Τίτλοι κωδικού
Γλώσσα | Τίτλος |
---|---|
Ελληνικά
|
Οπιοειδή |
Αγγλικά
|
Opioids |
Κατάταξη ομάδας
Επίπεδο | Κωδικός | Τίτλος |
---|---|---|
1 | N | Νευρικό σύστημα |
2 | N02 | Αναλγητικά |
3 | N02A | Οπιοειδή |
Περιεχόμενα ομάδας
Κωδικός | Τίτλος |
---|---|
N02AA | Φυσικά αλκαλοειδή του οπίου |
N02AB | Παράγωγα της φαινυλοπιπεριδίνης |
N02AC | Παράγωγα διφαινυλοπροπυλαμίνης |
N02AD | Παράγωγα βενζομορφάνης |
N02AE | Παράγωγα οριπαβίνης |
N02AF | Παράγωγα μορφινάνης |
N02AG | Οπιοειδή σε συνδυασμό με αντισπασμωδικά |
N02AJ | Οπιοειδή σε συνδυασμό με μη οπιοειδή αναλγητικά |
N02AX | Άλλα οπιοειδή |
Δραστικές ουσίες ομάδας
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Βουπρενορφίνη |
Η βουπρενορφίνη είναι ένας μερικός αγωνιστής/ανταγωνιστής των οπιοειδών ο οποίος δεσμεύεται στους μ και κ υποδοχείς οπιοειδών του εγκεφάλου. Η δράση της στη θεραπεία συντήρησης με οπιοειδή αποδίδεται στις ιδιότητες της για βραδεία αποσύνδεση από τους μ υποδοχείς οπιοειδών. |
Βουτορφανόλη |
Η βουτορφανόλη είναι ένα συνθετικό αναλγητικό τύπου μορφινάνης. Η βουτορφανόλη σχετίζεται στενότερα δομικά με τη λεβορφανόλη. Η βουτορφανόλη εμφανίζει μερική αγωνιστική και ανταγωνιστική δράση στον υποδοχέα μ-οπιοειδών, καθώς και μερική δραστηριότητα αγωνιστή στον υποδοχέα κ-οπιοειδών. Οι υποδοχείς «κ» ελέγχουν την αναλγησία, την ηρέμηση χωρίς καταστολή του καρδιοπνευμονικού συστήματος και μείωση της θερμοκρασίας του σώματος, ενώ οι υποδοχείς «μ» ελέγχουν την υπερνωτιαία αναλγησία, την ηρέμηση και την καταστολή του καρδιοπνευμονικού συστήματος και τη μείωση της θερμοκρασίας του σώματος. |
Κωδεΐνη και Ιβουπροφαίνη |
Η ιβουπροφαίνη είναι ένα παράγωγο προπιονικού οξέος με αναλγητική, αντιπυρετική και αντιφλεγμονώδη δράση. Πιστεύεται ότι δρα περιφερικά αναστέλλοντας τη σύνθεση των προσταγλανδινών και επηρεάζοντας τους χημικούς νευροδιαβιβαστές του πόνου. Η κωδεΐνη είναι ένα ασθενές αναλγητικό με κεντρική δράση. Η κωδεΐνη ασκεί τη δράση της μέσω των μ-υποδοχέων των οπιοειδών, παρόλο που η κωδεΐνη έχει χαμηλή συγγένεια με αυτούς τους υποδοχείς, και η αναλγητική της δράση οφείλεται στη μετατροπή της σε μορφίνη. Οι διαφορετικοί μηχανισμοί δράσης της ιβουπροφαίνης και της κωδεΐνης επιτρέπουν βελτιωμένη αναλγησία όταν χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό. |
Κωδεΐνη και Παρακεταμόλη |
Ο συνδυασμός παρακεταμόλης με κωδεΐνη συνιστά ένα καλά ανεκτό και δραστικό αναλγητικό. Αποτελείται από συμπληρωματικές δραστικές ουσίες με διαφορετικές ιδιότητες, όλες με ένδειξη την εξάλειψη του πόνου. Ένα ειδικό χαρακτηριστικό του συνδυασμού παρακεταμόλης και κωδεΐνης είναι η ταχεία έναρξη της δράσης μετά από 10-20 λεπτά και η διάρκεια δράσης για 4-6 ώρες. |
Δεξτρομοραμίδη |
Η δεξτρομοραμίδη (dextromoramide) είναι ένα ισχυρό αναλγητικό οπιοειδών περίπου τρεις φορές πιο ισχυρό από τη μορφίνη αλλά με βραχύτερη δράση. Το κύριο πλεονέκτημα αυτού της δεξτρομοραμίδης είναι ότι έχει μια γρήγορη έναρξη δράσης όταν λαμβάνεται από το στόμα και έχει υψηλή βιοδιαθεσιμότητα που σημαίνει ότι η από του στόματος δοσολογία παράγει σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα με την ένεση. Έχει επίσης μια σχετικά χαμηλή τάση να προκαλεί δυσκοιλιότητα, το οποίο είναι ένα κοινό πρόβλημα με τα οπιοειδή αναλγητικά που χρησιμοποιούνται για την ανακούφιση από τον πόνο του καρκίνου και η ανοχή στα αναλγητικά αποτελέσματα αναπτύσσεται σχετικά αργά σε σύγκριση με τα περισσότερα άλλα οπιοειδή βραχείας δράσης. |
Δεξτροπροποξυφαίνη |
Η προποξυφαίνη (dextropropoxyphene) είναι ένας συνθετικός αγωνιστής των οπιούχων, είναι δομικά παρόμοια με τη μεθαδόνη. Η αναλγητική επίδραση της προποξυφαίνης οφείλεται στο d-ισομερές της, τη δεξτροπροποξυφαίνη. Συνδέεται με τους υποδοχείς οπιούχων και οδηγεί σε μείωση της αντίληψης των ερεθισμάτων του πόνου. Η προποξυφαίνη έχει λίγη έως καθόλου αντιβηχική δράση και καμία αντιπυρετική δράση. |
Διυδροκωδεΐνη |
Η διυδροκωδεΐνη είναι ένα ημισυνθετικό οπιοειδές αναλγητικό με ισχύ μεταξύ μορφίνης και κωδεΐνης. Η διυδροκωδεΐνη είναι επίσης ένα αντιβηχικό με κεντρική δράση, το οποίο δρα στο κέντρο του βήχα για να μειώσει τη συχνότητα και την ένταση των κρίσεων βήχα. |
Διυδροκωδεΐνη και Παρακεταμόλη |
Ο συνδυασμός διυδροκωδεΐνης και παρακεταμόλης χρησιμοποιείται για την ανακούφιση από τον πόνο, συμπεριλαμβανομένων πονοκεφάλου, ημικρανίας, μυοσκελετικού άλγους, πόνου περιόδου και πονόδοντου. |
Φαιντανύλη |
Η φαιντανύλη (fentanyl) είναι ένα ισχυρό οπιοειδές αναλγητικό που αλληλεπιδρά κυρίως με τους μ-υποδοχείς των οπιοειδών. Είναι συγγενής ουσία της μεπεριδίνης και ανήκει στους ισχυρούς αγωνιστές (των οπιοειδών) που δρουν συνδεόμενοι με ειδικούς υποδοχείς οπιοειδών στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλούν αποτελέσματα που μιμούνται τη δράση ενδογενών πεπτιδικών νευροδιαβιβαστών (π.χ. ενδορφίνες και εγκεφαλίνες). |
Υδρομορφόνη |
|
Κετομπεμιδόνη |
Η κετομπεμιδόνη (ketobemidone) είναι ένα ισχυρό συνθετικό οπιούχο αναλγητικό. Η αποτελεσματικότητά του κατά του πόνου είναι παρόμοια με τη μορφίνη και έχει επίσης ορισμένες ιδιότητες ανταγωνιστή του NMDA που προσδίδονται, εν μέρει, από τον μεταβολίτη της την νορκοβεμπεμιδόνη. Αυτό μπορεί να το κάνει χρήσιμο για ορισμένους τύπους άλγους που δεν ανταποκρίνονται καλά σε άλλα οπιοειδή. |
Λεβαλορφάνη |
|
Μεπταζινόλη |
Η μεπταζινόλη είναι ένα αναλγητικό κεντρικής δράσης που ανήκει στις εξαϋδροαζεπίνες, το οποίο έχει επιδείξει μικτή δράση αγωνιστή και ανταγωνιστή στους υποδοχείς οπιοειδών. Χρησιμοποιείται για τη βραχυπρόθεσμη θεραπεία του μέτριου πόνου. |
Μορφίνη |
Η μορφίνη (morphine) είναι ένα οπιοειδές αναλγητικό και ασκεί δοσο-εξαρτώμενη αναλγητική δράση. Μπορεί να επηρεάσει την ψυχοκινητική συμπεριφορά και να προκαλέσει, ανάλογα με τη δόση και την κατάσταση του ασθενούς, καταπραϋντική δράση ή διέγερση. Επίσης μειώνει τον τόνο και τον περισταλτισμό των επιμήκων λείων μυϊκών ινών και αυξάνει τον τόνο των κυκλοτερών ινών, προκαλώντας επομένως σπασμό των σφιγκτήρων. |
Ναλμπουφίνη |
Η ναλμπουφίνη (nalbuphine) θεωρείται ότι κυρίως είναι ένας αγωνιστής των υποδοχέων kappa των οπιοειδών. Είναι επίσης μερικώς ανταγωνιστής των μ υποδοχέων, εμφανίζει κάποια σύνδεση με τον δέλτα υποδοχέα και ελάχιστη αγωνιστική δράση στον υποδοχέα σίγμα. |
Νικομορφίνη |
Η νικομορφίνη (nicomorphine) είναι ο 3,6-δινικοτινικός εστέρας της μορφίνης. Η νικομορφίνη είναι ένας ισχυρός αναλγητικός αγωνιστής των οπιοειδών, δύο έως τρεις φορές ισχυρότερος από τη μορφίνη με προφίλ παρενεργειών παρόμοιο με αυτό της διυδρομορφίνης, της μορφίνης και της διαμορφίνης. Οι 3,6-διεστέρες της μορφίνης είναι φάρμακα με ταχύτερη και πλήρη διείσδυση στο κεντρικό νευρικό σύστημα λόγω αυξημένης διαλυτότητας στα λιπίδια και σε άλλους δομικούς παράγοντες. |
Όπιο |
Τα αλκαλοειδή του οπίου (opium alkaloids) προκαλούν δυσκοιλιότητα, ευφορία, αναλγησία και καταστολή που εξαρτώνται από τη δόση και το παράγωγο. Η δυσκοιλιότητα προκαλείται από την αναστολή της περισταλτικής κίνησης του εντέρου. |
Οξυκωδόνη |
Η οξυκωδόνη έχει συγγένεια για τους υποδοχείς οπιοειδών κάππα, μι και δέλτα στον εγκέφαλο, τη σπονδυλική στήλη και τα περιφερικά όργανα (π.χ. έντερο). Η οξυκωδόνη δρα ως αγωνιστής του υποδοχέα των οπιοειδών σε αυτούς τους υποδοχείς και δεσμεύεται στους ενδογενείς υποδοχείς οπιοειδών στο ΚΝΣ. |
Οξυκωδόνη και Ναλοξόνη |
Η οξυκωδόνη και η ναλοξόνη έχουν μια συγγένεια για τους κ, μ και δ υποδοχείς οπιοειδών στον εγκέφαλο, το νωτιαίο μυελό και τα περιφερειακά όργανα (π.χ. έντερο). Η οξυκωδόνη ενεργεί ως αγωνιστής στους υποδοχείς οπιοειδών και δεσμεύεται στους ενδογενείς υποδοχείς οπιοειδών στο ΚΝΣ. Σε αντίθεση, η ναλοξόνη είναι ένας εκλεκτικός ανταγωνιστής που ενεργεί σε όλους τους τύπους υποδοχών οπιοειδών. Η ναλοξόνη προστίθεται για να αντιμετωπίσει την όπιο-προκληθείσα δυσκοιλιότητα με το να εμποδίζει την δράση της οξυκωδόνης στους υποδοχείς οπιοειδών στο έντερο. |
Οξυκωδόνη και Παρακεταμόλη |
Ο συνδυασμός οξυκωδόνης και παρακεταμόλης χρησιμοποιείται για την ανακούφιση του μέτριου έως έντονου πόνου. Η οξυκωδόνη είναι ένας πλήρης οπιοειδής αγωνιστής με δράση που μοιάζει με της μορφίνης. Προσκολλάται στους κ, μ και δ οπιούχους υποδοχείς του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Η παρακεταμόλη έχει αναλγητική και αντιπυρετική δράση με ασθενή αντιφλεγμονώδη επίδραση. Η παρακεταμόλη είναι ένας ασθενής αναστολέας της βιοσύνθεσης των προσταγλανδινών. |
Οξυμορφόνη |
|
Πενταζοκίνη |
Η πενταζοκίνη (pentazocine) είναι ένας αγωνιστής των υποδοχέων kappa και sigma των οπιοειδών. |
Πεθιδίνη |
Η πεθιδίνη (pethidine) είναι κυρίως ένας αγωνιστής των υποδοχέων των kappa-οπιοειδών ενώ εμφανίζει και δράση ως τοπικό αναισθητικό. Η πεθιδίνη έχει μεγαλύτερη συγγένεια με τους υποδοχείς των kappa-οπιοειδών από ότι η μορφίνη. Με την δέσμευση της πεθιδίνης στους υποδοχείς των kappa-οπιοειδών, αναστέλλεται η απελευθέρωση των αλγαισθητικών νευροδιαβιβαστών, όπως η ουσία P, GABA, η ντοπαμίνη, η ακετυλοχολίνη και η νοραδρεναλίνη. Επίσης αναστέλλεται η απελευθέρωση της βαζοπρεσσίνης, σωματοστατίνης, ινσουλίνης και γλυκαγόνης. |
Φαιναζοκίνη |
Η φαιναζοκίνη (phenazocine) είναι ένα οπιούχο αναλγητικό, το οποίο σχετίζεται με την πενταζοκίνη και έχει παρόμοιο προφίλ δράσεων. Οι επιδράσεις της φαιναζοκίνης περιλαμβάνουν αναλγησία και ευφορία, επίσης μπορεί να περιλαμβάνουν δυσφορία και ψευδαισθήσεις σε υψηλές δόσεις, πιθανότατα λόγω της δράσης του σε κ- και σ- υποδοχείς οπιοειδών. Η φαιναζοκίνη είναι πολύ πιο ισχυρό αναλγητικό από την πενταζοκίνη και άλλα φάρμακα της σειράς βενζομορφάνης, πιθανότατα λόγω της παρουσίας μιας υποκατάστασης Ν-φαιναιθυλίου, η οποία είναι γνωστό ότι ενισχύει τη δραστηριότητα μ-οπιοειδών σε πολλές κατηγορίες αναλγητικών οπιοειδών. Κατά συνέπεια, η φαιναζοκίνη έχει τέσσερις φορές την ισχύ της μορφίνης ως αναλγητικό. Επίσης, δεν προκαλεί σπασμό του σφιγκτήρα του Oddi, καθιστώντας το πιο κατάλληλο από τη μορφίνη για τη θεραπεία του χοληφόρου ή του παγκρεατικού πόνου. |
Πιριτραμίδη |
Η πιριτραμίδη (piritramide) είναι αμιγής αγωνιστής του υποδοχέα μ-οπιοειδών, ο οποίος έχει ελαφρώς λιγότερη αναλγητική ισχύ από τη μορφίνη. Η αναλγησία προκύπτει από την ενεργοποίηση των υποδοχέων μ-οπιοειδών στη σπονδυλική στήλη και στα υψηλότερα κέντρα πόνου όπως ο θαλάμος και ο εγκεφαλικός φλοιός, αυξάνοντας έτσι το κατώφλι του πόνου και την ευαισθησία στον πόνο. |
Ταπενταδόλη |
Η ταπενταδόλη (tapentadol) είναι ένα κεντρικώς δρών αναλγητικό με διπλό μηχανισμό δράσης, δηλαδή ενεργοποιεί τον υποδοχέα μ-οπιοειδών και αναστέλλει την επαναπρόσληψη της νορεπινεφρίνης. |
Τιλιδίνη |
Η τιλιδίνη (tilidine) είναι ένα συνθετικό οπιούχο αναλγητικό, για τη θεραπεία μέτριου έως σοβαρού πόνου, οξέος και χρόνιου. Η ίδια η τιλιδίνη είναι ένα ασθενές οπιοειδές, αλλά μεταβολίζεται ταχέως στο ήπαρ και στο έντερο στον ενεργό μεταβολίτη της, την νορτιλιδίνη και στη συνέχεια στη βισορτιλιδίνη. Η νορτιλιδίνη συνδέεται με τους υποδοχείς των οπιοειδών στο κεντρικό και περιφερικό νευρικό σύστημα και καταστέλλει την αντίληψη και τη μετάδοση του πόνου. |
Τραμαδόλη |
Η τραμαδόλη είναι κεντρικά δρων οπιοειδές αναλγητικό. Είναι ένας μη επιλεκτικός καθαρός αγωνιστής των μ, δ και κ οπιοειδών υποδοχέων με μεγαλύτερη χημική συγγένεια με τους μ υποδοχείς. Άλλοι μηχανισμοί που συμβάλλουν στην αναλγητική της δράση είναι η αναστολή της επαναπρόσληψης της νοραδρεναλίνης και η βελτίωση της απελευθέρωσης της σεροτονίνης. Η τραμαδόλη έχει αντιβηχική δράση. Σε αντίθεση με τη μορφίνη, ένα ευρύ φάσμα αναλγητικών δόσεων της τραμαδόλης δεν έχει κατασταλτική δράση στην αναπνευστική λειτουργία. |
Τραμαδόλη και Δεξκετοπροφαίνη |
Η τραμαδόλη είναι ένα κεντρικώς δρών συνθετικό οπιοειδές αναλγητικό. Είναι ένας μη εκλεκτικός αμιγής αγωνιστής των μ, δ, και κ οπιοειδών υποδοχέων με υψηλότερη συγγένεια για τους μ υποδοχείς. Η τραμαδόλη έχει αντιβηχική δράση. Σε αντίθεση με τη μορφίνη, μια ευρεία κλίμακα αναλγητικών δόσεων της τραμαδόλης δεν έχει κατασταλτική δράση επί της αναπνοής. Η δεξκετοπροφαίνη είναι ένα αναλγητικό, αντιφλεγμονώδες και αντιπυρετικό φάρμακο, το οποίο ανήκει στην κατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων. Ο μηχανισμός δράσης των μη-στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων συσχετίζεται με τη μείωση της σύνθεσης των προσταγλανδινών αναστέλλοντας την πορεία της κυκλοοξυγενάσης. |
Τραμαδόλη και Παρακεταμόλη |
Η τραμαδόλη είναι ένα οπιοειδές αναλγητικό που δρα στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Η τραμαδόλη είναι ένας αμιγής μη εκλεκτικός αγωνιστής των μ, δ και κ υποδοχέων των οπιοειδών με μεγαλύτερη συγγένεια σύνδεσης στους u υποδοχείς. Η τραμαδόλη έχει αντιβηχική δράση. Ο ακριβής μηχανισμός των αναλγητικών ιδιοτήτων της παρακεταμόλης είναι άγνωστος και πιθανώς περιλαμβάνει κεντρικές και περιφερικές επιδράσεις. Ο συνδυασμός τραμαδόλης/παρακεταμόλης κατατάσσεται ως αναλγητικό βαθμίδας ΙΙ στην κλίμακα πόνου του Π.Ο.Υ. και πρέπει να χρησιμοποιείται ανάλογα από τον γιατρό. |