Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Αφλιβερσέπτη ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Διαταραχή της όρασης λόγω διαβητικού οιδήματος της ωχράς κηλίδας (DME)
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοοφθαλμικά (στο υαλοειδής σώμα) – όλες οι ηλικίες – 2 mg μία φορά κάθε μήνα
2 mg μία φορά κάθε μήνα | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 2 - 2 mg |
Δοσολογικό σχήμα | Από 2 έως 2 mg μία φορά ανά 30 ημέρες |
Δόση εφόδου | 2 mg |
Δόση συντήρησης | 2 mg |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η συνιστώμενη δόση είναι 2 mg αφλιβερσέπτης, που ισοδυναμεί με 50 μικρολίτρα. Η θεραπεία με την αφλιβερσέπτη ξεκινά με μία ένεση ανά μήνα για πέντε διαδοχικές δόσεις, και στη συνέχεια από μία ένεση κάθε δύο μήνες. Δεν απαιτείται παρακολούθηση του ασθενούς μεταξύ των ενέσεων. Mετά τους πρώτους 12 μήνες θεραπείας με την αφλιβερσέπτη, και βάση της οπτικής οξύτητας και/ή των ανατομικών αποτελεσμάτων, το μεσοδιάστημα μεταξύ των θεραπειών μπορεί να επεκταθεί, όπως με ένα δοσολογικό σχήμα θεραπείας και επέκτασης κατά το οποίο τα μεσοδιαστήματα των θεραπειών αυξάνονται σταδιακά ώστε να διατηρηθεί σταθερή η οπτική οξύτητα και/ή τα ανατομικά αποτελέσματα. Ωστόσο δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα που να ορίζουν τη διάρκεια αυτών των μεσοδιαστημάτων. Εάν η οπτική οξύτητα και/ή τα ανατομικά αποτελέσματα επιδεινωθούν, τα μεσοδιαστήματα θεραπείας θα πρέπει να μειωθούν αντιστοίχως. Το πρόγραμμα παρακολούθησης θα πρέπει επομένως να καθορίζεται από τον θεράποντα γιατρό και πιθανώς να είναι συχνότερο από τις προγραμματισμένες ενέσεις. Εάν τα οπτικά και ανατομικά αποτελέσματα δείχνουν ότι ο ασθενής δεν ωφελείται από τη συνεχιζόμενη θεραπεία, η αφλιβερσέπτη θα πρέπει να διακοπεί. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η βελόνα της ένεσης πρέπει να εισάγεται 3,5-4 mm πίσω από το σκληροκερατοειδές όριο μέσα στην ϋαλοειδική κοιλότητα, αποφεύγοντας τον οριζόντιο μεσημβρινό και στοχεύοντας προς το κέντρο του βολβού. Στη συνέχεια χορηγείται ο ενέσιμος όγκος των 0,05 ml. Διαφορετικό σημείο του σκληρού θα πρέπει να χρησιμοποιείται στις επακόλουθες ενέσεις. Αμέσως μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται για αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Η κατάλληλη παρακολούθηση μπορεί να περιλαμβάνει έλεγχο της αιμάτωσης της κεφαλής του οπτικού νεύρου ή τονομέτρηση. Εάν απαιτείται, θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος αποστειρωμένος εξοπλισμός για παρακέντηση. Μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, στους ασθενείς πρέπει να δοθούν οδηγίες για την αναφορά τυχόν συμπτωμάτων που μπορεί να υποδηλώνουν ενδοφθαλμίτιδα (π.χ. πόνος του οφθαλμού, ερυθρότητα του οφθαλμού, φωτοφοβία, θολή όραση) χωρίς καθυστέρηση. |
Νεοαγγειακή (υγρού τύπου) ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοοφθαλμικά (στο υαλοειδής σώμα) – όλες οι ηλικίες – 2 mg μία φορά κάθε μήνα
2 mg μία φορά κάθε μήνα | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 2 - 2 mg |
Δοσολογικό σχήμα | Από 2 έως 2 mg μία φορά ανά 30 ημέρες |
Δόση εφόδου | 2 mg |
Δόση συντήρησης | 2 mg |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η συνιστώμενη δόση είναι 2 mg αφλιβερσέπτης, που ισοδυναμεί με 50 μικρολίτρα. Η θεραπεία με την αφλιβερσέπτη ξεκινά με μία ένεση ανά μήνα για τρεις διαδοχικές δόσεις. Στη συνέχεια το μεσοδιάστημα της θεραπείας επεκτείνεται σε δύο μήνες. Με βάση την κρίση του θεράποντα ιατρού για την οπτική οξύτητα και/ή τα ανατομικά αποτελέσματα, το μεσοδιάστημα μεταξύ των θεραπειών μπορεί να διατηρηθεί στους δύο μήνες ή να επεκταθεί περισσότερο, χρησιμοποιόντας ένα δοσολογικό σχήμα θεραπείας και επέκτασης κατά το οποίο τα μεσοδιαστήματα των ενέσεων αυξάνονται σε 2- ή 4-εβδομαδιαίες προσαυξήσεις ώστε να διατηρηθεί σταθερή η οπτική οξύτητα και/ή τα ανατομικά αποτελέσματα. Εάν η οπτική οξύτητα και/ή τα ανατομικά αποτελέσματα επιδεινωθούν, τα μεσοδιαστήματα θεραπείας θα πρέπει να μειωθούν αντιστοίχως στο ελάχιστο των δύο μηνών κατά τη διάρκεια των πρώτων 12 μηνών της θεραπείας. Δεν υπάρχει κάποια απαίτηση για παρακολούθηση ανάμεσα στις ενέσεις. Με βάση την κρίση του θεράποντα ιατρού το πρόγραμμα επισκέψεων παρακολούθησης μπορεί να είναι πιο συχνό από τις επισκέψεις των ενέσεων. Δεν έχει μελετηθεί μεσοδιάστημα της θεραπείας μεγαλύτερο από τέσσερις μήνες ανάμεσα στις ενέσεις. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η βελόνα της ένεσης πρέπει να εισάγεται 3,5-4 mm πίσω από το σκληροκερατοειδές όριο μέσα στην ϋαλοειδική κοιλότητα, αποφεύγοντας τον οριζόντιο μεσημβρινό και στοχεύοντας προς το κέντρο του βολβού. Στη συνέχεια χορηγείται ο ενέσιμος όγκος των 0,05 ml. Διαφορετικό σημείο του σκληρού θα πρέπει να χρησιμοποιείται στις επακόλουθες ενέσεις. Αμέσως μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται για αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Η κατάλληλη παρακολούθηση μπορεί να περιλαμβάνει έλεγχο της αιμάτωσης της κεφαλής του οπτικού νεύρου ή τονομέτρηση. Εάν απαιτείται, θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος αποστειρωμένος εξοπλισμός για παρακέντηση. Μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, στους ασθενείς πρέπει να δοθούν οδηγίες για την αναφορά τυχόν συμπτωμάτων που μπορεί να υποδηλώνουν ενδοφθαλμίτιδα (π.χ. πόνος του οφθαλμού, ερυθρότητα του οφθαλμού, φωτοφοβία, θολή όραση) χωρίς καθυστέρηση. |
Διαταραχή της όρασης λόγω δευτεροπαθούς οιδήματος της ωχράς κηλίδας από απόφραξη φλέβας του αμφιβληστροειδούς
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοοφθαλμικά (στο υαλοειδής σώμα) – όλες οι ηλικίες – 2 mg μία φορά κάθε μήνα
2 mg μία φορά κάθε μήνα | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 2 - 2 mg |
Δοσολογικό σχήμα | Από 2 έως 2 mg μία φορά ανά 30 ημέρες |
Δόση εφόδου | 2 mg |
Δόση συντήρησης | 2 mg |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η συνιστώμενη δόση είναι 2 mg αφλιβερσέπτης, που ισοδυναμεί με 50 μικρολίτρα. Μετά την αρχική ένεση, η θεραπεία δίνεται ανά μήνα. Το διάστημα ανάμεσα σε δυο δόσεις δε θα πρέπει να είναι μικρότερο από ένα μήνα. Εάν η οπτική οξύτητα και τα ανατομικά αποτελέσματα δείχνουν ότι ο ασθενής δεν επωφελείται από τη θεραπεία, η αφλιβερσέπτη θα πρέπει να διακόπτεται. Η μηνιαία θεραπεία συνεχίζει μέχρι να επιτευχθεί η μέγιστη οπτική οξύτητα και/ή να μην υπάρχουν σημεία ενεργού δραστηριότητας της νόσου. Μπορεί να χρειαστούν τρείς ή περισσότερο διαδοχικές μηνιαίες ενέσεις. Η θεραπεία μπορεί ακολούθως να συνεχίζεται με ένα θεραπευτικό και παρατεταμένο δοσολογικό σχήμα με βαθμιαία αύξηση των διαστημάτων θεραπείας για να διατηρηθούν σταθερές οι οπτικές ή/και οι ανατομικές παράμετροι, ωστόσο δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να συνοψίζουν τη διάρκεια αυτών των διαστημάτων. Αν οι οπτικές και/ή ανατομικές παράμετροι επιδεινωθούν, το διάστημα της θεραπείας θα πρέπει να μειωθεί αναλόγως. Η παρακολούθηση και το πρόγραμμα θεραπείας θα πρέπει να καθορίζεται από το θεράποντα γιατρό βάσει της ατομικής ανταπόκρισης του ασθενούς. Η παρακολούθηση της πορείας της νόσου μπορεί να περιλαμβάνει κλινική εξέταση, κλινικo εργαστηριακό έλεγχο ή απεικονιστικό έλεγχο (π.χ. οπτική τομογραφία συνοχής ή φλουοροαγγειογραφία). |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η βελόνα της ένεσης πρέπει να εισάγεται 3,5-4 mm πίσω από το σκληροκερατοειδές όριο μέσα στην ϋαλοειδική κοιλότητα, αποφεύγοντας τον οριζόντιο μεσημβρινό και στοχεύοντας προς το κέντρο του βολβού. Στη συνέχεια χορηγείται ο ενέσιμος όγκος των 0,05 ml. Διαφορετικό σημείο του σκληρού θα πρέπει να χρησιμοποιείται στις επακόλουθες ενέσεις. Αμέσως μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται για αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Η κατάλληλη παρακολούθηση μπορεί να περιλαμβάνει έλεγχο της αιμάτωσης της κεφαλής του οπτικού νεύρου ή τονομέτρηση. Εάν απαιτείται, θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος αποστειρωμένος εξοπλισμός για παρακέντηση. Μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, στους ασθενείς πρέπει να δοθούν οδηγίες για την αναφορά τυχόν συμπτωμάτων που μπορεί να υποδηλώνουν ενδοφθαλμίτιδα (π.χ. πόνος του οφθαλμού, ερυθρότητα του οφθαλμού, φωτοφοβία, θολή όραση) χωρίς καθυστέρηση. |
Διαταραχή της όρασης λόγω μυωπικής χοριοειδικής νεοαγγείωσης (μυωπική CNV)
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοοφθαλμικά (στο υαλοειδής σώμα) – όλες οι ηλικίες – 2 mg μία φορά κάθε μήνα
2 mg μία φορά κάθε μήνα | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 2 - 2 mg |
Δοσολογικό σχήμα | Από 2 έως 2 mg μία φορά ανά 30 ημέρες |
Δόση εφόδου | 2 mg |
Δόση συντήρησης | 2 mg |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η συνιστώμενη δόση είναι μια εφάπαξ ενδοϋαλοειδική ένεση 2 mg αφλιβερσέπτης, που αντιστοιχεί σε 50 μικρολίτρα. Πρόσθετες δόσεις μπορούν να χορηγηθούν εάν η οπτική οξύτητα και/ή τα ανατομικά αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η νόσος επιμένει. Οι υποτροπές θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως νέες εκδηλώσεις της νόσου. Το πρόγραμμα παρακολούθησης θα πρέπει να καθορίζεται από τον θεράποντα γιατρό. Το διάστημα ανάμεσα σε δυο δόσεις δε θα πρέπει να είναι μικρότερο από ένα μήνα. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Η βελόνα της ένεσης πρέπει να εισάγεται 3,5-4 mm πίσω από το σκληροκερατοειδές όριο μέσα στην ϋαλοειδική κοιλότητα, αποφεύγοντας τον οριζόντιο μεσημβρινό και στοχεύοντας προς το κέντρο του βολβού. Στη συνέχεια χορηγείται ο ενέσιμος όγκος των 0,05 ml. Διαφορετικό σημείο του σκληρού θα πρέπει να χρησιμοποιείται στις επακόλουθες ενέσεις. Αμέσως μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται για αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Η κατάλληλη παρακολούθηση μπορεί να περιλαμβάνει έλεγχο της αιμάτωσης της κεφαλής του οπτικού νεύρου ή τονομέτρηση. Εάν απαιτείται, θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος αποστειρωμένος εξοπλισμός για παρακέντηση. Μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, στους ασθενείς πρέπει να δοθούν οδηγίες για την αναφορά τυχόν συμπτωμάτων που μπορεί να υποδηλώνουν ενδοφθαλμίτιδα (π.χ. πόνος του οφθαλμού, ερυθρότητα του οφθαλμού, φωτοφοβία, θολή όραση) χωρίς καθυστέρηση. |
Μεταστατικός ορθοκολικός καρκίνος (MCRC)
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδοφλέβια – όλες οι ηλικίες – 4 mg/kg μία φορά κάθε 2 εβδομάδες
4 mg/kg μία φορά κάθε 2 εβδομάδες | |
---|---|
Συνολική ημερήσια δόση | 4 - 4 mg ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δοσολογικό σχήμα | Από 4 έως 4 mg ανά κιλό σωματικού βάρους μία φορά ανά 14 ημέρες |
Δόση εφόδου | 4 mg ανά κιλό σωματικού βάρους |
Δόση συντήρησης | 4 mg ανά κιλό σωματικού βάρους |
Λεπτομερής περιγραφή |
Η συνιστώμενη δόση της αφλιβερσέπτης είναι 4 mg/kg βάρους σώματος που χορηγείται με ενδοφλέβια έγχυση τουλάχιστον 1 ώρας, ακολουθούμενη από σχήμα FOLFIRI. Αυτό θεωρείται ως ένας κύκλος θεραπείας. Το δοσολογικό σχήμα FOLFIRI που χρησιμοποιείται είναι 180 mg/m² ιρινοτεκάνη με ενδοφλέβια έγχυση για τουλάχιστον 90 λεπτά και 400 mg/m² φυλλινικό οξύ (dl ρακεμικό μίγμα) με ενδοφλέβια έγχυση για τουλάχιστον 2 ώρες ταυτόχρονα, την πρώτη ημέρα, με χρήση γραμμής-Υ, ακολουθούμενο από 400 mg/m² 5-φθοριοουρακίλης (5-FU) με ενδοφλέβια έγχυση εφόδου και 2400 mg/m² 5-FU (5-φθοριοουρακίλη) συνεχούς ενδοφλέβιας έγχυσης για 46 ώρες. Ο κύκλος θεραπείας επαναλαμβάνεται κάθε 2 εβδομάδες. Η θεραπεία με αφλιβερσέπτη θα πρέπει να συνεχίζεται μέχρι την εξέλιξη της νόσου ή σε περίπτωση εμφάνισης μη αποδεκτής τοξικότητας. Τροποποίηση της δόσηςΤο αφλιβερσέπτη θα πρέπει να διακόπτεται σε περίπτωση:
Η αφλιβερσέπτη θα πρέπει να διακοπεί προσωρινά για τουλάχιστον 4 εβδομάδες πριν από προγραμματισμένη χειρουργική επέμβαση. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Ενδοφλέβια χορήγηση διάρκειας 60 min. |
Αντενδείξεις
Η δραστική ουσία Αφλιβερσέπτη αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Ενεργή οφθαλμική, περιοφθαλμική ενδοφθάλμια λοίμωξη ή φλεγμονή
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας