Μηχανισμός δράσης
Ο μηχανισμός δράσης της κολχικίνης δεν είναι πλήρως κατανοητός. Η κολχικίνη παράγει πιθανώς μια άμεση απόκριση σε προσβολές ουρικής αρθρίτιδας, λόγω μείωσης στη φλεγμονώδη αντίδραση που προκαλείται από κρυστάλλους ουρικού οξέος. Η επίδραση αυτή συμβαίνει λόγω διαφορετικών ενεργειών, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της κινητικότητας των λευκοκυττάρων.
Η κολχικίνη αναστέλλει τη φαγοκυττάρωση των μικροκρυστάλλων ουρικού οξέος, μειώνοντας έτσι την παραγωγή του γαλακτικού οξέος και διατηρώντας ένα κανονικό τοπικό pΗ. Η οξύτητα ενισχύει την καθίζηση των κρυστάλλων ουρικού οξέος, η οποία είναι η αιτία των προσβολών της ουρικής αρθρίτιδας.
Φαρμακοδυναμική
Η κολχικίνη χρησιμοποιείται για να ανακουφίσει οξείες προσβολές ουρικής αρθρίτιδας και για την προφύλαξη οξειών προσβολών. Η κολχικίνη ενδείκνυται επίσης για τη θεραπεία της χρόνιας ουρικής αρθρίτιδας και του οικογενούς μεσογειακού πυρετού.
Η κολχικίνη δεν έχει αναλγητική δράση και καμία επίδραση στις συγκεντρώσεις στο πλάσμα ή την κάθαρση του ουρικού οξέος. Δείχνει επίσης αντιμιτωτική δραστηριότητα (αναστολή ή πρόληψη της κυτταρικής διαίρεσης στη μετάφαση και την ανάφαση).
Η κολχικίνη παρουσιάζει άλλες φαρμακολογικές δραστηριότητες σε ζώα, όπου εξασθενεί τη νευρομυϊκή λειτουργία, ενισχύει τη δραστηριότητα του γαστρεντερικού με νευρογενή διέγερση, αυξάνει την ευαισθησία σε κεντρικά κατασταλτικά, βελτιώνει την απόκριση σε συμπαθομιμητικά, καταστέλλει το αναπνευστικό κέντρο, προκαλεί αγγειοσυστολή, προκαλεί υπέρταση από το κέντρο αγγειοκινητικής διέγερσης και μειώνει τη θερμοκρασία του σώματος.
Φαρμακοκινητική
Η κολχικίνη απορροφάται από το στόμα με μία κατά προσέγγιση βιοδιαθεσιμότητα της τάξης του 45%.
Περίπου το 39% συνδέεται με την αλβουμίνη, χωρίς άμεση σχέση με τη συγκέντρωση.
Προσδένεται σε όλους τους ιστούς, κυρίως τον εντερικό βλεννογόνο, το ήπαρ, τους νεφρούς και τον σπλήνα, αλλά όχι στο μυοκάρδιο, στους σκελετικούς μύες ή στους πνεύμονες.
Έχει αναφερθεί ότι η κολχικίνη διαπερνά τον πλακούντα, με τα επίπεδα στο πλάσμα του εμβρύου να είναι περίπου 15% σε σχέση με τα επίπεδα που ανιχνεύονται στη μητέρα. Η συγκέντρωση στο ανθρώπινο μητρικό γάλα είναι παρόμοια με εκείνη που παρατηρήθηκε στο πλάσμα της μητέρας.
Ο μέσος όγκος κατανομής κυμαίνεται από 2 έως 8 1/kg.
Η κολχικίνη βιομετατρέπεται εν μέρει στο ήπαρ με απομεθυλίωση σε δύο κύριους μεταβολίτες, στη 2-Ο-δεμεθυλοκολχικίνη και 3-Ο-δεμεθυλοκολχικίνη, και έναν ελάσσονα μεταβολίτη, τη 10-Ο-δεμεθυλοκολχικίνη. Το CYP3A4 εμπλέκεται στη βιομετατροπή της κολχικίνης. Τα επίπεδα των δυο κύριων μεταβολιτών στο πλάσμα είναι λιγότερο από το 5% αυτών της κολχικίνης. Η φαρμακολογική δραστηριότητα αυτών των μεταβολιτών είναι άγνωστη.
Η κολχικίνη και οι μεταβολίτες της υπεισέρχονται στην εντεροηπατική κυκλοφορία.
Η κάθαρση μειώνεται σημαντικά και ο χρόνος ημίσειας ζωής παρατείνεται σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια. Τα ευρήματα σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατική ανεπάρκεια παρουσιάζουν υψηλή μεταβλητότητα μεταξύ των ασθενών.
Η νεφρική κάθαρση της κολχικίνης έχει υπολογιστεί σε 0,727 l/h/kg σε ασθενείς με καλή νεφρική λειτουργία. Η νεφρική κάθαρση ήταν μειωμένη κατά 75% σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια. Δεν υπάρχουν δεδομένα σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια νεφρική ανεπάρκεια.
Η κολχικίνη δεν απομακρύνεται με αιμοκάθαρση.
Ο χρόνος ημίσειας ζωής σε υγιείς εθελοντές (ηλικίας μεταξύ 25 και 28 ετών) που αναφέρθηκε στη βιβλιογραφία κυμαίνεται από 26,6 έως 31,2 ώρες.
Η κολχικίνη είναι ένα υπόστρωμα της Ρ-γλυκοπρωτεΐνης.
Δεν έχουν αναφερθεί βασισμένες στο φύλο φαρμακοκινητικές διαφορές.
Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες σε παιδιατρικούς ασθενείς δεν έχουν περιγραφεί.
Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε σε ηλικιωμένους ασθενείς, η μέση μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα και η AUC ήταν διπλάσιες από εκείνες στα νεαρά άτομα. Αυτή η διαφορά θα μπορούσε να εξηγηθεί από μειωμένη νεφρική λειτουργία στους πρώτους.
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια δεν έδειξαν κινδύνους για τον άνθρωπο, εκτός από εκείνους που αναμένονται, λόγω των καθιερωμένων συνθηκών χορήγησης. Ωστόσο, η κολχικίνη ήταν τερατογόνος στα ζώα.