Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, φουροϊκή μομεταζόνη, ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
Το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται παρουσία εντοπισμένης λοίμωξης του ρινικού βλεννογόνου για την οποία δεν έχει χορηγηθεί θεραπεία, όπως απλός έρπης.
Εξαιτίας της ανασταλτικής δράσης των κορτικοστεροειδών στην επούλωση των τραυμάτων, οι ασθενείς οι οποίοι έχουν υποβληθεί πρόσφατα σε χειρουργική επέμβαση στη μύτη ή έχουν υποστεί τραυματισμό στην περιοχή αυτή, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν ρινικά κορτικοστεροειδή πριν την επούλωση του τραύματος.
Προφυλάξεις και προειδοποιήσεις
Ανοσοκαταστολή
Το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή, και μόνο όταν η χρήση του είναι απαραίτητη, σε ασθενείς με ενεργές ή μη ενεργές φυματιώδεις λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, ή με μη υποβληθείσες σε θεραπεία μυκητιασικές, βακτηριακές ή συστημικές ιογενείς λοιμώξεις.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν κορτικοστεροειδή οι οποίοι είναι δυνητικά σε ανοσοκαταστολή θα πρέπει να προειδοποιούνται για τον κίνδυνο έκθεσης σε ορισμένες λοιμώξεις (π.χ., ανεμοβλογιά, ιλαρά) και τη σημασία της λήψης ιατρικής συμβουλής εάν συμβεί τέτοια έκθεση.
Τοπικές Ρινικές Επιδράσεις
Ύστερα από 12 μήνες θεραπευτικής αγωγής με το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα σε μία μελέτη ασθενών με χρόνια ρινίτιδα, δεν υπήρχαν αποδείξεις ατροφίας του ρινικού βλεννογόνου. Επίσης, η φουροϊκή μομεταζόνη είχε την τάση να αναστρέφει τον ρινικό βλεννογόνο πλησιέστερα προς τον φυσιολογικό ιστολογικό φαινότυπο. Ωστόσο, ασθενείς που χρησιμοποιούν το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα για αρκετούς μήνες ή περισσότερο, θα πρέπει να υποβάλλονται περιοδικά σε εξετάσεις για πιθανές αλλοιώσεις του ρινικού βλεννογόνου. Εάν αναπτυχθεί εντοπισμένη μυκητιασική λοίμωξη της μύτης ή του φάρυγγα, μπορεί να απαιτηθεί η διακοπή της θεραπευτικής αγωγής με NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα ή η χορήγηση της κατάλληλης αγωγής. Η επιμονή του ρινοφαρυγγικού ερεθισμού μπορεί να αποτελεί ένδειξη διακοπής του NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα.
Το Nasonex δεν συνιστάται σε περίπτωση διάτρησης του ρινικού διαφράγματος (βλ. παράγραφο 4.8).
Σε κλινικές μελέτες, επίσταξη εμφανίστηκε σε υψηλότερη συχνότητα σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο. Η επίσταξη ήταν γενικά αυτοπεριοριζόμενη και μέτριας σοβαρότητας (βλ. παράγραφο 4.8).
Το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα περιέχει χλωριούχο βενζαλκόνιο το οποίο μπορεί να προκαλέσει ρινικό ερεθισμό.
Συστημικές επιδράσεις των κορτικοστεροειδών
Ενδέχεται να εμφανιστούν συστημικές επιδράσεις των ρινικών κορτικοστεροειδών, ιδιαίτερα σε υψηλές δόσεις για παρατεταμένες περιόδους. Αυτές οι επιδράσεις είναι πολύ λιγότερο πιθανό να συμβούν από ό, τι με από του στόματος κορτικοστεροειδή και μπορεί να ποικίλλουν σε μεμονωμένους ασθενείς και μεταξύ διαφορετικών παρασκευάσματων κορτικοστεροειδών. Πιθανές συστημικές επιδράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν σύνδρομο Cushing, χαρακτηριστικά τύπου Cushing, καταστολή των επινεφριδίων, καθυστέρηση της ανάπτυξης σε παιδιά και εφήβους, καταρράκτη, γλαύκωμα και πιο σπάνια, μια σειρά από ψυχολογικές και συμπεριφορικές επιδράσεις, συμπεριλαμβανομένων ψυχοκινητικής υπερκινητικότητας, διαταραχές του ύπνου, άγχος, κατάθλιψη, ή επιθετικότητα (ιδιαίτερα σε παιδιά).
Μετά από την ενδορρινική χρήση των κορτικοστεροειδών, έχουν αναφερθεί περιπτώσεις αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης (βλ. παράγραφο 4.8).
Ενδέχεται να αναφερθεί οπτική διαταραχή με τη συστηματική και τοπική (συμπεριλαμβανόμενης ενδορινικής, εισπνεόμενης και ενδοφθάλμιας) χρήση κορτικοστεροειδών. Εάν ένας ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα, όπως θολή όραση ή άλλες οπτικές διαταραχές, τότε θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο παραπομπής του ασθενούς σε οφθαλμίατρο για την αξιολόγηση των πιθανών αιτιών των οπτικών διαταραχών που ενδέχεται να περιλαμβάνουν καταρράκτη, γλαύκωμα ή σπάνιες ασθένειες, όπως κεντρική ορώδης χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια (ΚΟΧΑ) και που έχουν αναφερθεί μετά τη χρήση συστηματικών και τοπικών κορτικοστεροειδών.
Ασθενείς που μετατίθενται από μακροχρόνια χορήγηση συστηματικώς ενεργών κορτικοστεροειδών στο NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα, απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Η διακοπή των συστηματικών κορτικοστεροειδών σε τέτοιους ασθενείς μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα επινεφριδιακή ανεπάρκεια για κάποιους μήνες μέχρι την αποκατάσταση της λειτουργίας του άξονα ΥΥΕ. Εάν οι ασθενείς αυτοί εμφανίσουν σημεία και συμπτώματα επινεφριδιακής ανεπάρκειας, ή συμπτώματα σύνδρομου στέρησης (π.χ. πόνος στις αρθρώσεις και/ή μυϊκός πόνος, κόπωση και κατάθλιψη αρχικά) παρά την ανακούφιση από τα ρινικά συμπτώματα, θα πρέπει να ξαναρχίσει η χορήγηση συστηματικού κορτικοστεροειδούς και να εφαρμοσθούν άλλες μορφές θεραπευτικής αγωγής και τα κατάλληλα μέτρα. Η εν λόγω μετάθεση μπορεί επίσης να αποκαλύψει προϋπάρχουσες αλλεργικές καταστάσεις, όπως η αλλεργική επιπεφυκίτιδα και το έκζεμα, που είχαν προηγουμένως κατασταλεί από τη συστημική θεραπεία με κορτικοστεροειδή.
Η θεραπεία με δόσεις υψηλότερες από τις συνιστώμενες μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα κλινικώς σημαντική καταστολή των επινεφριδίων. Εάν υπάρχουν αποδείξεις για χρήση δόσεων υψηλότερων από τις συνιστώμενες, τότε θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η κάλυψη με επιπλέον συστηματικά κορτικοστεροειδή κατά τη διάρκεια περιόδων άγχους ή προγραμματισμένων χειρουργικών επεμβάσεων.
Ρινικοί Πολύποδες
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα δεν έχουν μελετηθεί για χρήση στη θεραπεία ετερόπλευρων πολυπόδων, πολυπόδων σχετιζόμενων με κυστική ίνωση ή πολυπόδων οι οποίοι αποφράσσουν εντελώς τις ρινικές κοιλότητες.
Ετερόπλευροι πολύποδες οι οποίοι είναι ασυνήθεις ή ακανόνιστοι σε εμφάνιση, κυρίως εάν είναι ελκώδεις ή αιμορραγικοί, θα πρέπει να αξιολογούνται περαιτέρω.
Επίδραση στην Ανάπτυξη στον Παιδιατρικό Πληθυσμό
Συνιστάται τακτική παρακολούθηση του ύψους των παιδιών που λαμβάνουν παρατεταμένη θεραπεία με ρινικά κορτικοστεροειδή. Εάν παρατηρηθεί καθυστέρηση της ανάπτυξης, η θεραπευτική αγωγή θα πρέπει να επανεξεταστεί με στόχο τη μείωση της δόσης του ρινικού κορτικοστεροειδούς, εάν αυτό είναι δυνατόν, στη χαμηλότερη δόση με την οποία διατηρείται ο αποτελεσματικός έλεγχος των συμπτωμάτων. Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η παραπομπή του ασθενούς σε ειδικό παιδίατρο.
Μη-ρινικά Συμπτώματα
Παρόλο που το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα θα ελέγχει τα ρινικά συμπτώματα στους περισσότερους ασθενείς, η ταυτόχρονη χρήση κατάλληλης επιπρόσθετης θεραπείας μπορεί να παρέχει πρόσθετη ανακούφιση των άλλων συμπτωμάτων, ειδικά των οφθαλμικών συμπτωμάτων.
Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σύνοψη του προφίλ ασφαλείας
Η επίσταξη ήταν γενικώς αυτοπεριοριζόμενη και μέτριας σοβαρότητας και εμφάνισε μεγαλύτερη επίπτωση σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (5%), αλλά με συγκρίσιμη ή μικρότερη επίπτωση σε σύγκριση με τα ρινικά κορτικοστεροειδή του ενεργού ελέγχου τα οποία μελετήθηκαν (μέχρι 15%) όπως αναφέρθηκαν σε κλινικές μελέτες για την αλλεργική ρινίτιδα. Η επίπτωση όλων των άλλων ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν συγκρίσιμη με αυτή του εικονικού φαρμάκου. Σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία για ρινική πολυποδίαση, η συνολική επίπτωση ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν παρόμοια με αυτή που παρατηρήθηκε σε ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα.
Συστημικές επιδράσεις των ρινικών κορτικοστεροειδών μπορούν να εμφανιστούν, ιδιαίτερα όταν συνταγογραφούνται σε υψηλές δόσεις για παρατεταμένες περιόδους.
Κατάλογος ανεπιθύμητων ενεργειών σε μορφή πίνακα
Οι σχετιζόμενες με τη θεραπεία ανεπιθύμητες ενέργειες (≥1%) που αναφέρθηκαν σε κλινικές δοκιμές σε ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα ή ρινική πολυποδίαση και κατά την περίοδο μετά την κυκλοφορία ανεξάρτητα από την ένδειξη αναφέρονται στον Πίνακα 1. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες κατατάσσονται σύμφωνα με την πρωτογενή κατηγορία οργάνικού συστήματος κατά MedDRA. Εντός κάθε κατηγορίας οργανικού συστήματος, οι ανεπιθύμητες ενέργειες κατατάσσονται με βάση τη συχνότητα. Οι συχνότητες ορίζονται ως εξής: Πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100 έως <1/10), Όχι συχνές (≥1/1.000 έως <1/100). Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών μετά την κυκλοφορία θεωρείται ως «μη γνωστή (δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα)».
Πίνακας 1. Ανεπιθύμητες ενέργειες σχετιζόμενες με τη θεραπεία που αναφέρθηκαν ανά κατηγορία οργανικού συστήματος και συχνότητας:
Λοιμώξεις και παρασιτώσεις
Συχνές: Φαρυγγίτιδα, Λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος†
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Μη γνωστές: Υπερευαισθησία συμπεριλαμβανόμενων αναφυλακτικών αντιδράσεων, αγγειοοίδημα, βρογχόσπασμος, και δύσπνοια
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές: Κεφαλαλγία
Οφθαλμικές διαταραχές
Μη γνωστές: Γλαύκωμα, Ενδοφθάλμια πίεση αυξημένη, Καταρράκτες, Όραση θολή (βλ. επίσης παράγραφο 4.4)
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου
Πολύ συχνές: Επίσταξη*
Συχνές: Επίσταξη, Αίσθημα καύσου της ρινός, Ρινικός ερεθισμός, Ρινική εξέλκωση
Μη γνωστές: Διάτρηση ρινικού διαφράγματος
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Συχνές: Ερεθισμός του λαιμού*
Μη γνωστές: Διαταραχές της γεύσης και της οσμής
* καταγράφηκε για δόση δύο φορές ημερησίως για ρινική πολυποδίαση
† καταγράφηκε σε μη γνωστή συχνότητα για δόση δύο φορές ημερησίως για ρινική πολυποδίαση
Παιδιατρικός πληθυσμός
Στον παιδιατρικό πληθυσμό, η επίπτωση των καταγεγραμμένων ανεπιθύμητων ενεργειών στις κλινικές μελέτες, π.χ. επίσταξης (6%), της κεφαλαλγίας (3%), του ρινικού ερεθισμού (2%) και του πταρμού (2%) ήταν συγκρίσιμη με αυτή του εικονικού φαρμάκου.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, Μεσογείων 284, 15562, Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: 213 2040380/337, Φαξ: 210 6549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες
(Βλ. 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση των συστηματικών κορτικοστεροειδών)
Διεξήχθη μια κλινική μελέτη αλληλεπίδρασης με λοραταδίνη. Δεν παρατηρήθηκαν αλληλεπιδράσεις.
Η ταυτόχρονη θεραπεία με αναστολείς του CYP3A, στους οποίους περιλαμβάνονται τα προϊόντα που περιέχουν κομπισιστάτη, αναμένεται να αυξήσει τον κίνδυνο συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Ο συνδυασμός θα πρέπει να αποφεύγεται, εκτός εάν το όφελος υπερτερεί του αυξημένου κινδύνου συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών από τα κορτικοστεροειδή και σε αυτή την περίπτωση οι ασθενείς παρακολουθούνται για συστηματικές επιδράσεις από τα κορτικοστεροειδή.
Κύηση
Δεν υπάρχουν καθόλου, ή υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα από τη χρήση φουροϊκής μομεταζόνης σε έγκυες γυναίκες. Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει αναπαραγωγική τοξικότητα (βλ. παράγραφο 5.3). Όπως συμβαίνει και με άλλα ρινικά σκευάσματα κορτικοστεροειδών, το NASONEX Ρινικό Εκνέφωμα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης, παρά μόνο εάν τα πιθανά οφέλη για τη μητέρα δικαιολογούν τους πιθανούς κινδύνους για τη μητέρα, το έμβρυο ή το βρέφος. Βρέφη που γεννήθηκαν από μητέρες, οι οποίες λάμβαναν κορτικοστεροειδή κατά την κύηση, θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά για υποεπινεφριδισμό.
Γαλουχία
Είναι άγνωστο εάν η φουροϊκή μομεταζόνη απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα. Όπως και με άλλα ρινικά σκευάσματα κορτικοστεροειδών, θα πρέπει να αποφασισθεί εάν θα διακοπεί ο θηλασμός ή θα διακοπεί/γίνει αποχή από τη θεραπεία με NASONEX ρινικό εκνέφωμα, λαμβάνοντας υπόψη το όφελος του θηλασμού για το παιδί και το όφελος της θεραπείας για τη γυναίκα.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Καμία γνωστή.
Σχετικό SPC
Nasonex 50 μικρογραμμάρια/ψεκασμό.
Ρινικό εκνέφωμα, Εναιώρημα.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.
ΠΧΠ : NASONEX Ρινικό εκνέφωμα, εναιώρημα