Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Υδροξυχλωροκίνη εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Ηπατική ή νεφρική βλάβη
Προσεκτική παρακολούθηση των ασθενών με ηπατική ή νεφρική βλάβη, στους οποίους η μείωση της δοσολογίας μπορεί να είναι αναγκαία, καθώς επίσης και εκείνων που παίρνουν φάρμακα τα οποία είναι γνωστό ότι επηρεάζουν τη λειτουργία αυτών των οργάνων.
Νεφρική ανεπάρκεια
Αντιόξινα
Τα αντιόξινα μπορεί να μειώσουν την απορρόφηση της υδροξυχλωροκίνης, γι΄αυτό συνιστάται να μεσολαβεί διάστημα 4 ωρών μεταξύ των δόσεων υδροξυχλωροκίνης και αντιόξινου.
Αντιδιαβητικά φάρμακα
Επειδή η υδροξυχλωροκίνη μπορεί να ενισχύσει τα αποτέλεσματα της υπογλυκαιμικής αγωγής, μπορεί να χρειαστεί να μειωθούν οι δόσεις της ινσουλίνης ή των αντιδιαβητικών φαρμάκων.
Αμινογλυκοσίδες, σιμετιδίνη, νεοστιγμίνη, πυριδοστιγμίνη, εμβόλιο λύσσας
Η υδροξυχλωροκίνη μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις αλληλεπίδρασης με τις ουσίες που είναι γνωστό ότι προκαλούνται με την χλωροκίνη, παρότι δεν υπάρχουν ειδικές αναφορές.
Σε αυτές περιλαμβάνονται: ενίσχυση του αποκλεισμού στην νευρομυική συμβολή από αμινογλυκοσίδες, αναστολή του μεταβολισμού της από τη σιμετιδίνη που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της συγκέντρωσης του ανθελονοσιακού στο πλάσμα, ανταγωνιστική δράση στη νεοστιγμίνη και πυριδοστιγμίνη, μείωση στην ανοσολογική αντίδραση στην πρωτογενή ανοσοποίηση με ενδοδερμική χορήγηση εμβολίου λύσσας (ανθρώπινου διπλοειδούς κυττάρου).
Σιμετιδίνη
Πυριδοστιγμίνη
Νεοστιγμίνη
Εμβόλια για την λύσσα
Αντιεπιληπτικά φάρμακα
Η δραστικότητα των αντιεπιληπτικών φαρμάκων μπορεί να επηρεαστεί εάν συγχορηγούνται με υδροξυχλωροκίνη.
Ανθελονοσιακά φάρμακα
Η υδροξυχλωροκίνη μπορεί να χαμηλώσει τον ουδό των σπασμών. Η συγχορήγηση υδροξυχλωροκίνης με άλλα ανθελονοσιακά που είναι γνωστό ότι χαμηλώνουν τον ουδό των σπασμών (π.χ. μεφλοκίνη) μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο σπασμών.
Γονιμότητα
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την επίδραση της υδροξυχλωροκίνης στην ανθρώπινη γονιμότητα. Σε μελέτες σε ζώα, η χλωροκίνη, μια ουσία που σχετίζεται με την υδροξυχλωροκίνη, έδειξε ανεπιθύμητες ενέργειες στην ανδρική γονιμότητα.
Αγαλσιδάση
Υπάρχει ο θεωρητικός κίνδυνος αναστολής της δραστικότητας της ενδοκυτταρικής α-γαλακτοσιδάσης όταν η υδροξυχλωροκίνη συγχορηγείται με αγαλσιδάση.
Αγαλσιδάση βήτα
Αμιωδαρόνη, μοξιφλοξασίνη
Μπορεί να υπάρχει αυξημένος κίνδυνος επαγωγής κοιλιακής αρρυθμίας, εάν η υδροξυχλωροκίνη χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με άλλα αρρυθμιογόνα φάρμακα, όπως η αμιωδαρόνη και η μοξιφλοξασίνη.
Μοξιφλοξασίνη
Κυκλοσπορίνη
Αναφέρθηκε αύξηση των επιπέδων κυκλοσπορίνης στο πλάσμα όταν συγχορηγήθηκαν κυκλοσπορίνη και υδροξυχλωροκίνη.
Διγοξίνη
Η σύγχρονη χορήγηση υδροξυχλωροκίνης με διγοξίνη μπορεί να προκαλέσει αύξηση των επιπέδων της διγοξίνης στον ορό. Τα επίπεδα της διγοξίνης στον ορό θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά σε ασθενείς που λαμβάνουν συνδυασμένη θεραπεία.
Αλοφαντρίνη
Η αλοφαντρίνη παρατείνει το διάστημα QT και δεν θα πρέπει να χορηγείται με άλλα φάρμακα που έχουν τη δυνατότητα να επάγουν καρδιακές αρρυθμίες, συμπεριλαμβανομένης της υδροξυχλωροκίνης.
Πραζικουαντέλη
Σε μονής δόσης μελέτη αλληλεπίδρασης, η χλωροκίνη έχει αναφερθεί ότι μειώνει τη βιοδιαθεσιμότητα της πραζικουαντέλης. Δεν είναι γνωστό εάν υπάρχει παρόμοια επίδραση όταν συγχορηγούνται η υδροξυχλωροκίνη και η πραζικουαντέλη. Κατ΄επέκταση λόγω των ομοιοτήτων στη δομή και στις φαρμακοκινητικές παραμέτρους μεταξύ της υδροξυχλωροκίνης και της χλωροκίνης, μία παρόμοια επίδραση μπορεί να αναμένεται για τη υδροξυχλωροκίνη.
Ταμοξιφένη
Η ταυτόχρονη χρήση φαρμάκων με γνωστές τοξικές επιδράσεις στον αμφιβληστροειδή (π.χ. ταμοξιφένη) και υδροξυχλωροκίνη δεν συνιστάται.
Κύηση
Η υδροξυχλωροκίνη διαπερνά τον πλακούντα. Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία σχετικά με τη χρήση της υδροξυχλωροκίνης κατά την κύηση. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι 4-αμινοκινολίνες σε θεραπευτικές δόσεις ενέχονται σε βλάβες του ΚΝΣ, συμπεριλαμβανομένων της ωτοτοξικότητας (ακουστικής και αιθουσαίας τοξικότητας, συγγενούς κώφωσης), της αιμορραγίας του αμφιβληστροειδούς και της ανώμαλης μελάγχρωσης του αμφιβληστροειδούς. Η υδροξυχλωροκίνη θα πρέπει να αποφεύγεται στην εγκυμοσύνη.
Χρήση κατά την εγκυμοσύνη
Αυστραλία - Κατηγορία εγκυμοσύνης D - Φάρμακα που έχουν προκαλέσει, είναι πιθανό ότι έχουν προκαλέσει ή αναμένεται να προκαλέσουν, ανθρώπινες εμβρυϊκές δυσπλασίες ή μη αναστρέψιμη βλάβη σε αυξημένη συχνότητα. Αυτά τα φάρμακα μπορεί επίσης να έχουν ανεπιθύμητες φαρμακολογικές επιδράσεις. Θα πρέπει να συμβουλευτείτε τα συνοδευτικά έγγραφα για περισσότερες λεπτομέρειες.
Η.Π.Α. - Κατηγορία εγκυμοσύνης C - Μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα έχουν καταδείξει ανεπιθύμητη επίδραση στο έμβρυο και δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε ανθρώπους, αλλά πιθανά οφέλη μπορούν να δικαιολογήσουν τη χρήση του φαρμάκου σε έγκυες γυναίκες παρά τους πιθανούς κινδύνους.
Γαλουχία
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται στη χρήση της υδροξυχλωροκίνης κατά τη διάρκεια του θηλασμού, επειδή έχει παρατηρηθεί ότι εκκρίνεται σε μικρές ποσότητες στο μητρικό γάλα και είναι γνωστό ότι τα βρέφη είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην τοξική δράση των 4-αμινοκινολινών.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Οι ασθενείς πρέπει να προειδοποιούνται σχετικά με την οδήγηση και τη χρήση μηχανημάτων εφ' όσον η υδροξυχλωροκίνη μπορεί να εξασθενήσει την ικανότητα προσαρμογής και να προκαλέσει θάμβος οράσεως. Εάν η κατάσταση δε βελτιωθεί από μόνη της, μπορεί να χρειασθεί προσωρινή μείωση της δόσης.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι παρακάτω CIOMS συχνότητες εμφάνισης χρησιμοποιούνται κατά περίπτωση: πολύ συχνές (≥10%), συχνές (≥1 έως <10%), óχι συχνές (≥0,1 έως <1%), σπάνιες (≥0,01 έως <0,1%), πολύ σπάνιες (<0,01%), μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Μη γνωστές: Καταστολή του μυελού των οστών, αναιμία, απλαστική αναιμία, ακοκκιοκυτταραιμία, λευκοπενία, θρομβοπενία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Μη γνωστές: Κνίδωση, αγγειοοίδημα, βρογχόσπασμος
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Συχνές: Ανορεξία.
Μη γνωστές: Υπογλυκαιμία
Η υδροξυχλωροκίνη μπορεί να επιδεινώσει την πορφυρία.
Ψυχιατρικές διαταραχές
Συχνές: ασταθές συναίσθημα
Όχι συχνές: Νευρικότητα
Μη γνωστές: Ψύχωση, αυτοκτονική συμπεριφορά
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές: Κεφαλαλγία
Όχι συχνές: Ζάλη
Μη γνωστές: Σπασμοί, έχουν αναφερθεί με αυτή την κατηγορία φαρμάκων.
Eξωπυραμιδικές διαταραχές όπως δυστονία, δυσκινησία, τρόμος.
Οφθαλμικές διαταραχές
Συχνές: Θάμβος όρασης οφειλόμενο σε διαταραχές της προσαρμοστικότητας το οποίο είναι δοσοεξαρτώμενο και αναστρέψιμο.
Όχι συχνές: Αμφιβληστροειδοπάθεια με αλλοίωση της χρώσης και ελάττωση του οπτικού πεδίου. Στα αρχικά στάδια είναι αναστρέψιμη με τη διακοπή της υδροξυχλωροκίνης. Εάν αφεθεί να εξελιχθεί μπορεί να αποτελέσει παράγοντα δυσμενούς πρόγνωσης ακόμα και μετά τη διακοπή της θεραπείας.
Ασθενείς με αλλοιώσεις του αμφιβληστροειδούς μπορεί να είναι αρχικά ασυμπτωματικοί, ή μπορεί να εμφανίζουν όραση με σκοτώματα με παρακεντρικά ή περικεντρικά δακτυλιοειδή, κροταφικά σκοτώματα και μη φυσιολογική οπτική αντίληψη χρωμάτων.
Έχουν αναφερθεί αλλοιώσεις του κερατοειδούς που περιλαμβάνουν οίδημα και θολερότητα. Αυτές είναι είτε ασυμπτωματικές ή μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές όπως φωτεινό στέφανο, θάμβος όρασης ή φωτοφοβία. Είναι συνήθως παροδικές ή αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας.
Μη γνωστές: Περιστατικά ωχροπάθειας και εκφύλισης της ωχράς κηλίδας έχουν αναφερθεί και μπορεί να είναι μη αναστρέψιμα.
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου συστήματος
Όχι συχνές: Ίλιγγος, εμβοές
Μη γνωστές: Κώφωση
Καρδιακές διαταραχές
Μη γνωστές: Μυοκαρδιοπάθεια που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια και σε ορισμένες περιπτώσεις με θανατηφόρο έκβαση
Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη χρόνια τοξικότητα όταν ανευρίσκονται διαταραχές αγωγιμότητας (αποκλεισμός σκέλους/κολποκοιλιακός αποκλεισμός), καθώς επίσης υπερτροφία και των δύο κοιλιών. Η διακοπή του φαρμάκου μπορεί να οδηγήσει σε ανάρρωση.
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Πολύ συχνές: Κοιλιακό άλγος, ναυτία
Συχνές: Διάρροια, εμετός
Αυτά τα φαινόμενα συνήθως εξαφανίζονται αμέσως με τη μείωση της δόσης ή τη διακοπή της θεραπείας.
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Όχι συχνές: Μη φυσιολογικές δοκιμασίες ηπατικής λειτουργίας
Μη γνωστές: Κεραυνοβόλος ηπατική ανεπάρκεια
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Συχνές: Δερματικά εξανθήματα, κνησμός
Όχι συχνές: Διαταραχές μελάγχρωσης στο δέρμα και στο βλεννογόνο, αποχρωματισμός του τριχωτού της κεφαλής, αλωπεκία
Αυτές συνήθως υποχωρούν αμέσως με τη διακοπή της θεραπείας.
Μη γνωστές: Φυσαλιδώδη εξανθήματα, συμπεριλαμβανομένων, περιπτώσεων πολύμορφου ερυθήματος, συνδρόμου Stevens-Johnson και τοξικής επιδερμικής νεκρόλυσης, Σύνδρομο υπερευαισθησίας με ηωσινοφιλία και συστηματικά συμπτώματα (DRESS syndrome), φωτοευαισθησία, αποφολιδωτική δερματίτιδα, οξεία γενικευμένη εξανθηματική φλυκταίνωση (AGEP).
H οξεία γενικευμένη εξανθηματική φλυκταίνωση (AGEP) θα πρέπει να διαχωριστεί από την ψωρίαση, αν και η υδροξυχλωροκίνη μπορεί να επιταχύνει την εμφάνιση ψωρίασης. Μπορεί να συνδυασθεί με πυρετό και υπερλευκοκυττάρωση. Η έκβαση είναι συνήθως ευνοϊκή μετά τη διακοπή του φαρμάκου.
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
Όχι συχνές: Διαταραχές αισθητικοκινητικότητας
Μη γνωστές: Μυοπάθεια των σκελετικών μυών ή νευρομυοπάθεια που οδηγούν σε προοδευτική αδυναμία και ατροφία των εγγύς μυϊκών ομάδων
Η μυοπάθεια μπορεί να είναι αναστρέψιμη μετά τη διακοπή του φαρμάκου, αλλά για την ανάρρωση μπορεί να απαιτηθούν πολλοί μήνες.
Καταστολή των τενόντιων αντανακλαστικών και μη φυσιολογικές δοκιμασίες νευρικής αγωγιμότητας.