Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Λακτιτόλη εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Αντιόξινα, νεομυκίνη
Τα αντιόξινα και η νεομυκίνη, όταν χρειάζονται, δεν πρέπει να χορηγούνται ταυτόχρονα με λακτιτόλη σε κιρρωτικούς ασθενείς με ηπατική εγκεφαλοπάθεια, επειδή μπορεί να εξουδετερώσουν την οξινοποιητική δράση της λακτιτόλης στα κόπρανα. Σε δυσκοίλιους ασθενείς και οι δύο αυτές ουσίες δεν μεταβάλλουν την υπακτική δράση της λακτιτόλης.
Νεομυκίνη
Θειαζίδες, κορτικοστεροειδή, καρβενοξολόνη, αμφοτερικίνη Β, καρδιακές γλυκοσίδες
Όπως όλα τα υπακτικά η λακτιτόλη μπορεί να αυξήσει την απώλεια καλίου που προκαλείται από άλλα φάρμακα (π.χ. θειαζίδες, κορτικοστεροειδή, καρβενοξολόνη, αμφοτερικίνη Β). Η ένδεια καλίου μπορεί να επιτείνει το κίνδυνο τοξικών παρενεργειών από γλυκοσίδες σε ασθενείς στους οποίους χορηγούνται ταυτόχρονα.
Θειαζίδες, αμιγείς
Κορτικοστεροειδή
Καρβενοξολόνη
Αμφοτερικίνη β
Κύηση
Δεν έχουν αναφερθεί ανεπιθύμητες ενέργειες, αλλά η εμπειρία της χρήσης λακτιτόλης από εγκύους είναι περιορισμένη. Αν και μελέτες σε πειραματόζωα δεν έδειξαν τερατογένεση εν τούτοις συνιστάται, όπως και για όλα τα φάρμακα, κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης η λακτιτόλη να λαμβάνεται μόνο σε απολύτως απαραίτητες περιπτώσεις.
Γαλουχία
Αν και δεν έχει μελετηθεί η έκκριση λακτιτόλης στο μητρικό γάλα, δεδομένου ότι απορροφάται μόνον ελάχιστα, φαίνεται απίθανο η χρήση της κατά το θηλασμό να έχει οποιαδήποτε επίπτωση.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Η λακτιτόλη δεν έχει καμία επίδραση στην ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανημάτων.