Τίτλοι κωδικού
Γλώσσα | Τίτλος |
---|---|
Ελληνικά
|
Φάρμακα με δράση στο μεταβολισμό των οστών |
Αγγλικά
|
Drugs affecting bone structure and mineralization |
Κατάταξη ομάδας
Επίπεδο | Κωδικός | Τίτλος |
---|---|---|
1 | M | Φάρμακα αρθροπαθειών και μυοσκελετικών παθήσεων |
2 | M05 | Φάρμακα για την θεραπεία παθήσεων των οστών |
3 | M05B | Φάρμακα με δράση στο μεταβολισμό των οστών |
Περιεχόμενα ομάδας
Κωδικός | Τίτλος |
---|---|
M05BA | Διφωσφονικά |
M05BB | Διφοσφωνικά, συνδυασμοί |
M05BC | Πρωτεΐνες οστικής μορφοποίησης |
M05BX | Άλλα φάρμακα με δράση στο μεταβολισμό των οστών |
Δραστικές ουσίες ομάδας
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Αλενδρονικό οξύ |
Το αλενδρονικό οξύ (alendronic acid) είναι ένας διφωσφονίτης, ο οποίος εμποδίζει την οστική απορρόφηση στους οστεοκλάστες, χωρίς να έχει άμεση επίδραση στο σχηματισμό του οστού. |
Μπουροσουμάμπη |
Η μπουροσουμάμπη είναι ένα ανασυνδυασμένο ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα (IgG1), το οποίο δεσμεύεται στον αυξητικό παράγοντα των ινοβλαστών 23 (FGF23) και αναστέλλει τη δράση του. Αναστέλλοντας τον FGF23, η μπουροσουμάμπη αυξάνει τη σωληναριακή επαναρρόφηση φωσφορικών από τον νεφρό και αυξάνει τη συγκέντρωση της 1,25 διϋδροξυ-βιταμίνης D στον ορό. |
Κλοδρονικό οξύ |
Το κλοδρονικό οξύ (clodronic acid) ανήκει στην κατηγορία των διφωσφονικών που ενώνονται με υδροξυαπατίτη και αναστέλλει τον σχηματισμό και τη διάλυση των κρυστάλλων ασβεστίου in vitro. Το κλοδρονικό οξύ επιδρά στον οστεώδη σκελετό προκαλώντας μείωση των φυσιολογικής και μη φυσιολογικής οστικής απορρόφησης. Το κλοδρονικό οξύ μεταβάλλει τις δραστηριότητες των οστεοκλαστών και των οστεοβλαστών με αποτέλεσμα την μεταβολή της ισορροπίας του οστικού μεταβολισμού. |
Δενοσουμάμπη |
Η δενοσουμάμπη (denosumab) είναι ένα ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα (IgG2) που στοχεύει και συνδέεται με υψηλή συγγένεια και ειδικότητα με το RANKL, προλαμβάνοντας την ενεργοποίηση του υποδοχέα του, του RANK, στην επιφάνεια των πρόδρομων οστεοκλαστών και των οστεοκλαστών. Η παρεμπόδιση της αλληλεπίδρασης RANKL/RANK αναστέλλει τον σχηματισμό, τη λειτουργία και την επιβίωση των οστεοκλαστών, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την οστική απορρόφηση τόσο στα συμπαγή όσο και στα σπογγώδη οστά. |
Διβοτερμίνη άλφα |
Η διβοτερμίνη άλφα (dibotermin alfa) είναι μια οστεοεπαγωγική πρωτεΐνη που επάγει τον σχηματισμό νέου οστίτη ιστού στην περιοχή της εμφύτευσης. Η διβοτερμίνη άλφα συνδέεται με υποδοχείς στην επιφάνεια των μεσεγχυματικών κυττάρων και προκαλεί τη διαφοροποίηση των κυττάρων σε κύτταρα σχηματισμού χόνδρου και οστών. Τα διαφοροποιημένα κύτταρα σχηματίζουν δοκιδώδες οστούν καθώς γίνεται η αποσύνθεση του υποστρώματος, ενώ συγχρόνως παρατηρείται εμφανής αγγειοποίηση. |
Επτοτερμίνη άλφα |
Η επτοτερμίνη άλφα (eptotermin alfa) δίνει το έναυσμα για τον σχηματισμό του οστού μέσω της επαγωγής κυτταρικής διαφοροποίησης στα μεσεγχυματικά κύτταρα, τα οποία “στρατολογούνται” στην περιοχή της εμφύτευσης από τον μυελό, το περιόστεο και τους μύες. Από τη στιγμή που κατευθύνεται προς την επιφάνεια του κυττάρου, η δραστική ουσία ενεργοποιεί μια αλληλουχία κυτταρικών διεργασιών που οδηγούν στο σχηματισμό χονδροβλαστών και οστεοβλαστών, που διαδραματίζουν νευραλγικό ρόλο στη διαδικασία οστεοσχηματισμού. |
Ετιδρονάτη |
Η ετιδρονάτη (etidronate) ανήκει στην κατηγορία των αναστολέων της φυσιολογικής και μη φυσιολογικής οστικής απορρόφησης και διαθέτει ισχυρή αντιοστεοκλαστική δράση. |
Ιβανδρονικό οξύ |
Το ιβανδρονικό οξύ (ibandronic acid) ανήκει στην ομάδα των διφωσφονικών ενώσεων, οι οποίες δρουν ειδικά στα οστά. Η εκλεκτική δράση τους στον οστίτη ιστό βασίζεται στην υψηλή συγγένεια των διφωσφονικών προς τα ανόργανα άλατα των οστών. Τα διφωσφονικά δρουν αναστέλλοντας την οστεοκλαστική δραστηριότητα, αν και ο ακριβής μηχανισμός δράσης τους δεν είναι ακόμη σαφής. In vivo, το ιβανδρονικό οξύ προλαμβάνει την πειραματικά προκαλούμενη καταστροφή των οστών από τη διακοπή της λειτουργίας των γονάδων, ρετινοειδή, όγκους ή εκχυλίσματα όγκων. |
Μενατετρενόνη |
|
Παμιδρονικό οξύ |
Η παμιδρονάτη (pamidronate) είναι ένας ισχυρός αναστολέας της οστεοκλαστικής οστικής απορρόφησης. Η παμιδρονάτη καταστέλλει την εγκατάσταση των προδρομικών μορφών των οστεοκλαστών στα οστά και τον επακόλουθο μετασχηματισμό τους σε ώριμους απορροφητικούς οστεοκλάστες. Όμως, η τοπική και άμεση αντιαπορροφητική επίδραση του δεσμευμένου στα οστά διφωσφονικού εμφανίζεται ότι είναι ο κυρίαρχος τρόπος δράσης in vitro και in vivo. |
Ρισεδρονικό οξύ |
Το ρισεδρονικό οξύ είναι ένα ανάλογο του πυροφωσφορικού και ανήκει στα διφωσφονικά. Το ρισεδρονικό οξύ δρα με αναστολή της αντλίας πρωτονίων των οστεοκλαστών, η λειτουργία της οποίας είναι απαραίτητη για την διάλυση του υδροξυαπατίτη. Επίσης, το ρισεδρονικό οξύ προκαλεί μείωση του σχηματισμού και της ενεργοποίησης των οστεοκλαστών, ενώ παράλληλα αυξάνει τον ρυθμό απόπτωσης των οστεοκλαστών. |
Ρομοσοζουμάμπη |
Η ρομοσοζουμάμπη είναι ένα εξανθρωπισμένο μονοκλωνικό αντίσωμα (IgG2) που δεσμεύει και αναστέλλει τη σλεροσίνη, αυξάνοντας έτσι το σχηματισμό οστών λόγω της ενεργοποίησης κυττάρων επένδυσης οστών, αυξάνοντας την παραγωγή οστικής μήτρας από τους οστεοβλάστες και την πρόσληψη οστεοπαραγοντικών κυττάρων. Επιπλέον, η ρομοσοζουμάμπη έχει ως αποτέλεσμα αλλαγές στην έκφραση των μεσολαβητών των οστεοκλαστών, μειώνοντας έτσι την επαναπορρόφηση των οστών. |
Ρανελικό στρόντιο |
In vitro, το ρανελικό στρόντιο αυξάνει τον οστικό σχηματισμό σε καλλιέργειες οστίτη ιστού, καθώς επίσης και την αντιγραφή των πρόδρομων οστεοβλαστών και τη σύνθεση κολλαγόνου σε καλλιέργειες οστικών κυττάρων και μειώνει την λύση και αφομοίωση των οστών μειώνοντας τη δράση διαφοροποίησης και οστικής λύσης και αφομοίωσης των οστεοκλαστών. |
Τιλουδρονικό οξύ |
Μελέτες In vitro υποδεικνύουν ότι η τιλουδρονάτη δρα κυρίως στα οστά μέσω ενός μηχανισμού που περιλαμβάνει αναστολή της οστεοκλαστικής δραστηριότητας, με πιθανή μείωση των ενζυματικών και μεταφορικών διεργασιών που οδηγούν σε απορρόφηση της μεταλλοποιημένης μεσοκυττάριας ουσίας. |
Βοσοριτίδη |
Η βοσοριτίδη είναι ένα τροποποιημένο C-νατριουρητικό πεπτίδιο (CNP). Στους ασθενείς με αχονδροπλασία, η ενδοχόνδρια οστεοποίηση ρυθμίζεται αρνητικά λόγω μιας μετάλλαξης στον υποδοχέα 3 του αυξητικού παράγοντα των ινοβλαστών (FGFR3). Η δέσμευση της βοσοριτίδης στον υποδοχέα Β νατριουρητικού πεπτιδίου (NPR-B) ανταγωνίζεται την προς τα κάτω σηματοδότηση του FGFR3. Ως αποτέλεσμα, η βοσοριτίδη, όπως το CNP, ενεργεί ως θετικός ρυθμιστής της ενδοχόνδριας οστεοποίησης, καθώς προάγει τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση των χονδροκυττάρων. |
Ζολεδρονικό οξύ |
Το ζολεδρονικό οξύ είναι ένα διφωσφονικό άλας που αναστέλλει τη δράση των οστεοκλαστών, δηλαδή των κυττάρων του οργανισμού που συμμετέχουν στην αποδόμηση του οστίτη ιστού, με αποτέλεσμα τη μικρότερη οστική απώλεια. |