακά με συμπληρωματικές δόσεις άλλων αναλγητικών. Αιμοδυναμικές μεταβολές, όπως υπόταση και ταχυκαρδία, να αντιμετωπίζονται με άλλα φάρμακα, ανάλογα με τις ενδείξεις. Όταν χορηγούνται άλλα οπιοειδή στα πλαίσια του σχήματος μετάβασης προς άλλη αναλγητική αγωγή, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά. Το όφελος από την εξασφάλιση ικανοποιητικής μετεγχειρητικής αναλγησίας πρέπει πάντοτε να αξιολογείται έναντι του πιθανού κινδύνου αναπνευστικής καταστολής με αυτούς τους παράγοντες. Χορήγηση με έγχυση προκαθορισμένου στόχου (TCI)Επαγωγή και διατήρηση της αναισθησίας: Η χορήγηση ρεμιφαιντανύλης με TCI θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με ένα ενδοφλέβιο ή εισπνεόμενο υπνωτικό φάρμακο κατά τη διάρκεια της εισαγωγής και της διατήρησης της αναισθησίας σε διασωληνωμένους ενήλικες ασθενείς (βλέπε Πίνακα 1). Σε συνδυασμό με αυτούς τους παράγοντες, επαρκής αναλγησία για καρδιοχειρουργική επέμβαση γενικά επιτυγχάνεται στα υψηλότερα όρια των συγκεντρώσεων στόχου της ρεμιφαιντανύλης στο αίμα που χρησιμοποιούνται στις γενικές χειρουργικές επεμβάσεις. Σε κλινικές μελέτες, μετά την ρύθμιση της χορήγησης της ρεμιφαιντανύλης ανάλογα με την απόκριση του κάθε ασθενή, έχουν χρησιμοποιηθεί συγκεντρώσεις στο αίμα υψηλές μέχρι 20 ng/ml. Στις παραπάνω προτεινόμενες δόσεις η ρεμιφαιντανύλη μειώνει σημαντικά το ποσό του υπνωτικού φαρμάκου που απαιτείται για την διατήρηση της αναισθησίας. Επομένως το ισοφλουράνιο και η προποφόλη θα πρέπει να χορηγούνται όπως προτείνεται παραπάνω για να αποφεύγεται αύξηση των αιμοδυναμικών επιδράσεων όπως υπόταση και βραδυκαρδία (βλέπε Πίνακα 1). Οδηγίες για τη διακοπή/συνέχιση στην άμεση μετεγχειρητική περίοδοΣτο τέλος της χειρουργικής επέμβασης όταν η έγχυση TCI διακόπτεται ή η συγκέντρωση στόχος μειώνεται, η αυτόματη αναπνοή είναι πιθανό να επιστρέφει σε υπολογισμένες συγκεντρώσεις ρεμιφαιντανύλης στη περιοχή του 1 έως 2 ng/ml. Όπως με τη συμβατικώς ελεγχόμενη έγχυση, η μετεγχειρητική αναλγησία πρέπει να εγκαθίσταται πριν από το τέλος της επέμβασης, με μεγαλύτερης διάρκειας αναλγητικά. Καθώς δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία η χορήγηση της ρεμιφαιντανύλης με TCI για την αντιμετώπιση της μετεγχειρητικής αναλγησίας δεν συνιστάται. |
Αντενδείξεις
Η δραστική ουσία Ρεμιφαιντανύλη αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Μη αναστρέψιμοι αναστολείς της μονοαμινοοξειδάσης
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Γαλουχία
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Υπερευαισθησία σε οποιοδήποτε ανάλογο της φαιντανύλης
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας