Τίτλοι κωδικού
Γλώσσα | Τίτλος |
---|---|
Ελληνικά
|
Αντίδοτα |
Αγγλικά
|
Antidotes |
Κατάταξη ομάδας
Επίπεδο | Κωδικός | Τίτλος |
---|---|---|
1 | V | Διάφορα άλλα φάρμακα |
2 | V03 | Όλα τα άλλα θεραπευτικά προϊόντα |
3 | V03A | Όλα τα άλλα θεραπευτικά προϊόντα |
4 | V03AB | Αντίδοτα |
Περιεχόμενα ομάδας
Κωδικός | Τίτλος |
---|---|
V03AB01 | Ipecacuanha |
V03AB02 | Nalorphine |
V03AB03 | Edetates |
V03AB04 | Pralidoxime |
V03AB05 | Prednisolone and promethazine |
V03AB06 | Thiosulfate |
V03AB08 | Sodium nitrite |
V03AB09 | Dimercaprol |
V03AB13 | Obidoxime |
V03AB14 | Protamine |
V03AB15 | Naloxone |
V03AB16 | Ethanol |
V03AB17 | Methylthioninium chloride |
V03AB18 | Potassium permanganate |
V03AB19 | Physostigmine |
V03AB20 | Copper sulfate |
V03AB21 | Potassium iodide |
V03AB22 | Amyl nitrite |
V03AB23 | Acetylcysteine |
V03AB24 | Digitalis antitoxin |
V03AB25 | Flumazenil |
V03AB26 | Methionine |
V03AB27 | 4-dimethylaminophenol |
V03AB29 | Cholinesterase |
V03AB31 | Prussian blue |
V03AB32 | Glutathione |
V03AB33 | Hydroxocobalamin |
V03AB34 | Fomepizole |
V03AB35 | Sugammadex |
V03AB36 | Phentolamine |
V03AB37 | Idarucizumab |
V03AB38 | Andexanet alfa |
V03AB54 | Pralidoxime and atropine |
Δραστικές ουσίες ομάδας
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Ακετυλοκυστεΐνη |
Η ακετυλοκυστεΐνη (acetylcysteine) είναι το Ν-ακετυλο-παράγωγο της κυστεΐνης. Χρησιμοποιείται ως βλεννολυτικός παράγοντας για τη μείωση του ιξώδους των βλεννωδών εκκρίσεων. |
Ανδεξανέτη άλφα |
Η ανδεξανέτη άλφα αποτελεί ανασυνδυασμένη μορφή της πρωτεΐνης του ανθρώπινου FXa, η οποία έχει τροποποιηθεί ώστε να μην έχει ενζυματική δραστηριότητα FXa. Η ανδεξανέτη άλφα αποτελεί ειδικό παράγοντα αναστροφής για τους αναστολείς του FXa. Ο κύριος μηχανισμός δράσης είναι η δέσμευση και η απομόνωση του αναστολέα του FXa. Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι η ανδεξανέτη άλφα δεσμεύεται στον αναστολέα της οδού του ιστικού παράγοντα (TFPI) και τον αναστέλλει. Η αναστολή της δραστηριότητας του TFPI μπορεί να αυξήσει την εκκινούμενη από τον ιστικό παράγοντα παραγωγή θρομβίνης, επάγοντας μια προπηκτική επίδραση. |
Βεντονίτης |
Ο βεντονίτης χρησιμοποιείται ως αντίδοτο σε δηλητηρίαση από παρακουάτ (ζιζανιοκτόνο). |
Γλυκονικός χαλκός |
|
Δικοβάλτιο εδετικό |
|
Αντισώματα διγοξίνης |
|
Διμερκαπρόλη |
Η διμερκαπρόλη είναι ένας χηλικός παράγοντας που χρησιμοποιείται ως αντίδοτο σε δηλητηριάσεις. |
Αιθανόλη |
Η αιθανόλη είναι μια οργανική ένωση που χρησιμοποιείται σε ιατρικά μαντηλάκια και συνηθέστερα σε αντιβακτηριακά τζελ απολύμανσης χεριών ως αντισηπτικό για τη βακτηριοκτόνο και αντιμυκητιακή δράση της. Η αιθανόλη σκοτώνει τους μικροοργανισμούς διαλύοντας τη λιπιδική διπλοστιβάδα της μεμβράνης τους και μετουσιώνοντας τις πρωτεΐνες τους και είναι αποτελεσματική ενάντια στα περισσότερα βακτήρια, μύκητες και ιούς. Η αιθανόλη εμποδίζει επίσης την αγωγιμότητα στα περιφερικά νεύρα μειώνοντας τις μέγιστες τιμές τόσο της αγωγιμότητας του νατρίου όσο και του καλίου και έχει κατασταλτική δράση στο αγγειοκινητικό κέντρο. |
Φλουμαζενίλη |
H φλουμαζενίλη (flumazenil), ένα παράγωγο ιμιδαζοβενζοδιαζεπίνης, είναι ανταγωνιστής των βενζοδιαζεπινών. Με ανταγωνιστική αναστολή αποκλείει ειδικά την κεντρική νευρική δράση παραγόντων που ενεργούν δια μέσου των υποδοχέων των βενζοδιαζεπινών. |
Φομεπιζόλη |
Η φομεπιζόλη (fomepizole) χρησιμοποιείται ως αντίδοτο στην επιβεβαιωμένη ή ύποπτη δηλητηρίαση από μεθανόλη ή γλυκόλη αιθυλενίου. Η φομεπιζόλη είναι ένας ανταγωνιστικός αναστολέας της αφυδρογονάσης της αλκοόλης, του ενζύμου που καταλύει τα πρώτα βήματα στο μεταβολισμό της αιθυλενογλυκόλης και μεθανόλης στους τοξικούς μεταβολίτες τους. |
Ιδαρουσιζουμάμπη |
Η ιδαρουσιζουμάμπη (idarucizumab) είναι ένα τμήμα ανθρωποποιημένου μονοκλωνικού αντισώματος (Fab) που δεσμεύεται με τη δαβιγατράνη με πολύ υψηλή συγγένεια, περίπου 300 φορές πιο ισχυρή από τη συγγένεια δέσμευσης της δαβιγατράνης στη θρομβίνη. Το σύμπλεγμα ιδαρουσιζουμάμπης-δαβιγατράνης χαρακτηρίζεται από ταχύ ρυθμό σύζευξης και εξαιρετικά βραδύ ρυθμό διαχωρισμού με αποτέλεσμα να είναι ένα πολύ σταθερό σύμπλεγμα. Η ιδαρουσιζουμάμπη δεσμεύεται εκλεκτικά και ειδικά με τη δαβιγατράνη και τους μεταβολίτες της και εξουδετερώνει την αντιπηκτική τους δράση. |
Ιπεκακουάνα |
Η ιπεκακουάνα (ipecacuanha) αποτελεί εκχύλισμα των ριζών του ομόνυμου φυτού και χρησιμοποιείται κυρίως ως εμετογόνο για την πρόκληση εμέτου σε δηλητηριάσεις από του στόματος. |
Μεθειονίνη |
|
Μεθυλοθειονίνιο χλωριούχο |
Σε χαμηλές συγκεντρώσεις in vivo το χλωριούχο μεθυλοθειονίνιο, γνωστόκι ως μπλε του μεθυλενίου, επιταχύνει τη μετατροπή της μεθαιμοσφαιρίνης σε αιμοσφαιρίνη. Έχει παρατηρηθεί ότι το χλωριούχο μεθυλοθειονίνιο προκαλεί επιλεκτικά χρώση των ιστών. |
Ναλοξόνη |
Η ναλοξόνη είναι ένα ημισυνθετικό παράγωγο της μορφίνης (N-αλλυλο-νορ-οξυμορφόνη) και εξειδικευμένος ανταγωνιστής οπιοειδών που δρα συναγωνιστικά σε υποδοχείς οπιοειδών. Παρουσιάζει πολύ υψηλή χημική συγγένεια προς τις θέσεις των υποδοχέων οπιοειδών και συνεπώς εκτοπίζει τόσο τους αγωνιστές οπιοειδών όσο και μερικώς ανταγωνιστές, όπως την πενταζοκίνη, για παράδειγμα, αλλά επίσης και τη ναλορφίνη. Επίσης, μπορεί να αντιστρέψει τις ψυχομιμητικές και δυσφορικές επιδράσεις των αγωνιστών-ανταγωνιστών, όπως της πενταζοκίνης. Σε περίπτωση απουσίας ναρκωτικών δεν παρουσιάζει ουσιαστικά καμία φαρμακολογική δράση. |
Οβιδοξίμη |
|
Φαιντολαμίνη |
Η φαιντολαμίνη (phentolamine) είναι ένας αποκλειστής των α-αδρενεργικών υποδοχέων (κυρίως των λείων μυικών ινών και των εξωκρινών αδένων), προκαλώντας χάλαση των λείων μυικών ινών και επομένως διέυρυνση των αιμοφόρων αγγείων (με απώτερο αποτέλεσμα την μείωση της αρτηριακής πίεσης). Η δράση της φαιντολαμίνης είναι σχετικά παροδική και ο αποκλεισμός των α-αδρενεργικών υποδοχέων ατελής. Επίσης η φαιντολαμίνη διεγείρει τους β-αδρενεργικούς υποδοχείς και παράγει μια θετική ινότροπη και χρονότροπη επίδραση στην καρδιά και αυξάνει την καρδιακή παροχή. |
Φυσοστιγμίνη |
Η φυσοστιγμίνη (physostigmine) είναι ένα παρασυμπαθομιμητικό φάρμακο και συγκεκριμένα ένας αναστρέψιμος αναστολέας της χολινεστεράσης, που μπορεί αποτελεσματικά να αυξάνει την συγκέντρωση της ακετυλοχολίνης στις θέσεις της χολινεργικής μεταδόσεως (συνάψεις). Παρεμβαίνοντας στο μεταβολισμό της ακετυλοχολίνης, η φυσοστιγμίνη διεγείρει έμμεσα τόσο τους νικοτινικούς, όσο και τους μουσκαρινικούς υποδοχείς, λόγω της επακόλουθης αύξησης της διαθέσιμης ακετυλοχολίνης στη σύναψη. Η φυσοστιγμίνη χρησιμοποιείται κυρίως για τη θεραπεία του γλαυκώματος. Επειδή η φυσοστιγμίνη διαπερνά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, επίσης χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των επιδράσεων στο κεντρικό νευρικό σύστημα της υπερδοσολογίας ατροπίνης και άλλων αντιχολινεργικών φαρμάκων. |
Ιωδιούχο κάλιο |
Το ιωδιούχο κάλιο ενδείκνυται για χρήση μετά από πυρηνικά ατυχήματα με απελευθέρωση ραδιενεργών ισοτόπων ιωδίου για να αποτραπεί η πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου στον θυρεοειδή μετά τη λήψη ή την εισπνοή αυτής της ουσίας. Η πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου από τον θυρεοειδή μπορεί να ανασταλεί με τον κορεσμό, μέσω της πρόωρης πρόσληψης μίας υψηλής δόσης σταθερού ιωδίου. |
Πραλιδοξίμη |
Η πραλιδοξίμη (pralidoxime) είναι ένα αντίδοτο που χορηγείται σε δηλητηρίαση με οργανοφωσφορικά παρασιτοκτόνα και χημικές ουσίες. Η πραλιδοξίμη επανενεργοποιεί την ακετυλχολινεστεράση με διάσπαση του φωσφορικού εστερικού δεσμού που σχηματίζεται μεταξύ του οργανοφωσφορικού και της ακετυλοχολινεστεράσης (τα οργανοφωσφορικά αδρανοποιούν την ακετυλοχολινεστεράση). |
Πρωταμίνη |
Η θειική πρωταμίνη (protamine sulfate) είναι ένα έντονα αλκαλικό πολυκατιονικό πεπτίδιο, το οποίο συντίθεται από κεκαθαρμένο μίγμα θειικών ενώσεων πεπτιδίων που αποτελείται κυρίως από τα βασικά αμινοξέα αργινίνη (περισσότερο από 67%), προλίνη, σερίνη και βαλίνη. Η θειική πρωταμίνη εξουδετερώνει την αντιπηκτική δράση της ηπαρίνης. |
Μπλε της Πρωσίας |
Το αδιάλυτο μπλε της Πρωσίας δεσμεύει τα ισότοπα καισίου και θαλλίου στο γαστρεντερικό σωλήνα μετά την κατάποση ή απέκκριση αυτών των ισοτόπων στη χολή από το ήπαρ, μειώνοντας έτσι τη γαστρεντερική επαναρρόφηση (εντεροηπατική κυκλοφορία). |
Sodium calcium edetate |
|
Νιτρικό νάτριο |
|
Succimer |
|
Σουγκαμμαντέξη |
Η σουγκαμμαντέξη είναι μια τροποποιημένη γάμα κυκλοδεξτρίνη, η οποία είναι ένας εκλεκτικός παράγοντας δέσμευσης μυοχαλαρωτικών (Selective Relaxant Binding Agent). Σχηματίζει ένα σύμπλοκο με τους παράγοντες νευρομυϊκού αποκλεισμού, το ροκουρόνιο ή το βεκουρόνιο, στο πλάσμα και με τον τρόπο αυτό μειώνει την ποσότητα του παράγοντα νευρομυϊκού αποκλεισμού, που διατίθεται για να δεσμεύσει τους νικοτινικούς υποδοχείς στην νευρομυϊκή σύναψη. |
Υποθειώδες |
Το θειοθειικό νάτριο ενδείκνυται για χρήση μαζί με νιτρώδες νάτριο για τη θεραπεία οξείας δηλητηρίασης από κυάνιο, που κρίνεται ότι είναι απειλητική για τη ζωή. Επιπλέον, το θειοθειικό νάτριο ενδείκνυται για την πρόληψη της ωτοτοξικότητας που προκαλείται από χημειοθεραπεία. Ο μηχανισμός προστασίας από την ωτοτοξικότητα μπορεί να περιλαμβάνει αυξημένα επίπεδα ενδογενών αντιοξειδωτικών, αναστολή του ενδοκυττάριου οξειδωτικού στρες και άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ της σισπλατίνης και της ομάδας των θειολών με θειοθειικό νάτριο για την παραγωγή ανενεργών ειδών πλατίνης. |
Βιταμίνη Β12α |
Η υδροξοκοβαλαμίνη είναι ένα κυανιούχο αντίδοτο. Η δράση του στη θεραπεία της δηλητηρίασης από κυάνιο βασίζεται στην ικανότητά του να δεσμεύει ιόντα κυανίου. Κάθε μόριο υδροξοκοβαλαμίνης μπορεί να δεσμεύσει ένα ιόν κυανίου, υποκαθιστώντας το με τον υδροξο-συνδέτη που συνδέεται με το τρισθενές ιόν κοβαλτίου, για να σχηματίσει κυανοκοβαλαμίνη, η οποία στη συνέχεια απεκκρίνεται στα ούρα. |