Αντενδείξεις
Το Daktarin αντενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Υπερευαισθησία στη μικοναζόλη, σε άλλα παράγωγα ιμιδαζόλης ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
- Σε βρέφη κάτω των 4 μηνών ή σε εκείνα τα οποία δεν έχουν αναπτύξει ακόμα το αντανακλαστικό της κατάποσης (βλ. παράγραφο 4.4).
- Σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία.
- Συγχορήγηση των παρακάτω φάρμακων που μεταβολίζονται μέσω τoυ ενζύμου CYP3Α4 (βλ. παράγραφο 4.5):
- υποστρώματα που είναι γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QT π.χ. τερφεναδίνη, αστεμιζόλη, μιζολαστίνη, σιζαπρίδη, δοφετιλίδη, κινιδίνη, πιμοζίδη, βεπριδίλη, αλοφαντρίνη, σερτινδόλη.
- τριαζολάμη, από του στόματος μιδαζολάμη,
- αναστολείς της HMG-CoA αναγωγάσης μεταβολιζόμενοι μέσω τoυ ενζύμου CYP3Α4, όπως σιμβαστατίνη και λοβαστατίνη (βλ. παράγραφο 4.5).
- αλκαλοειδή ερυσιβώδους όλυρας.
Προφυλάξεις και προειδοποιήσεις
Η μικοναζόλη απορροφάται συστηματικά και είναι γνωστό ότι αναστέλλει τα ένζυμα CYP2C9 και CYP3A4, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένη δράση της βαρφαρίνης. Έχουν αναφερθεί επεισόδια αιμορραγίας, ορισμένα με μοιραία αποτελέσματα, από την ταυτόχρονη χρήση στοματικής γέλης μικοναζόλης και βαρφαρίνης (βλ. παράγραφο 4.5). Αν προγραμματίζεται συγχορήγηση Daktarin με κουμαρινικά αντιπηκτικά θα πρέπει να εφιστάται η προσοχή και η αντιπηκτική δράση θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά και αν χρειάζεται να γίνεται επανακαθορισμός των δόσεων.
Συνιστάται να ελέγχονται τα επίπεδα μικοναζόλης και φαινυτοΐνης, όταν χορηγούνται ταυτόχρονα.
Σε ασθενείς οι οποίοι χρησιμοποιούν συγκεκριμένα υπογλυκαιμικά από το στόμα, όπως σουλφονυλουρίες, αναμένεται αυξημένη θεραπευτική δράση που μπορεί να οδηγήσει σε υπογλυκαιμία κατά τη συγχορήγηση με μικοναζόλη. Τα κατάλληλα μέτρα πρέπει να ληφθούν σε αυτή την περίπτωση (βλ. παράγραφο 4.5).
Είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη η μεταβλητότητα της ωρίμανσης του αντανακλαστικού της κατάποσης σε βρέφη, ειδικά όταν χορηγείται η γέλη μικοναζόλης σε βρέφη μεταξύ 4–6 μηνών. Το κατώτερο όριο ηλικίας θα πρέπει να αυξάνεται στην ηλικία των 5-6 μηνών, για πρόωρα νήπια ή για νήπια που παρουσιάζουν βραδεία νευρομυϊκή ανάπτυξη.
Πνιγμονή σε νήπια και μικρά παιδιά
Ειδικότερα σε νήπια και μικρά παιδιά (ηλικίας 4 μηνών–2 ετών), απαιτείται προσοχή, ώστε να είναι βέβαιο ότι η γέλη δεν αποφράσσει τον φάρυγγα. Ως εκ τούτου, η γέλη δεν θα πρέπει να χορηγείται βαθιά στον λαιμό. Κάθε δόση θα πρέπει να χωρίζεται σε μικρότερα τμήματα και να εφαρμόζεται στο στόμα με τη βοήθεια καθαρού δακτύλου. Παρακολουθείται ο ασθενής για πιθανή πνιγμονή. επίσης, λόγω του κινδύνου πνιγμονής, η γέλη δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε θηλές θηλαζουσών γυναικών για χορήγηση σε βρέφος.
Σοβαρές αντιδράσεις υπερευαισθησίας, συμπεριλαμβανομένης της αναφυλαξίας και του αγγειοοιδήματος, έχουν αναφερθεί κατά την αγωγή με σκευάσματα μικοζανόλης. Σε περίπτωση εμφάνισης αντιδράσεως που υποδηλώνει υπερευαισθησία ή ερεθισμό, η αγωγή οφείλει να διακοπεί.
Σοβαρές δερματικές αντιδράσεις (π.χ. τοξική επιδερμική νεκρόλυση και σύνδρομο Stevens-Johnson) έχουν αναφερθεί σε ασθενείς που λαμβάνουν μικοναζόλη (βλ. παράγραφο 4.8). Συνιστάται στους ασθενείς να ενημερώνονται για τα συμπτώματα των σοβαρών δερματικών αντιδράσεων. Η χρήση του σκευάσματος θα πρέπει να διακόπτεται με την πρώτη εμφάνιση δερματικού εξανθήματος.
Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Στοιχεία κλινικών μελετών
Η ασφάλεια του Daktarin εκτιμήθηκε σε 88 ενήλικες με στοματική καντιντίαση ή στοματική μυκητίαση, οι οποίοι συμμετείχαν σε μία τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη, διπλά τυφλή κλινική μελέτη και σε τρεις ανοιχτής επισήμανσης κλινικές μελέτες. Αυτοί οι ασθενείς πήραν τουλάχιστον μία δόση Daktarin για να ληφθούν τα στοιχεία ασφάλειας.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθησαν από τους ασθενείς που έλαβαν το Daktarin στις 4 κλινικές μελέτες φαίνονται στον Πίνακα 1.
Πίνακας 1. Ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν από τους ενήλικους ασθενείς στις 4 κλινικές μελέτες:
Σύστημα, Όργανο, Τάξη-Προτεινόμενος όρος κατά MedDRA | ποσοστό εμφάνισης % (N=88) |
---|---|
Διαταραχές νευρικού συστήματος | |
Δυσγευσία | 1,1 |
Γαστρεντερικές διαταραχές | |
Ξηροστομία | 2,3 |
Ναυτία | 4,5 |
Στοματική δυσφορία | 3,4 |
Εμετός | 1,1 |
Γενικές διαταραχές και διαταραχές στο σημείο εφαρμογής | |
Αλλοίωση της γεύσης του προϊόντος | 4,5 |
Η ασφάλεια του Daktarin εκτιμήθηκε σε 23 παιδιατρικούς ασθενείς με στοματική καντιντίαση, οι οποίοι συμμετείχαν σε μία τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, ανοιχτής επισήμανσης κλινική μελέτη σε παιδιά ηλικίας ≤1 μηνός μέχρι 10,7 ετών. Αυτοί οι ασθενείς πήραν τουλάχιστον μία δόση Daktarin για να ληφθούν τα στοιχεία ασφάλειας.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθησαν από τους παιδιατρικούς ασθενείς που έλαβαν το Daktarin στην κλινική μελέτη φαίνονται στον Πίνακα 2.
Πίνακας 2. Ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν από τους παιδιατρικούς ασθενείς που συμμετείχαν σε μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, ανοιχτής επισήμανσης κλινική μελέτη:
Σύστημα, Όργανο, Τάξη-Προτεινόμενος όρος κατά MedDRA | ποσοστό εμφάνισης % (N=23) |
---|---|
Γαστρεντερικές διαταραχές | |
Ναυτία | 13,0 |
Αναγωγές | 8,7 |
Εμετός | 13,0 |
Εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αρχικά ανιχνεύθηκαν κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας του Daktarin περιλαμβάνονται στον Πίνακα 3. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ταξινομούνται παρακάτω με βάση τη συχνότητα εμφάνισης, χρησιμοποιώντας την εξής συνθήκη: Πολύ συχνές ≥1/10, Συχνές ≥1/100, <1/10, Όχι συχνές ≥1/1.000, <1/100, Σπάνιες ≥1/10.000, <1/1.000, Πολύ σπάνιες <1/10.000, συμπεριλαμβανομένων μεμονωμένων αναφορών.
Στον Πίνακα 3, οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρουσιάζονται ανά κατηγορία συχνότητας σύμφωνα με τις αυθόρμητες αναφορές.
Πίνακας 3. Ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν κατά την κυκλοφορία του Daktarin ανά κατηγορία συχνότητας σύμφωνα με τις αυθόρμητες αναφορές:
Διαταραχές ανοσοποιητικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: Αναφυλακτικό σοκ, Υπερευαισθησία
Διαταραχές θωρακικές, αναπνευστικές και μεσοθωρακικές
Πολύ σπάνιες: Πνιγμονή (βλ.παράγραφο 4.3)
Γαστρεντερικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Διάρροια, Στοματίτιδα, Αποχρωματισμός της γλώσσας
Ηπατικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Ηπατίτιδα
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Πολύ σπάνιες: Αγγειοοίδημα, Τοξική επιδερμική νεκρόλυση, Σύνδρομο Stevens-Johnson, Κνίδωση, Εξάνθημα, Ανεπιθύμητη αντίδραση με ηωσινοφιλία και συστημικά συμπτώματα
Άγνωστη: Οξεία γενικευμένη εξανθηματική φλυκταίνωση
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων: Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562, Χολαργός, Αθήνα, Τηλ.: +30 213 2040380/337, Φαξ: +30 210 6549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες
Όταν λαμβάνετε συγχορηγούμενα φάρμακα, συμβουλευθείτε την αντίστοιχη επισήμανση για πληροφορίες σχετικά με την οδό μεταβολισμού.
Η μικοναζόλη μπορεί να αναστείλει τον μεταβολισμό φαρμάκων τα οποία μεταβολίζονται από τα ενζυμικά συστήματα CYP3A4 και CYP2C9. Τούτο μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση και/ή την επιμήκυνση της δράσης των εν λόγω φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων παρενεργειών.
Παραδείγματα τέτοιων φαρμάκων είναι:
Φάρμακα που υπόκεινται σε μεταβολισμό από το CYP3A4 και που δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια θεραπείας με μικοναζόλη:
- τερφεναδίνη, αστεμιζόλη, μιζολαστίνη, σιζαπρίδη, βεπριδίλη, αλοφαντρίνη, σερτινδόλη
- τριαζολάμη, από του στόματος μιδαζολάμη, δοφετιλίδη, κινιδίνη, πιμοζίδη,
- αναστολείς της HMG-CoA αναγωγάσης μεταβολιζόμενοι μέσω τoυ ενζύμου CYP3Α4, όπως σιμβαστατίνη και λοβαστατίνη.
- Η σιζαπρίδη μεταβολίζεται στο ήπαρ από το ένζυμο CYP3A4. Επειδή οι αζόλες, όπως η μικοναζόλη, αναστέλλουν το ένζυμο αυτό, η σύγχρονη χορήγηση της σιζαπρίδης με τις ουσίες αυτές μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαταραχών του καρδιακού ρυθμού (επιμήκυνση του QT διαστήματος, κοιλιακές αρρυθμίες, Torsade de Pointes).
- αλκαλοειδή ερυσιβώδους όλυρας.
Φάρμακα που υπόκεινται σε μεταβολισμό από το CYP2C9 και που δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια θεραπείας με μικοναζόλη:
- βαρφαρίνη.
Φάρμακα των οποίων τα επίπεδα στο πλάσμα, οι δράσεις και οι ανεπιθύμητες ενέργειες πρέπει να παρακολουθούνται. Η δοσολογία των φαρμάκων αυτών, εάν συγχορηγούνται με μικοναζόλη, θα πρέπει να μειώνεται αν κρίνεται αναγκαίο και ενδεχομένως να παρακολουθούνται τα επίπεδα του πλάσματος
Φάρμακα που υπόκεινται σε μεταβολισμό από το CYP2C9 (βλ. παράγραφο 4.4)
- Αντιπηκτικά κουμαρίνης λαμβανόμενα από του στόματος
- Από του στόματος λαμβανόμενα υπογλυκαιμικά (CYP2C9), όπως σουλφονυλουρίες
- Φαινυτοΐνη
Άλλα φάρμακα που υπόκεινται σε μεταβολισμό από το CYP3A4
- Αναστολείς της HIV πρωτεάσης, όπως η σακουιναβίρη.
- Ορισμένα αντικαρκινικά φάρμακα, όπως αλκαλοειδή της Vinca, βουσουλφάνη και δοσεταξέλη.
- Αναστολείς της αντλίας ιόντων ασβεστίου μεταβολιζόμενοι μέσω του ενζύμου CYP3Α4, όπως διυδροπυριδίνες και πιθανώς βεραπαμίλη.
- Ορισμένα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα: κυκλοσπορίνη, tacrolimus, sirolimus (=ραπαμυκίνη).
- Άλλα: καρβαμαζεπίνη, βουσπιρόνη, αλφαιντανύλη, σιλδεναφίλη, αλπραζολάμη, βρωτιζολάμη, σιλοσταζόλη, δισοπυραμίδη, μιδαζολάμη χορηγούμενη ενδοφλέβια, ριφαμπουτίνη, μεθυλπρεδνιζολόνη, τριμετρεξάτη, εβαστίνη, ρεβοξετίνη.
Κύηση
Δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε εγκυμονούσες γυναίκες. Σε μελέτες σε ζώα, η μικοναζόλη δεν επέδειξε τερατογόνες επιδράσεις αλλά επέδειξε εμβρυοτοξικότητα σε υψηλές δόσεις από του στόματος. Η σημασία αυτού του ευρήματος στον άνθρωπο είναι άγνωστη. Σε σχετικές κλινικές εκθέσεις, μελέτες σε ζώα δεν δείχνουν άμεσες ή έμμεσες επιβλαβείς επιδράσεις σε σχέση με την αναπαραγωγική τοξικότητα. Ως προληπτικό μέτρο, θα ήταν προτιμότερο να αποφύγετε τη χρήση του Daktarin κατά τη διάρκεια της κύησης, εκτός και αν το όφελος της θεραπείας του ασθενή αντισταθμίζει τον πιθανό κίνδυνο στο έμβρυο.
Γαλουχία
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για την απέκκριση της μικοναζόλης ή των μεταβολιτών της στο ανθρώπινο γάλα, συνεπώς πρέπει να χορηγείται με πολύ προσοχή κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Το Daktarin δεν επηρεάζει την εγρήγορση ή την ικανότητα οδήγησης.
Σχετικό SPC
Daktarin 2% w/w στοματική γέλη.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.