Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Ασεκλοφενάκη εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Κορτικοστεροειδή
Υπάρχει αυξηµένος κίνδυνος γαστρεντερικής εξέλκωσης ή αιµορραγίας κατά την συγχορήγηση ΜΣΑΦ και κορτικοστεροειδών.
Ήπια έως µέτρια νεφρική δυσλειτουργία
Η χορήγηση ενός ΜΣΑΦ µπορεί να προκαλέσει δοσοεξαρτώµενη µείωση στο σχηµατισµό των προσταγλανδινών και να επιταχύνει τη νεφρική ανεπάρκεια. Η σηµασία των προσταγλανδινών στη διατήρηση της νεφρικής αιµατικής ροής πρέπει να λαµβάνεται υπόψη σε ασθενείς µε έκπτωση της καρδιακής ή νεφρικής λειτουργίας, µε ηπατική δυσλειτουργία, σε αυτούς που λαµβάνουν θεραπεία µε διουρητικά ή αναρρώνουν από σοβαρή χειρουργική επέµβαση και στους ηλικιωµένους.
Οι ασθενείς µε ήπια έως µέτρια νεφρική δυσλειτουργία και οι ηλικιωµένοι πρέπει να βρίσκονται υπό παρακολούθηση, αφού η χρήση ΜΣΑΦ µπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας. Πρέπει να χρησιµοποιείται η χαµηλότερη αποτελεσµατική δόση και η νεφρική λειτουργία πρέπει να παρακολουθείται τακτικά. Οι επιδράσεις στη νεφρική λειτουργία είναι συνήθως αναστρέψιµες µε τη διακοπή της ασεκλοφενάκης.
Νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 2 (GFR:60-89 mL/min/1.73 m2)
Νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 3α (GFR:45-59 mL/min/1.73 m2)
Νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 3β (GFR:30-44 mL/min/1.73 m2)
Ήπια έως µέτρια ηπατική δυσλειτουργία
Στενή ιατρική παρακολούθηση απαιτείται σε ασθενείς που υποφέρουν από ήπια έως µέτρια ηπατική δυσλειτουργία. Εάν οι µη φυσιολογικοί έλεγχοι της ηπατικής λειτουργίας επιµένουν ή επιδεινώνονται, ή εάν εµφανιστούν κλινικά σηµεία ή συµπτώµατα που παραπέµπουν σε ηπατική νόσο ή παρουσιαστούν άλλα συµπτώµατα (όπως ηωσηνοφιλία, εξάνθηµα), η χορήγηση του φαρµάκου πρέπει να διακοπεί.
Ηπατική ανεπάρκεια σταδίου II
Αντιδιαβητικά
Κλινικές µελέτες έχουν δείξει ότι η ασεκλοφενάκη µπορεί να χορηγείται σε συνδυασµό µε από του στόµατος αντιδιαβητικά χωρίς να επηρεάζει την κλινική δράση τους. Εντούτοις επειδή έχουν αναφερθεί µεµονωµένες περιπτώσεις υπογλυκαιµίας ή υπεργλυκαιµίας µε τη συγχορήγηση της ασεκλοφενάκης, πρέπει να εξετάζεται ο επαναπροσδιορισµός της δοσολογίας των υπογλυκαιµικών φαρµάκων.
Αντιπηκτικά
Όπως και τα άλλα ΜΣΑΦ, η ασεκλοφενάκη ενισχύει τη δράση των αντιπηκτικών. Γι' αυτό ασθενείς που λαμβάνουν ασεκλοφενάκη μαζί με αντιπηκτικά πρέπει να παρακολουθούνται στενά.
Αντιαιµοπεταλιακούς παράγοντες και SSRIs
Αντιαιµοπεταλιακοί παράγοντες και εκλεκτικοί αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs) συνδυαζόµενοι µε τα ΜΣΑΦ µπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αιµορραγίας του γαστρεντερικού.
Εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης
Καρδιακές γλυκοσίδες
Τα ΜΣΑΦ μπορεί να επιδεινώσουν την καρδιακή ανεπάρκεια, να μειώσουν το GFR (ρυθμός σπειραματικής διήθησης) και να αυξήσουν τα επίπεδα των καρδιακών γλυκοσίδων στο πλάσμα.
Αντιυπερτασικά
Τα ΜΣΑΦ µπορεί να µειώσουν τη δράση των αντιυπερτασικών. Ο κίνδυνος εµφάνισης οξείας νεφρικής ανεπάρκειας, η οποία είναι συνήθως αναστρέψιµη, µπορεί να είναι αυξηµένος σε µερικούς ασθενείς µε έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας (π.χ. αφυδατωµένοι ασθενείς ή ηλικιωµένοι ασθενείς) όταν αναστολείς ΜΕΑ ή ανταγωνιστές της αγγειοτενσίνης II συνδυάζονται µε ΜΣΑΦ. Συνεπώς, ο συνδυασµός πρέπει να χορηγείται µε προσοχή ιδιαίτερα στους ηλικιωµένους. Οι ασθενείς πρέπει να ενυδατώνονται επαρκώς και πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόµενο παρακολούθησης της νεφρικής λειτουργίας µετά την έναρξη της σύγχρονης θεραπείας, και µετέπειτα περιοδικά.
Διουρητικά
Η νεφροτοξικότητα των ΜΣΑΦ αυξάνεται, όταν συγχορηγούνται με διουρητικά, ενώ παράλληλα τα ΜΣΑΦ παρεμποδίζουν τη δράση των διουρητικών. Η ασεκλοφενάκη όπως και άλλα ΜΣΑΦ µπορεί να παρεµποδίσει την δράση των διουρητικών. Αν και δεν έχει δειχθεί ότι επηρεάζει τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης όταν συγχορηγείται µε βενδροφλουαζίδη, δεν µπορεί να αποκλεισθεί ότι υπάρχουν αλληλεπιδράσεις µε άλλα διουρητικά.
Καλιοπροστατευτικά διουρητικά
H ασεκλοφενάκη όταν συγχορηγείται με καλιοπροστατευτικά διουρητικά και ανταγωνιστές της αλδοστερόνης πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα του καλίου, διότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος υπερκαλιαιμίας.
Κινιλόνες
Μπορεί να συμβούν σπασμοί εξαιτίας της αλληλεπίδρασης μεταξύ των κινολονών και των ΜΣΑΦ. Αυτό μπορεί να συμβεί σε ασθενείς με ή χωρίς προηγούμενο ιστορικό επιληψίας ή σπασμών. Γι' αυτό πρέπει να δίνεται προσοχή κατά τη χορήγηση των κινολονών σε ασθενείς που λαμβάνουν ήδη ΜΣΑΦ.
Άλλες κινολόνες
Γονιµότητα
Τα ΜΣΑΦ µπορεί να µειώσουν τη γονιµότητα και δε συνιστώνται σε γυναίκες που προσπαθούν να συλλάβουν. Η προσωρινή διακοπή της ασεκλοφενάκης πρέπει να εξετάζεται σε γυναίκες που έχουν δυσκολίες να συλλάβουν ή που υποβάλλονται σε εξετάσεις υπογονιµότητας.
Κυκλοσπορίνη
Η χορήγηση ΜΣΑΦ µαζί µε κυκλοσπορίνη πιστεύεται ότι αυξάνει τον κίνδυνο νεφροτοξικότητας λόγω της µειωµένης σύνθεσης προστακυκλίνης στους νεφρούς. Συνεπώς, κατά τη διάρκεια της θεραπείας συνδυασµού είναι σηµαντικό να παρακολουθείται στενά η νεφρική λειτουργία.
Λίθιο
H ασεκλοφενάκη μειώνει την απέκκριση του λιθίου με αποτέλεσμα να αυξάνει τις συγκεντρώσεις του λιθίου, με επικείμενο αυξημένο κίνδυνο τοξικότητας. Ο συνδυασµός πρέπει να αποφεύγεται εκτός και εάν µπορεί να διεξάγεται συχνή παρακολούθηση των επιπέδων λιθίου.
Μεθοτρεξάτη
Πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η πιθανή αλληλεπίδραση των ΜΣΑΦ και της µεθοτρεξάτης ακόµη και όταν χορηγούνται χαµηλές δόσεις µεθοτρεξάτης, ειδικά σε ασθενείς µε µειωµένη νεφρική λειτουργία. Όταν πρέπει να χρησιµοποιείται θεραπεία συνδυασµού, πρέπει να παρακολουθείται η νεφρική λειτουργία. Προσοχή απαιτείται επίσης όταν χορηγείται ένα ΜΣΑΦ και µεθοτρεξάτη µέσα σε διάστηµα 24 ωρών το ένα από το άλλο καθώς τα επίπεδα µεθοτρεξάτης µπορεί να αυξηθούν και να οδηγήσουν σε αυξηµένη τοξικότητα, διότι τα πρώτα αυξάνουν τα επίπεδα της μεθοτρεξάτης στο πλάσμα (μειώνουν πιθανώς απέκκριση της μεθοτρεξάτης).
Τακρόλιµους
Η χορήγηση ΜΣΑΦ µαζί µε τακρόλιµους πιστεύεται ότι αυξάνει τον κίνδυνο νεφροτοξικότητας λόγω της µειωµένης σύνθεσης προστακυκλίνης στους νεφρούς. Συνεπώς, κατά τη διάρκεια της θεραπείας συνδυασµού είναι σηµαντικό να παρακολουθείται στενά η νεφρική λειτουργία.
Ζιδοβουδίνη
Όταν χορηγούνται ΜΣΑΦ µε ζιδοβουδίνη υπάρχει αυξηµένος κίνδυνος αιµατολογικής τοξικότητας. Υπάρχουν ενδείξεις αυξηµένου κινδύνου αιµαρθρώσεων και αιµατώµατος σε HIV θετικούς αιµορροφιλικούς που λαµβάνουν ταυτόχρονη θεραπεία µε ζιδοβουδίνη και ιβουπροφένη.
Βρογχικό άσθµα
Απαιτείται προσοχή εάν χορηγείται ασεκλοφενάκη σε ασθενείς που πάσχουν από, ή έχουν προηγούµενο ιστορικό βρογχικού άσθµατος καθώς έχει αναφερθεί ότι τα ΜΣΑΦ επιταχύνουν το βρογχόσπασµο σε τέτοιους ασθενείς.
Ηπατική πορφυρία
Η χορήγηση ασεκλοφενάκης σε ασθενείς µε ηπατική πορφυρία µπορεί να προκαλέσει επεισόδιο.
Κύηση
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τη χρήση της ασεκλοφενάκης κατά την εγκυμοσύνη. Η αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την κύηση ή/και την ανάπτυξη του εμβρύου. Δεδομένα από επιδημιολογικές μελέτες υποδηλώνουν αυξημένο κίνδυνο αποβολών, καρδιακών δυσμορφιών ή γαστροσχιστιών μετά τη χρήση ενός αναστολέα της σύνθεσης των προσταγλανδινών κατά τα πρώτα στάδια της κύησης. Ο απόλυτος κίνδυνος για καρδιαγγειακές δυσπλασίες ήταν αυξημένος από λιγότερο από 1% έως και περίπου 1,5%. Ο κίνδυνος πιστεύεται ότι αυξάνει με τη δόση και τη διάρκεια της θεραπείας.
Η χορήγηση ενός αναστολέα της σύνθεσης προσταγλανδινών σε ζώα έχει δείξει ότι οδηγεί σε αυξημένη απώλεια προ- και μετά την εμφύτευση και σε θνητότητα των εμβρύων. Επιπρόσθετα, έχουν αναφερθεί αυξημένα περιστατικά ποικίλων δυσμορφιών, συμπεριλαμβανομένων καρδιαγγειακών δυσμορφιών σε ζώα στα οποία χορηγήθηκε αναστολέας της σύνθεσης προσταγλανδινών κατά την οργανογεννητική περίοδο. Κατά το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο της κύησης, η ασεκλοφενάκη δεν πρέπει να χορηγείται εκτός και εάν κρίνεται σαφώς απαραίτητο. Εάν η ασεκλοφενάκη χρησιμοποιείται από μία γυναίκα που προσπαθεί να συλλάβει, ή κατά το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο της κύησης, η δόση πρέπει να παραμένει όσο το δυνατόν χαμηλότερη και η διάρκεια της θεραπείας όσο το δυνατόν συντομότερη.
Κατά το τελευταίο τρίμηνο της κύησης, όλοι οι αναστολείς της σύνθεσης προσταγλανδινών μπορεί να εκθέσουν το έμβρυο σε:
- Καρδιοπνευμονική τοξικότητα (με πρόωρο κλείσιμο του αρτηριακού πόρου και πνευμονική υπέρταση).
- Νεφρική δυσλειτουργία, που μπορεί να εξελιχθεί σε νεφρική ανεπάρκεια με ολιγοϋδράμνιο.
Τη μητέρα και το νεογνό, στο τέλος της κύησης, σε:
- Πιθανή παράταση του χρόνου αιμορραγίας, μία αντιθρομβωτική επίδραση που μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και σε πολύ χαμηλές δόσεις.
- Αναστολή των συσπάσεων της μήτρας οδηγώντας σε καθυστερημένο ή παρατεταμένο τοκετό.
Συνεπώς, η ασεκλοφενάκη αντενδείκνυται κατά το τρίτο τρίμηνο της κύησης.
Γαλουχία
∆εν υπάρχουν πληροφορίες για την απέκκριση της ασεκλοφενάκης στο µητρικό γάλα. ∆εν υπήρξε εντούτοις αξιοσηµείωτη µεταφορά της ραδιοσηµασµένης µε C14 ασεκλοφενάκης στο γάλα των θηλαζόντων επίµυων.
Καρκινογένεση, μεταλλάξεις, στείρωση
Γονιμότητα
Τα ΜΣΑΦ μπορεί να μειώσουν τη γονιμότητα και δε συνιστώνται σε γυναίκες που προσπαθούν να συλλάβουν. Η προσωρινή διακοπή της ασεκλοφενάκης πρέπει να εξετάζεται σε γυναίκες που έχουν δυσκολίες να συλλάβουν ή που υποβάλλονται σε εξετάσεις υπογονιμότητας.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Ασθενείς που υποφέρουν από ζάλη, ίλιγγο ή άλλες διαταραχές του κεντρικού νευρικού συστήματος ενώ λαμβάνουν ΜΣΑΦ δεν πρέπει να οδηγούν ή να χειρίζονται μηχανήματα.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Γαστρεντερικές: Οι συνηθέστερα παρατηρούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι γαστρεντερικής φύσης. Με τα ΜΣΑΦ μπορεί να προκληθούν πεπτικά έλκη, διάτρηση ή αιμορραγία του γαστρεντερικού σωλήνα, μερικές φορές θανατηφόρα, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους. Μετά από χορήγηση ΜΣΑΦ έχουν αναφερθεί ναυτία, έμετος, διάρροια, μετεωρισμός, δυσκοιλιότητα, δυσπεψία, κοιλιακό άλγος, μέλαινα, αιματέμεση, ελκώδης στοματίτιδα, επιδείνωση της κολίτιδας και της νόσου του Crohn. Λιγότερο συχνά έχει παρατηρηθεί γαστρίτιδα.
Δερματολογικές: Πομφολυγώδεις αντιδράσεις συμπεριλαμβανομένου του Συνδρόμου Stevens-Johnson και της Τοξικής Επιδερμικής Νεκρόλυσης (πολύ σπάνια). Φωτοευαισθησία.
Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, έχουν αναφερθεί σοβαρές επιπλοκές δερματικών λοιμώξεων και λοιμώξεων των μαλακών ιστών κατά τη διάρκεια ανεμοβλογιάς σε συνδυασμό με θεραπεία με ΜΣΑΦ.
Σε περίπτωση που εμφανίζονται σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, η χορήγηση του φαρμάκου πρέπει να διακόπτεται.
Το παρακάτω είναι ένας πίνακας ανεπιθύμητων αντιδράσεων που έχουν αναφερθεί από κλινικές μελέτες και από τη χρήση μετά τη κυκλοφορία, ταξινομημένες ανά Κατηγορία-Οργάνου Συστήματος και υπολογισμένες συχνότητες.
Πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100 έως <1/10), όχι συχνές (≥1/1.000 έως <1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως <1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000).
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Σπάνιες: Αναιμία
Πολύ σπάνιες: Καταστολή του μυελού των οστών, Κοκκιοκυτταροπενία, Θρομβοπενία, Ουδετεροπενία, Αιμολυτική αναιμία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Σπάνιες: Αναφυλακτική αντίδραση (συμπεριλαμβανο-μένης καταπληξίας), Υπερευαισθησία
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Πολύ σπάνιες: Υπερκαλιαιμία
Ψυχιατρικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Κατάθλιψη, Ανώμαλα όνειρα, Αϋπνία
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές: Ζάλη
Πολύ σπάνιες: Παραισθησία, Τρόμος, Υπνηλία, Κεφαλαλγία, Δυσγευσία (μη φυσιολογική γεύση)
Οφθαλμικές διαταραχές
Σπάνιες: Οπτική διαταραχή
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου
Πολύ σπάνιες: Ίλιγγος, Εμβοές
Καρδιακές διαταραχές
Σπάνιες: Καρδιακή ανεπάρκεια
Πολύ σπάνιες: Αίσθημα παλμών
Αγγειακές διαταραχές
Σπάνιες: Υπέρταση
Πολύ σπάνιες: Ερυθρότητα, Έξαψη, Εξάψεις, Αγγειίτιδα
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου
Σπάνιες: Δύσπνοια
Πολύ σπάνιες: Βρογχόσπασμος, Εισπνευστικός συριγμός
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Συχνές: Δυσπεψία, Κοιλιακό άλγος, Ναυτία, Διάρροια
Όχι συχνές: Μετεωρισμός, Γαστρίτιδα, Δυσκοιλιότητα, Έμετος, Εξέλκωση του στόματος
Σπάνιες: Μέλαινα, Γαστρεντερική αιμορραγία, Γαστρεντερική εξέλκωση
Πολύ σπάνιες: Στοματίτιδα, Αιματέμεση, Διάτρηση του εντέρου,Παρόξυνση νόσου του Crohn και ελκώδους κολίτιδας, Παγκρεατίτιδα
Διαταραχές ήπατος και χοληφόρων
Συχνές: Αυξημένα ηπατικά ένζυμα
Πολύ σπάνιες: Ηπατική βλάβη (συμπεριλαμβανομέ-νης της ηπατίτιδας), Ίκτερος, Αυξημένη αλκαλική φωσφατάση αίματος
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Όχι συχνές: Κνησμός, Εξάνθημα, Δερματίτιδα, Κνίδωση
Σπάνιες: Αγγειοοίδημα
Πολύ σπάνιες: Πορφύρα, Σοβαρή βλεννογονοδερματική δερματική αντίδραση (συμπεριλαμβανομέ-νου του συνδρόμου Stevens Johnson και της Τοξικής Επιδερμικής Νεκρόλυσης
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Όχι συχνές: Αυξημένη ουρία αίματος, Αυξημένη κρεατινίνη αίματος
Πολύ σπάνιες: Νεφρική ανεπάρκεια, Νεφρωσικό σύνδρομο
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Οίδημα, Κόπωση, Κράμπες στα πόδια
Παρακλινικές εξετάσεις
Πολύ σπάνιες: Σωματικό βάρος αυξημένο
Οίδημα, υπέρταση, και καρδιακή ανεπάρκεια, έχουν αναφερθεί σε σχέση με τη θεραπεία με ΜΣΑΦ.
Η ασεκλοφενάκη είναι δομικά συγγενής και μεταβολίζεται στη δικλοφενάκη για την οποία ένας μεγάλος αριθμός κλινικών και επιδημιολογικών δεδομένων υποδεικνύουν σταθερά αυξημένο κίνδυνο γενικών αρτηριακών θρομβωτικών περιστατικών (έμφραγμα του μυοκαρδίου ή αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, ιδιαίτερα σε υψηλές δόσεις και σε μακροχρόνια θεραπεία). Επίσης από επιδημιολογικά στοιχεία έχει βρεθεί αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης οξέος στεφανιαίου συνδρόμου και εμφράγματος του μυοκαρδίου που σχετίζονται με τη χρήση ασεκλοφενάκης.