Φαρμακοδυναμική
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Μη Στεροειδής Αντιφλεγμονώδης Παράγοντας, Οξικάμη
Κωδικός ATC: M01AC06
Το meloxicam είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ) της οικογένειας των οξικαμών, με αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες.
Η αντιφλεγμονώδης δράση της μελοξικάμης έχει αποδειχθεί σε κλασσικά μοντέλα φλεγμονής. Όπως και στην περίπτωση άλλων φαρμάκων ΜΣΑΦ, ο ακριβής μηχανισμός δράσης του δεν είναι γνωστός. Όμως, υπάρχει ένας τουλάχιστον μηχανισμός δράσης κοινός σε όλα τα ΜΣΑΦ (συμπεριλαμβανομένου και της μελοξικάμης): η αναστολή της βιοσύνθεσης των προσταγλανδινών, γνωστών διαμεσολαβητών της φλεγμονής.
Φαρμακοκινητική
Απορρόφηση
Η μελοξικάμη απορροφάται πλήρως μετά από ενδομυϊκή χορήγηση. Η σχετική βιοδιαθεσιμότητα όταν συγκρίθηκε με χορηγούμενες από το στόμα μορφές ήταν σχεδόν 100%. Κατά συνέπεια, δεν είναι αναγκαία η τροποποίηση της δόσης για μετάβαση από την ενδομυϊκή χορήγηση σε χορήγηση από το στόμα. Μετά από χορήγηση 15 mg ενδομυϊκά, οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα ήταν περίπου 1,62μg/ml και επιτεύχθηκαν περίπου σε 60 λεπτά.
Κατανομή
Η μελοξικάμη συνδέεται ισχυρά με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως με την αλβουμίνη (99%). Η μελοξικάμη εισέρχεται εύκολα στο αρθρικό υγρό για να δώσει συγκεντρώσεις περίπου μισές από αυτές του πλάσματος.
Ο όγκος κατανομής είναι χαμηλός, κατά μέσο όρο 11L. Η διαφορά μεταξύ των ατόμων είναι της τάξης του 30-40%.
Βιομετατροπή
Η μελοξικάμη υπόκειται σε εκτεταμένη ηπατική βιομετατροπή. Στα ούρα έχουν ταυτοποιηθεί τέσσερις διαφορετικοί μεταβολίτες του meloxicam, που είναι φαρμακοδυναμικά ανενεργοί. Ο κύριος μεταβολίτης, η 5'καρβοξυμελοξικάμη (60% της δόσης), σχηματίζεται με οξείδωση ενός ενδιάμεσου μεταβολίτη, της 5'υδροξυμεθυλομελοξικάμης, που επίσης αποβάλλεται στα ούρα σε μικρότερο όμως ποσοστό (9% της δόσης). Μελέτες in vitro δείχνουν ότι το CYP 2C9 παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτή τη μεταβολική οδό, με μικρή συμβολή του ισοενζύμου CYP 3Α4. Η δραστικότητα της υπεροξειδάσης του ασθενούς, είναι πιθανόν αντίστοιχα υπεύθυνη για τους άλλους δύο μεταβολίτες, που αντιστοιχούν στο 16% και 4% της χορηγούμενης δόσης.
Απομάκρυνση
Η μελοξικάμη απομακρύνεται πρωτίστως με τη μορφή μεταβολιτών και εμφανίζεται σε ίδιο ποσοστό στα ούρα και στα κόπρανα. Λιγότερο από 5% της ημερήσιας δόσης απομακρύνεται αμετάβλητο στα κόπρανα, ενώ στα ούρα εμφανίζονται μόνο ίχνη του μητρικού μορίου.
Η μέση ημιπερίοδος ζωής είναι περίπου 20 ώρες. Η ολική κάθαρση στο πλάσμα είναι περίπου 8mL/min.
Γραμμικότητα/μη γραμμικότητα
Η μελοξικάμη παρουσιάζει γραμμική φαρμακοκινητική για το εύρος των θεραπευτικών δόσεων 7,5 mg-15 mg μετά από ενδομυϊκή χορήγηση ή χορήγηση από το στόμα.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ηπατική/νεφρική ανεπάρκεια
Ούτε η ηπατική ούτε η ήπια ή μέτρια νεφρική ανεπάρκεια έχουν ουσιαστική επίδραση στη φαρμακοκινητική του meloxicam. Σε νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου, η αύξηση στον όγκο κατανομής μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερες συγκεντρώσεις ελεύθερου meloxicam και η ημερήσια δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 7,5 mg (βλ. παράγραφο 4.2).
Ηλικιωμένοι ασθενείς
Η μέση κάθαρση από το πλάσμα σε σταθεροποιημένη κατάσταση σε ηλικιωμένα άτομα ήταν ελαφρά χαμηλότερη από αυτήν που αναφέρθηκε για νεότερα άτομα.
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η τοξικολογική εικόνα της μελοξικάμης, όπως προκύπτει από προκλινικές μελέτες, είναι ίδια με εκείνη των ΜΣΑΦ: γαστρεντερικά έλκη και διαβρώσεις, νέκρωση των νεφρικών θηλών σε υψηλές δόσεις κατά τη διάρκεια χρόνιας χορήγησης σε δύο είδη ζώων.
Μελέτες κατά την αναπαραγωγή με από του στόματος χορήγηση σε επίμυες έδειξαν μείωση των ωορρηξιών και αναστολή της εμφύτευσης και εμβρυοτοξικές επιδράσεις (αύξηση των αποβολών) σε τοξικά για τις μητέρες επίπεδα δόσεων της τάξεως του 1 mg/kg και υψηλότερα. Μελέτες τοξικότητας στην αναπαραγωγή σε επίμυες και κόνικλους δεν απεκάλυψαν τερατογονικότητα σε από του στόματος δόσεις μέχρι 4 mg/kg σε επίμυες και 80 mg/kg σε κόνικλους.
Τα σχετικά επίπεδα δόσεων υπερβαίνουν την κλινική δόση (7,5-15 mg) κατά ένα συντελεστή 10 έως 5 φορές σε βάση δόσης mg/kg (για άτομο 75 kg). Οι εμβρυοτοξικές επιδράσεις στο τέλος της κύησης, κοινές για όλους τους αναστολείς σύνθεσης προσταγλανδινών, έχουν περιγραφεί. Καμιά ένδειξη για οποιαδήποτε μεταλλαξιογόνο επίδραση δεν βρέθηκε, είτε in vitro είτε in vivo. Κανένας κίνδυνος καρκινογένεσης δε βρέθηκε σε επίμυες και μύες σε δόσεις πολύ μεγαλύτερες αυτών που χρησιμοποιούνται κλινικά.
Ενεργά συστατικά
VG2QF83CGL - MELOXICAM
|
Σχετικό SPC
LOXITAN 15 mg/1,5 ml ενέσιμο διάλυμα.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.
ΠΧΠ 2010: LOXITAN Ενέσιμο διάλυμα