Ενδείξεις
Η δραστική ουσία Κλομιπραμίνη ενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Καταπληξία σχετιζόμενη με ναρκοληψία
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Καταπληξία
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Από του στόματος – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 10 mg ημερησίως και μετέπειτα 10-50 mg ημερησίως
10 mg ημερησίως και μετέπειτα 10-50 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Από του στόματος, 10 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. Στη συνέχεια, από του στόματος, μεταξύ 10 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. |
Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, φοβικές διαταραχές, διαταραχές πανικού
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Από του στόματος – μόνο ενήλικες (18 ετών - 65 ετών) – 10-25 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση μέχρι τα 100 mg ημερησίως στις 2 πρώτες εβδομάδες και μετέπειτα 100-250 mg ημερησίως
10-25 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση μέχρι τα 100 mg ημερησίως στις 2 πρώτες εβδομάδες και μετέπειτα 100-250 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Από του στόματος, συνολικά μεταξύ 10 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 25 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, ημερησίως. Στη συνέχεια, από του στόματος, συνολικά μεταξύ 100 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 250 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, ημερησίως. Η μέγιστη επιτρεπτή συνολική δόση είναι 250 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Έναρξη 10-25 mg ημερησίως, με προοδευτική αύξηση, εάν απαιτείται σε 30-150 mg ημερησίως σε διαιρεμένες δόσεις ή εφάπαξ το βράδυ. Έναρξη της αγωγής με 10-25 mg ημερησίως και βαθμιαία αύξηση (ανάλογα με την ανοχή και την αποτελεσματικότητα της αγωγής) μέχρι τα 100 mg στις δύο πρώτες εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια αυτής της αρχικής τιτλοποίησης η κλομιπραμίνη θα πρέπει να χορηγείται σε διαιρεμένες δόσεις και μαζί με λήψη τροφής, ώστε να περιοριστούν οι ανεπιθύμητες ενέργειες από το γαστρεντερικό σύστημα. Για τις επόμενες εβδομάδες η δοσολογία μπορεί να αυξηθεί σταδιακά μέχρι τη μέγιστη ημερήσια δόση των 250 mg. Μετά την περίοδο τιτλοποίησης, η συνολική δόση μπορεί να χορηγηθεί μια φορά ημερησίως, το βράδυ, για να ελαχιστοποιηθεί η καταστολή κατά τη διάρκεια της ημέρας. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες πρέπει να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. |
Από του στόματος – μόνο ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) – 10 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση έως τα 30-50 mg ημερησίως
10 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση έως τα 30-50 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Από του στόματος, μεταξύ 10 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν γενικά υψηλότερη ανταπόκριση στην κλομιπραμίνη από τους ασθενείς ενδιάμεσων ηλικιακών ομάδων. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η κλομιπραμίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή και οι δόσεις πρέπει να αυξάνονται προσεκτικά. Έναρξη της θεραπείας με 10 mg την ημέρα. Προοδευτική αύξηση της δοσολογίας μέχρι ένα άριστο επίπεδο 30-50 mg την ημέρα, που πρέπει να επιτευχθεί μετά από περίπου 10 ημέρες και στη συνέχεια να διατηρηθεί μέχρι το τέλος της αγωγής. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες πρέπει να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. |
Ενδομυϊκά – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 25-50 mg ημερησίως και μετέπειτα αύξηση κατά 25 mg την ημέρα μέχρι τη χορήγηση 100-150 mg ημερησίως
25-50 mg ημερησίως και μετέπειτα αύξηση κατά 25 mg την ημέρα μέχρι τη χορήγηση 100-150 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδομυϊκά, μεταξύ 25 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. Στη συνέχεια, ενδομυϊκά, μεταξύ 75 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 150 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Έναρξη με 25-50 mg ενδομυϊκώς, στη συνέχεια αύξηση της δοσολογίας κατά 25 mg την ημέρα μέχρι τη χορήγηση στον ασθενή 100–150 mg την ημέρα. Πριν την έναρξη της θεραπείας με κλομιπραμίνη, θα πρέπει να έχει αντιμετωπιστεί η υποκαλιαιμία. Η δοσολογία πρέπει να εξατομικεύεται και να προσαρμόζεται στην κατάσταση του κάθε ασθενή. Ο σκοπός είναι η επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος με διατήρηση των χαμηλότερων δυνατών δόσεων και προσεκτική αύξησή τους, Μετά την επίτευξη θεραπευτικής ανταπόκρισης, πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία συντήρησης στη βέλτιστη δόση ώστε να αποφεύγεται υποτροπή. Ασθενείς με ιστορικό υποτροπιάζουσας κατάθλιψης χρειάζονται μεγαλύτερης διάρκειας θεραπεία συντήρησης. Η διάρκεια της θεραπείας συντήρησης και η ανάγκη συνέχισης της θεραπείας πρέπει να αναθεωρούνται περιοδικά. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. ΗλικιωμένοιΟι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν γενικά υψηλότερη ανταπόκριση στην κλομιπραμίνη από τους ασθενείς ενδιάμεσων ηλικιακών ομάδων. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η κλομιπραμίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή και οι δόσεις πρέπει να αυξάνονται προσεκτικά. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Όταν εμφανισθεί βελτίωση στην κατάσταση του ασθενούς, μειώνεται σταδιακά ο αριθμός των ενδομυϊκών ενέσεων ενώ παράλληλα μεταφέρεται ο ασθενής σε από του στόματος θεραπεία συντήρησης. |
Ενδοφλέβια – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 50-75 mg άπαξ ημερησίως
50-75 mg άπαξ ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδοφλέβια, μεταξύ 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 75 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Έναρξη με 50-75 mg ενδοφλεβίως μία φορά την ημέρα. Πριν την έναρξη της θεραπείας με κλομιπραμίνη, θα πρέπει να έχει αντιμετωπιστεί η υποκαλιαιμία. Η δοσολογία πρέπει να εξατομικεύεται και να προσαρμόζεται στην κατάσταση του κάθε ασθενή. Ο σκοπός είναι η επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος με διατήρηση των χαμηλότερων δυνατών δόσεων και προσεκτική αύξησή τους. Μετά την επίτευξη θεραπευτικής ανταπόκρισης, πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία συντήρησης στη βέλτιστη δόση ώστε να αποφεύγεται υποτροπή. Ασθενείς με ιστορικό υποτροπιάζουσας κατάθλιψης χρειάζονται μεγαλύτερης διάρκειας θεραπεία συντήρησης. Η διάρκεια της θεραπείας συντήρησης και η ανάγκη συνέχισης της θεραπείας πρέπει να αναθεωρούνται περιοδικά. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. ΗλικιωμένοιΟι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν γενικά υψηλότερη ανταπόκριση στην κλομιπραμίνη από τους ασθενείς ενδιάμεσων ηλικιακών ομάδων. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η κλομιπραμίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή και οι δόσεις πρέπει να αυξάνονται προσεκτικά. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Κατά τη διάρκεια της έγχυσης οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά για ανεπιθύμητες ενέργειες. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην αρτηριακή πίεση, δεδομένου ότι μπορεί να εμφανισθεί ορθοστατική υπόταση. Όταν εμφανισθεί σημαντική βελτίωση, πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία με εγχύσεις για ακόμη 3-5 ημέρες. Για τη διατήρηση της ανταπόκρισης, η αγωγή πρέπει μετά να συνεχισθεί από το στόμα. Μία σταδιακή αλλαγή από τη θεραπεία με εγχύσεις στη θεραπεία συντήρησης από το στόμα μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί με μεταφορά πρώτα σε ενδομυϊκές ενέσεις. |
Καταθλιπτική διαταραχή
Χωρίς διάκριση φύλου – Μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω)
Για την ένδειξη αυτή, η βιβλιογραφία αναφέρει τις εξής αγωγές:
Ενδομυϊκά – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 25-50 mg ημερησίως και μετέπειτα αύξηση κατά 25 mg την ημέρα μέχρι τη χορήγηση 100-150 mg ημερησίως
25-50 mg ημερησίως και μετέπειτα αύξηση κατά 25 mg την ημέρα μέχρι τη χορήγηση 100-150 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδομυϊκά, μεταξύ 25 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. Στη συνέχεια, ενδομυϊκά, μεταξύ 75 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 150 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Έναρξη με 25-50 mg ενδομυϊκώς, στη συνέχεια αύξηση της δοσολογίας κατά 25 mg την ημέρα μέχρι τη χορήγηση στον ασθενή 100–150 mg την ημέρα. Πριν την έναρξη της θεραπείας με κλομιπραμίνη, θα πρέπει να έχει αντιμετωπιστεί η υποκαλιαιμία. Η δοσολογία πρέπει να εξατομικεύεται και να προσαρμόζεται στην κατάσταση του κάθε ασθενή. Ο σκοπός είναι η επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος με διατήρηση των χαμηλότερων δυνατών δόσεων και προσεκτική αύξησή τους, Μετά την επίτευξη θεραπευτικής ανταπόκρισης, πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία συντήρησης στη βέλτιστη δόση ώστε να αποφεύγεται υποτροπή. Ασθενείς με ιστορικό υποτροπιάζουσας κατάθλιψης χρειάζονται μεγαλύτερης διάρκειας θεραπεία συντήρησης. Η διάρκεια της θεραπείας συντήρησης και η ανάγκη συνέχισης της θεραπείας πρέπει να αναθεωρούνται περιοδικά. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. ΗλικιωμένοιΟι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν γενικά υψηλότερη ανταπόκριση στην κλομιπραμίνη από τους ασθενείς ενδιάμεσων ηλικιακών ομάδων. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η κλομιπραμίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή και οι δόσεις πρέπει να αυξάνονται προσεκτικά. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Όταν εμφανισθεί βελτίωση στην κατάσταση του ασθενούς, μειώνεται σταδιακά ο αριθμός των ενδομυϊκών ενέσεων ενώ παράλληλα μεταφέρεται ο ασθενής σε από του στόματος θεραπεία συντήρησης. |
Από του στόματος – μόνο ενήλικες (18 ετών - 65 ετών) – 10-25 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση σε 30-250 mg ημερησίως
10-25 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση σε 30-250 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Από του στόματος, συνολικά μεταξύ 10 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 25 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, ημερησίως. Στη συνέχεια, από του στόματος, συνολικά μεταξύ 30 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 250 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, ημερησίως. Η μέγιστη επιτρεπτή συνολική δόση είναι 250 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Έναρξη 10-25 mg ημερησίως, με προοδευτική αύξηση, εάν απαιτείται σε 30-150 mg ημερησίως σε διαιρεμένες δόσεις ή εφάπαξ το βράδυ. Έναρξη της αγωγής με 10-25 mg ημερησίως και βαθμιαία αύξηση (ανάλογα με την ανοχή και την αποτελεσματικότητα της αγωγής) μέχρι τα 100 mg στις δύο πρώτες εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια αυτής της αρχικής τιτλοποίησης η κλομιπραμίνη θα πρέπει να χορηγείται σε διαιρεμένες δόσεις και μαζί με λήψη τροφής, ώστε να περιοριστούν οι ανεπιθύμητες ενέργειες από το γαστρεντερικό σύστημα. Για τις επόμενες εβδομάδες η δοσολογία μπορεί να αυξηθεί σταδιακά μέχρι τη μέγιστη ημερήσια δόση των 250 mg. Μετά την περίοδο τιτλοποίησης, η συνολική δόση μπορεί να χορηγηθεί μια φορά ημερησίως, το βράδυ, για να ελαχιστοποιηθεί η καταστολή κατά τη διάρκεια της ημέρας. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες πρέπει να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. |
Ενδοφλέβια – μόνο ενήλικες (18 ετών και άνω) – 50-75 mg άπαξ ημερησίως
50-75 mg άπαξ ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Ενδοφλέβια, μεταξύ 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 75 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, μία φορά ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Έναρξη με 50-75 mg ενδοφλεβίως μία φορά την ημέρα. Πριν την έναρξη της θεραπείας με κλομιπραμίνη, θα πρέπει να έχει αντιμετωπιστεί η υποκαλιαιμία. Η δοσολογία πρέπει να εξατομικεύεται και να προσαρμόζεται στην κατάσταση του κάθε ασθενή. Ο σκοπός είναι η επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος με διατήρηση των χαμηλότερων δυνατών δόσεων και προσεκτική αύξησή τους. Μετά την επίτευξη θεραπευτικής ανταπόκρισης, πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία συντήρησης στη βέλτιστη δόση ώστε να αποφεύγεται υποτροπή. Ασθενείς με ιστορικό υποτροπιάζουσας κατάθλιψης χρειάζονται μεγαλύτερης διάρκειας θεραπεία συντήρησης. Η διάρκεια της θεραπείας συντήρησης και η ανάγκη συνέχισης της θεραπείας πρέπει να αναθεωρούνται περιοδικά. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. ΗλικιωμένοιΟι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν γενικά υψηλότερη ανταπόκριση στην κλομιπραμίνη από τους ασθενείς ενδιάμεσων ηλικιακών ομάδων. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η κλομιπραμίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή και οι δόσεις πρέπει να αυξάνονται προσεκτικά. |
Ιδιαιτερότητες δοσολογίας |
Κατά τη διάρκεια της έγχυσης οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά για ανεπιθύμητες ενέργειες. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην αρτηριακή πίεση, δεδομένου ότι μπορεί να εμφανισθεί ορθοστατική υπόταση. Όταν εμφανισθεί σημαντική βελτίωση, πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία με εγχύσεις για ακόμη 3-5 ημέρες. Για τη διατήρηση της ανταπόκρισης, η αγωγή πρέπει μετά να συνεχισθεί από το στόμα. Μία σταδιακή αλλαγή από τη θεραπεία με εγχύσεις στη θεραπεία συντήρησης από το στόμα μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί με μεταφορά πρώτα σε ενδομυϊκές ενέσεις. |
Από του στόματος – μόνο ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) – 10 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση έως τα 30-50 mg ημερησίως
10 mg ημερησίως με προοδευτική αύξηση έως τα 30-50 mg ημερησίως | |
---|---|
Χορήγηση | Από του στόματος, συνολικά μεταξύ 10 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη και 50 χιλιοστογραμμάρια κλομιπραμίνη, ημερησίως. |
Λεπτομερής περιγραφή |
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν γενικά υψηλότερη ανταπόκριση στην κλομιπραμίνη από τους ασθενείς ενδιάμεσων ηλικιακών ομάδων. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η κλομιπραμίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή και οι δόσεις πρέπει να αυξάνονται προσεκτικά. Έναρξη της θεραπείας με 10 mg την ημέρα. Προοδευτική αύξηση της δοσολογίας μέχρι ένα άριστο επίπεδο 30-50 mg την ημέρα, που πρέπει να επιτευχθεί μετά από περίπου 10 ημέρες και στη συνέχεια να διατηρηθεί μέχρι το τέλος της αγωγής. Συνιστάται να ακολουθούνται πιστά οι συνιστώμενες δόσεις της κλομιπραμίνης για προφύλαξη από πιθανή επιμήκυνση του διαστήματος QTc και τοξικότητα στη σεροτονίνη. Εάν συγχορηγούνται φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc και άλλοι σεροτονινεργικοί παράγοντες πρέπει να γίνεται με προσοχή οποιαδήποτε αύξηση της δοσολογίας. Η απότομη διακοπή της θεραπείας με κλομιπραμίνη πρέπει να αποφεύγεται εξαιτίας των πιθανών συμπτωμάτων στέρησης. Ως εκ τούτου, μετά από τακτική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η δοσολογία πρέπει να σταματάει σταδιακά και όταν η θεραπεία με κλομιπραμίνη διακόπτεται, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται στενά. |
Αντενδείξεις
Η δραστική ουσία Κλομιπραμίνη αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:
Αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Σοβαρή ηπατική νόσος
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Αντιαρρυθμικά
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Διουρητικά
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Γαλουχία
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Πρόσφατο έμφραγμα του μυοκαρδίου
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Μανία
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Κατακράτηση ούρων
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Σύνδρομο συγγενούς επιμήκυνσης του διαστήματος QT
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας
Καρδιακές αρρυθμίες
Χωρίς διάκριση φύλου ή ηλικίας