Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Ετοφαιναμάτη εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Κορτικοστεροειδή, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, αλκοόλη
Υπάρχει ιδιαίτερα αυξημένη η πιθανότητα αύξησης της συχνότητας των γαστρεντερικών διαταραχών με την ταυτόχρονη χρήση ετοφαιναμάτης με κορτικοστεροειδή ή άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη ή αλκοόλη.
Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ)
Αντιφλεγμονώδη μη στεροειδή
Αλκοολούχα σκευάσματα (ποτά)
Βλάβη του ήπατος, των νεφρών ή της καρδιακής λειτουργίας
Βλάβη του ήπατος, των νεφρών ή της καρδιακής λειτουργίας. Αν είναι πιθανή η εμφάνιση πορφυρίας, η ετοφαιναμάτη θα πρέπει να χορηγείται αφού σταθμιστούν προσεκτικά οι κίνδυνοι και τα οφέλη.
Νεφρική ανεπάρκεια
Καρδιακή ανεπάρκεια NYHA Class I
Καρδιακή ανεπάρκεια NYHA Class II
Καρδιακή ανεπάρκεια NYHA Class III
Φουροσεμίδη, θειαζίδες, β-αποκλειστές
Η δράση διαφόρων διουρητικών (π.χ. φουροσεμίδης, θειαζίδων και αντιυπερτασικών (π.χ. β-αποκλειστές) μπορεί να μειωθεί με την ετοφαιναμάτη.
Θειαζίδες, αμιγείς
Αποκλειστές των β αδρενεργικών υποδοχέων
Προβενεσίδη, σουλφοπυραζόνη
Ταυτόχρονη χρήση των αντιουριχαιμικών, προβενεσίδης και σουλφοπυραζόνης με ετοφαιναμάτη οδηγεί σε καθυστέρηση της απέκκρισης της ετοφαιναμάτης.
Σουλφινπυραζόνη
Χρόνιες αποφρακτικές αναπνευστικές παθήσεις
Αρτηριακή υπέρταση, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, ισχαιμική καρδιοπάθεια, περιφερική αρτηριακή νόσος, εγκεφαλοαγγειακή νόσος
Απαιτείται η σωστή παρακολούθηση και η παροχή συμβουλών σε ασθενείς με ιστορικό υπέρτασης και/ή ελαφρά έως μέτρια συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, καθώς έχει αναφερθεί κατακράτηση υγρών και οίδημα σε σχέση με τη θεραπεία με ΜΣΑΦ.
∆εδομένα από κλινικές δοκιμές και επιδημιολογικές μελέτες υποδεικνύουν ότι η χρήση μερικών ΜΣΑΦ (ιδιαίτερα σε υψηλές δόσεις και σε μακροχρόνιες θεραπείες), μπορεί να συσχετίζεται με μια μικρή αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση θρομβωτικών αρτηριακών συμβάντων (για παράδειγμα έμφραγμα του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό επεισόδιο). Υπάρχουν ανεπαρκείς πληροφορίες για να αποκλεισθεί ένας τέτοιος κίνδυνος για την ετοφαιναμάτη.
Ασθενείς με μη ρυθμισμένη υπέρταση, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, εγκατεστημένη ισχαιμική καρδιακή νόσο, περιφερική αρτηριακή νόσο και/ή αγγειακή εγκεφαλική νόσο θα πρέπει να υποβληθούν σε θεραπεία με ετοφαιναμάτη μόνο μετά από προσεκτική θεώρηση του θέματος. Παρόμοια θεώρηση θα πρέπει να γίνεται πριν την έναρξη μεγαλύτερης διάρκειας θεραπείας σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου (π.χ υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης, κάπνισμα).
Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια
Ισχαιμική καρδιοπάθεια
Περιφερική αρτηριακή αποφαρκτική νόσος
Αγγειακή εγκεφαλική νόσος
Ελκώδης κολίτης, νόσος του Crohn
Ιδιαίτερα προσεκτική ιατρική παρακολούθηση είναι αναγκαία κατά την χορήγηση ετοφαιναμάτης σε ασθενείς με ιστορικό φλεγμονών του εντέρου (ελκώδης κολίτης, νόσος του Crohn).
Νόσος Crohn
Κύηση
Επειδή τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη δύναται να αναστείλουν τις συστολές της μήτρας και να αυξήσουν την τάση για αιμορραγίες, η ετοφαιναμάτη δεν θα πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων μηνών της κύησης.
Γαλουχία
Η ετοφαιναμάτη δεν πρέπει να χορηγείται στο πρώτο και δεύτερο τρίμηνο σε θηλάζουσες μητέρες ή σε βρέφη και νήπια, εφόσον δεν υπάρχει ακόμη επαρκής σχετική εμπειρία.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Ακόμα και όταν λαμβάνεται σύμφωνα με τις οδηγίες η ετοφαιναμάτη μπορεί να επηρεάσει την ταχύτητα αντίδρασης σε τέτοια έκταση ώστε να διαταραχθεί η ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανημάτων. Το αποτέλεσμα επαυξάνεται με ταυτόχρονη λήψη αλκοόλης.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να ελαχιστοποιηθούν, εφόσον χρησιμοποιούνται για την πλέον μικρή διάρκεια θεραπείας που απαιτείται για τον έλεγχο των συμπτωμάτων.
Δεδομένα από κλινικές δοκιμές και επιδημιολογικές μελέτες υποδεικνύουν ότι η χρήση κάποιων ΜΣΑΦ (ιδιαίτερα σε υψηλές δόσεις και σε μακροχρόνιες θεραπείες), μπορεί να συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση θρομβωτικών αρτηριακών συμβάντων (π.χ. έμφραγμα του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό επεισόδιο).
Πόνος, σκληρύνσεις, ερύθημα, οίδημα και κνησμός στην περιοχή της ενέσεως έχουν αναφερθεί μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις.
Οίδημα, υπέρταση, και καρδιακή ανεπάρκεια, έχουν αναφερθεί σε σχέση με τη θεραπεία με ΜΣΑΦ.
Επίσης σε σπάνιες περιπτώσεις έχουν παρατηρηθεί και οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες: Κεφαλαλγία, ίλιγγος, αδυναμία, διαταραχές οράσεως, εξάνθημα και οίδημα αλλεργικής αιτιολογίας, οίδημα κάτω άκρων, γαστρεντερικές διαταραχές (π.χ. επιγάστρια άλγη, πεπτικές διαταραχές, ναυτία, έμετος, γαστρορραγία) πόνος κατά την ούρηση).
Τα φαινόμενα αυτά υποχωρούν ταχέως με την διακοπή του φαρμάκου.
Αν και δεν έχουν ακόμα παρατηρηθεί κατά την διάρκεια της θεραπείας με την ετοφαιναμάτη i.m. γενικευμένες αντιδράσεις υπερευαισθησίας, αυτές είναι πιθανές. Αυτές μπορεί να είναι, οίδημα του προσώπου, εξοίδηση της γλώσσας, εσωτερική εξοίδηση του λάρυγγα με απόφραξη των αεροφόρων οδών, δύσπνοια μέχρι και ασθματική προσβολή, παλμοί και πτώση της αρτηριακής πίεσης και ακόμη, μέχρι κατάσταση shock.
Ιατρική βοήθεια πρέπει να χορηγείται αμέσως με την εμφάνιση οιωνδήποτε τέτοιων συμπτωμάτων.
Αν και δεν έχουν παρατηρηθεί με την ετοφαιναμάτη i.m. ανεπιθύμητες ενέργειες που σποραδικά έχουν περιγραφεί ότι συνέβησαν με τα άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, αυτές πρέπει να αναφερθούν.
Αυτές περιλαμβάνουν αυξημένη έκκριση λίπους με τα κόπρανα, παγκρεατίτιδα, διαταραχές από το αιμοποιητικό που αφορούν στα λευκά ή ερυθρά αιμοσφαίρια και αιμορραγική διάθεση λόγω θρομβοπενίας, διαταραχές της ηπατικής και νεφρικής λειτουργίας και κατάθλιψη.