Αντενδείξεις
- Υπερευαισθησία στο ακετυλοσαλικυλικό οξύ, την παρακεταμόλη, την καφεΐνη ή σε κάποιο από τα έκδοχα, που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1. Ασθενείς στους οποίους η χορήγηση ακετυλοσαλικυλικού οξέος ή άλλων μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, όπως η δικλοφενάκη ή η ιβουπροφένη, επισπεύδει τις κρίσεις άσθματος, την κνίδωση ή την οξεία ρινίτιδα.
- Γαστρικό ή εντερικό έλκος εν ενεργεία, γαστρεντερική αιμορραγία ή διάτρηση και σε ασθενείς με ιστορικό πεπτικής εξέλκωσης.
- Αιμοφιλία ή άλλες αιμορραγικές διαταραχές.
- Σοβαρού βαθμού ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια.
- Σοβαρού βαθμού καρδιακή ανεπάρκεια.
- Πρόσληψη άνω των 15 mg μεθοτρεξάτη εβδομαδιαίως (βλ. παράγραφο 4.5).
- Τελευταίο τρίμηνο της κύησης (βλ. παράγραφο 4.6).
Προφυλάξεις και προειδοποιήσεις
Γενικά
Το Excedrin δεν πρέπει να λαμβάνεται μαζί με άλλα φάρμακα που περιέχουν ακετυλοσαλικυλικό οξύ ή παρακεταμόλη.
Όπως και με άλλες θεραπείες για την οξεία ημικρανία, πριν την αντιμετώπιση μιας ημικρανίας σε ασθενείς που δεν έχουν προηγουμένως διαγνωστεί ως ασθενείς με ημικρανίες, και σε ασθενείς με ημικρανίες που παρουσιάζουν άτυπα συμπτώματα, θα πρέπει να δίνεται προσοχή ώστε να αποκλειστούν άλλες πιθανές σοβαρές νευρολογικές καταστάσεις.
Το Excedrin δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από ασθενείς που εμφανίζουν έμετο σε ποσοστό > 20% κατά τις κρίσεις ημικρανίας ή από ασθενείς που χρειάζονται ανάπαυση σε ποσοστό > 50% κατά τις κρίσεις ημικρανίας.
Εάν ο ασθενής δεν ανακουφιστεί από την ημικρανία από τη δόση των 2 πρώτων δισκίων Excedrin, τότε θα πρέπει να συμβουλευτεί ιατρό.
Η παρατεταμένη χρήση οποιουδήποτε τύπου παυσίπονου για τον πονοκέφαλο μπορεί να επιβαρύνει την κατάσταση. Εάν η κατάσταση αυτή βιώνεται ή υπάρχουν υπόνοιες, ιατρικές συμβουλές πρέπει να λαμβάνονται και η θεραπεία θα πρέπει να διακόπτεται. Θα πρέπει να υπάρχει υπόνοια για τη διάγνωση κεφαλαλγίας από κατάχρηση φαρμάκων (ΜΟΗ) σε ασθενείς που έχουν χρόνιες κεφαλαλγίες (15 ή περισσότερες ημέρες ανά μήνα) με ταυτόχρονη κατάχρηση φαρμάκων για τη θεραεπεια του πονοκέφαλου για περισσότερο από 3 μήνες.Συνακόλουθα, αυτό το φάρμακο δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για περισσότερες από 10 ημέρες ανά μήνα για περισσότερου από 3 μήνες.
Θα πρέπει να δίνεται προσοχή σε ασθενείς που βρίσκονται σε κίνδυνο αφυδάτωσης (π.χ. από ασθένεια, διάρροια, ή πριν ή μετά από μείζονα χειρουργική επέμβαση).
Το Excedrin μπορεί να αποκρύψει τα σημεία και τα συμπτώματα λοίμωξης λόγω των φαρμακοδυναμικών του ιδιοτήτων.
Λόγω της παρουσίας ακετυλοσαλικυλικού οξέος
Το Excedrin πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς που πάσχουν από ουρική αρθρίτιδα, μειωμένη νεφρική ή ηπατική λειτουργία, αφυδάτωση, αρρύθμιστη υπέρταση και σακχαρώδη διαβήτη.
Το Excedrin θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς που πάσχουν από σοβαρή ανεπάρκεια του ενζύμου αφυδρογονάση της φωσφορικής-6-γλυκόζης (G6PD), καθότι το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να προκαλέσει αιμόλυση ή αιμολυτική αναιμία. Παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αιμόλυσης είναι π.χ. υψηλή δοσολογία, πυρετός ή οξείες λοιμώξεις.
Το Excedrin μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη τάση για αιμορραγία κατά τη διάρκεια και μετά από χειρουργικές επεμβάσεις (συμπεριλαμβανομένων και χειρουργικών επεμβάσεων ήσσονος σημασίας π.χ. οδοντιατρικές εξαγωγές) λόγω της ανασταλτικής δράσης του ακετυλοσαλικυλικού οξέως στη συσσώρευση των αιμοπεταλίων η οποία παραμένει για περίπου 4 ημέρες μετά τη χορήγηση.
Το Excedrin δεν πρέπει να λαμβάνεται μαζί με αντιπηκτικά ή άλλα φάρμακα που αναστέλλουν τη συσσώρευση των αιμοπεταλίων χωρίς ιατρική επίβλεψη (βλ. παράγραφο 4.5). Ασθενείς με προβλήματα αιμόστασης θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά. Προσοχή απαιτείται σε περίπτωση μητρορραγίας ή μηνορραγίας.
Αν προκύψει γαστρεντερική αιμορραγία ή εξέλκωση σε ασθενείς που λαμβάνουν Excedrin, το φαρμακευτικό προϊόν θα πρέπει να διακοπεί. Γαστρεντερική αιμορραγία, εξέλκωση ή διάτρηση, που μπορεί να είναι θανατηφόρες, έχουν αναφερθεί με όλα τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα και μπορεί να εκδηλωθούν οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της θεραπείας, με ή χωρίς προειδοποιητικά συμπτώματα ή προηγούμενο ιστορικό σοβαρών γαστρεντερικών επεισοδίων. Γενικά αυτά έχουν πιο σοβαρές συνέπειες στους ηλικιωμένους. Ο κίνδυνος για γαστρεντερική αιμορραγία μπορεί να ενισχυθεί από το αλκοόλ, τα κορτικοστεροειδή και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (βλ. παράγραφο 4.5).
Το Excedrin μπορεί να επισπεύσει την εμφάνιση βρογχοσπασμού και να επάγει τις εξάρσεις άσθματος (λεγόμενη ανοχή σε αναλγητικά / άσθμα αναλγητικών) ή άλλες αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Παράγοντες κινδύνου είναι η παρουσία βρογχικού άσθματος, εποχική αλλεργική ρινίτιδα, ρινικοί πολύποδες, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ή χρόνια λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος (ειδικά αν σχετίζονται με συμπτώματα που παρουσιάζουν ομοιότητα με αυτά της αλλεργικής ρινίτιδας). Αυτό επίσης ισχύει για ασθενείς που εμφανίζουν αλλεργικές αντιδράσεις (π.χ. δερματικές αντιδράσεις, κνησμός, κνίδωση) σε άλλες ουσίες. Συνιστάται ιδιαίτερη προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς (ετοιμότητα για επείγουσα κατάσταση).
Το Excedrin δεν πρέπει να χορηγείται σε παιδιά και έφηβους κάτω των 18 ετών, εκτός εάν ενδείκνυται ειδικά επειδή υπάρχει πιθανή συσχέτιση μεταξύ του ακετυλοσαλικυλικού οξέος και του συνδρόμου του Reye όταν χορηγείται σε παιδιά και έφηβους. Το σύνδρομο του Reye είναι μία πολύ σπάνια ασθένεια, που επηρεάζει τον εγκέφαλο και το ήπαρ και μπορεί να είναι θανατηφόρα.
Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να αλλοιώσει τις εξετάσεις της θυρεοειδικής λειτουργίας λόγω ψευδώς χαμηλών συγκεντρώσεων λεβοθυροξίνης (Τ4) ή τρι-ιωδοθυρονίνης (Τ3) (βλ. παράγραφο 4.5).
Λόγω της παρουσίας παρακεταμόλης
Το Excedrin θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με μειωμένη νεφρική ή ηπατική λειτουργία ή αλκοολισμό.
Ο κίνδυνος τοξικότητας από την παρακεταμόλη μπορεί να αυξηθεί σε ασθενείς που λαμβάνουν άλλα δυνητικώς ηπατοτοξικά φάρμακα ή φάρμακα που επάγουν τα ηπατικά ένζυμα μικροσωμάτων (π.χ. ριφαμπικίνη, ισονιαζίδη, χλωραμφενικόλη, υπνωτικά και αντιεπιληπτικά φάρμακα συμπεριλαμβανομένων φαινοβαρβιτάλη, φαινυτοΐνη και καρβαμαζεπίνη). Ασθενείς με ιστορικό κατάχρησης οινοπνεύματος έχουν αυξημένο κίνδυνο για ηπατική βλάβη (βλ. παράγραφο 4.5).
Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται να μην λάβουν ταυτόχρονα άλλα φάρμακα που περιέχουν παρακεταμόλη, λόγω του κινδύνου σοβαρής βλάβης του ήπατος σε περίπτωση υπερβολικής δόσης (βλέπε παράγραφο 4.9).
Τα οινοπνευματώδη ποτά πρέπει να αποφεύγονται ενώ λαμβάνετε αυτό το φάρμακο, επειδή η χρήση αλκοόλ σε συνδυασμό με παρακεταμόλη μπορεί να προκαλέσει ηπατική βλάβη (βλέπε παράγραφο 4.5). Η παρακεταμόλη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με εξάρτηση από το αλκοόλ.
Λόγω της παρουσίας καφεΐνης
Το Excedrin θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με ουρική αρθρίτιδα, υπερθυρεοειδισμό και αρρυθμία.
Ο/Η ασθενής θα πρέπει να περιορίσει τη χρήση προϊόντων που περιέχουν καφεΐνη όταν λαμβάνει το Excedrin, καθώς η υπερβολική καφεΐνη μπορεί να προκαλέσει νευρικότητα, ευερεθιστότητα, αϋπνία και περιστασιακά ταχυκαρδία.
Ασυμβατότητες
Δε εφαρμόζεται.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Πολλές από τις παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες είναι καθαρά δοσο-εξαρτώμενες και ευμετάβλητες από το ένα άτομο στο άλλο.
Στον Πίνακα 1, παρατίθενται οι ανεπιθύμητες ενέργειες σε 16 μεμονωμένης -– εφαπαξ δόσης κλινικές μελέτες σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του Excedrin στη θεραπεία της ημικρανίας, πονοκεφάλου ή οδοντικό πόνο που σχετίζεται με εξαγωγή οδόντος, οι οποίες περιλάμβαναν 4809 άτομα στα οποία χορηγήθηκε θεραπεία με Excedrin και αυθόρμητες αναφορές μετά την κυκλοφορία του. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που περιλαμβάνονται στον πίνακα ήταν αυτές που θεωρούνταν τουλάχιστον πιθανά σχετιζόμενες με τη χρήση του Excedrin και παρατίθενται κατά φθίνουσα σειρά συχνότητας κατά MedDRA κατηγορία οργανικού συστήματος.
Για τις ανεπιθύμητες ενέργειες από το σύστημα αυθόρμητων αναφορών, η συχνότηταα δεν μπορεί να προσδιοριστείεί αξιόπιστα και, ως εκ τούτου, δεν είναι γνωστή.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρονται παρακάτω ανά κατηγορία συστήματος οργάνου και συχνότητας, ακολουθώντας την εξής συνθήκη: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές ( ≥ 1/100 εώς < 1/10), όχι συχνές (≥ 1/1000 εώς < 1/100), σπάνιες (≥ 1/10000 εώς < 1/1000), πολύ σπάνιες ( < 1/10000), συμπεριλαμβανομένων μεμονωμένων αναφορών και μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Πίνακας 1. Ανεπιθύμητες ενέργειες από κλινικές μελέτες και αυθόρμητες αναφορές μετά την κυκλοφορία του
Λοιμώξεις και παρασιτώσεις
Σπάνιες: Φαρυγγίτιδα
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Μη γνωστές: Υπερευαισθησία, αναφυλακτική αντίδραση
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Σπάνιες: Απώλεια της όρεξης
Ψυχιατρικές διαταραχές
Συχνές: Νευρικότητα
Όχι συχνές: Αϋπνία
Σπάνιες: Αγχος, Διάθεση ευφορίας, Ένταση
Μη γνωστές: Ανησυχία
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές: Ζάλη
Όχι συχνές: Τρόμος, Παραισθησία, Κεφαλαλγία
Σπάνιες: Δυσγευσία, Διαταραχή της προσοχής, Αμνησία, Μη φυσιολογικός συντονισμός, Υπερευαισθησία αισθήσεων, Κεφαλαλγία κοιλοτήτων
Μη γνωστές: Ημικρανία, υπνηλία
Οφθαλμικές διαταραχές
Σπάνιες: Οφθαλμικός πόνος, Διαταραχές της όρασης
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου
Όχι συχνές: Εμβοή
Καρδιακές διαταραχές
Όχι συχνές: Αρρυθμία
Μη γνωστές: Αίσθημα παλμών
Αγγειακές διαταραχές
Σπάνιες: Ερυθρότητα, Περιφερικές ειακές αγγειακές διαταραχές
Μη γνωστές: Υπόταση
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου
Σπάνιες: Ρινορραγία, Υπαερισμός, Ρινόρροια
Μη γνωστές: Δύσπνοια, άσθμα
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Συχνές: Ναυτία, κοιλιακές ενοχλήσεις
Όχι συχνές: Ξηρό στόμα, διάρροια, έμετος
Σπάνιες: Δυσπεψία, μετεωρισμός, δυσφαγία, παραισθησία του στόματος, υπερέκκριση σιέλου
Μη γνωστές: Ανώτερο κοιλιακό άλγος, δυσπεψία, κοιλιακό άλγος, γαστρεντερική αιμορραγία (συμπεριλαμβανομένων ανώτερη γαστρεντερική αιμορραγία, αιμορραγία στομάχου, αιμορραγία έλκους στομάχου, αιμορραγία έλκους δωδεκαδακτύλου, αιμορραγία ορθού), γαστρεντερικά έλκη (συμπεριλαμβανομένων έλκος στομάχου, έλκος δωδεκαδακτύλου, έλκος παχέος εντέρου)
Διαταραχές του ήπατος
Μη γνωστές: Ηπατική ανεπάρκεια, αυξημένα ηπατικά ένζυμα
Διαταραχές του δέρματος και του υποδορίου ιστού
Σπάνιες: Υπερίδρωση, κνησμός, κνίδωση
Μη γνωστές: Ερύθημα, εξάνθημα, αγγειοοίδημα, πολύμορφο ερύθημα
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
Σπάνιες: Μυοσκελετική δυσκαμψία, αυχενικό άλγος, οσφυαλγία, μυϊκοί σπασμοί
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Όχι συχνές: Κόπωση, νευρικότητα
Σπάνιες: Αδυναμία, Θωρακική δυσφορία
Μη γνωστές: Κακουχία, αίσθημα ασθένειας
Έρευνες
Όχι συχνές: Αύξηση καρδιακού ρυθμού
Πολύ σπάνιες περιπτώσεις σοβαρών δερματικών αντιδράσεων έχουν αναφερθεί.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες να υποδεικνύουν ότι η έκταση και ο τύπος των ανεπιθύμητων ενεργειών των επιμέρους ουσιών ενισχύεται ή το φάσμα διευρύνεται όταν ο σταθερός συνδυασμός χρησιμοποιείται με βάση τις οδηγίες.
Η αύξηση του κινδύνου αιμορραγίας μπορεί να παραμείνει για 4-8 ημέρες μετά την πρόσληψη ακετυλοσαλικυλικού οξέος. Πολύ σπάνια είναι η σοβαρή αιμορραγία (π.χ. ενδοεγκεφαλική αιμορραγία) ειδικά σε ασθενείς με αρρύθμιστη υπέρταση και / ή ταυτόχρονη θεραπεία με αντιπηκτικά. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις αυτές μπορεί να είναι επικίνδυνες για τη ζωή.
Αναφορά πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά των πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών μετά την έγκριση του φαρμάκου είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους / κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Οι επαγγελματίες υγείας καλούνται να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562, Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: +30 21 32040380/337, Φαξ: +30 21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες
Οι αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και ουσίες που μπορεί να προκληθούν από το κάθε συστατικό ξεχωριστά είναι γνωστές και δεν υπάρχει ένδειξη ότι αυτές μπορεί να αλλάξουν από τη συνδυασμένη χρήση. Δεν υπάρχουν σχετιζόμενες με την ασφάλεια αλληλεπιδράσεις μεταξύ του ακετυλοσαλικυλικού οξέος και της παρακεταμόλης.
Ακετυλοσαλικυλικό οξύ
Συνδυασμός ακετυλοσαλικυλικού οξέος με: | Πιθανό αποτέλεσμα: |
---|---|
Άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) | Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για γαστρεντερικά έλκη και αιμορραγίες λόγω των συνεργικών επιδράσεων. Εάν η ταυτόχρονη χορήγηση είναι απαραίτητη, εφόσον απαιτείται, η χρήση γαστροπροστασίας μπορεί να εξεταστεί για την προφύλαξη από γαστρεντερική βλάβη που επάγεται από τα ΜΣΑΦ. Συνεπώς, ταυτόχρονη χρήση δεν συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.4). |
Κορτικοστεροειδή | Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για γαστρεντερική εξέλκωση και ή αιμορραγία λόγω των συνεργικών επιδράσεων. Μπορεί να είναι σκόπιμο να εξεταστεί η χρήση γαστροπροστασίας σε ασθενείς που λαμβάνουν ακετυλοσαλικυλικό οξύ και κορτικοστεροειδή, ειδικά εάν είναι ηλικιωμένοι. Συνεπώς, ταυτόχρονη χρήση δεν συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.4). |
Από του στόματος χορηγούμενα αντιπηκτικά (π.χ. παράγωγα κουμαρίνης) | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να αυξήσει την αντιπηκτική δράση. Πρέπει να πραγματοποιείται κλινική και εργαστηριακή παρακολούθηση του χρόνου αιμορραγίας και του χρόνου προθρομβίνης. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση, δε συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.4). |
Θρομβολυτικά | Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για αιμορραγία. Συγκεκριμένα, δε θα πρέπει να αρχίζει θεραπεία με ακετυλοσαλικυλικό οξύ μέσα στις πρώτες 24 ώρες μετά από θεραπεία με αλτεπλάση σε ασθενείς με οξύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση, δε συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.4). |
Ηπαρίνη και αντιαιμοπεταλιακά (π.χ., τικλοπιδίνη, κλοπιδογρέλη, σιλοσταζόλη) | Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για αιμορραγία. Πρέπει να πραγματοποιείται κλινική και εργαστηριακή παρακολούθηση του χρόνου αιμορραγίας. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση, δε συνιστάται (βλέπε παράγραφο 4.4). |
Επιλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (ΕΑΕΣ) | Θα μπορούσαν να επηρεάσουν την πήξη και τη δράση των αιμοπεταλίων όταν λαμβάνονται ταυτόχρονα με το ακετυλοσαλικυλικό οξύ, οδηγώντας σε αυξημένη εμφάνιση αιμορραγίας γενικά και ειδικά σε γαστρεντερική αιμορραγία. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση πρέπει να αποφεύγεται. |
Φαινυτοΐνη | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ αυξάνει τα επίπεδα της στον ορό. Η φαινυτοΐνη ορού θα πρέπει να παρακολουθείται. |
Βαλπροϊκό | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ αναστέλλει το μεταβολισμό του και έτσι μπορεί να αυξήσει την τοξικότητα του. Τα επίπεδα του βαλπροϊκού θα πρέπει να παρακολουθούνται. |
Ανταγωνιστές αλδοστερόνης (σπιρονολακτόνη, κανρενοϊκό) | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να μειώσει τη δραστηριότητα τους λόγω της αναστολής της απέκκρισης του ουρικού νατρίου. Η πίεση του αίματος θα πρέπει να παρακολουθείται. |
Διουρητικά της αγκύλης (π.χ. φουροσεμίδη) | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να μειώσει τη δραστηριότητα τους λόγω του ανταγωνισμού και της αναστολής των ουρικών προσταγλαδίνων. Τα ΜΣΑΦ μπορεί αν προκαλέσουν οξεία νεφρική ανεπάρκεια, ειδικά σε αφυδατωμένους ασθενείς. Εάν κάποιο διουρητικό χορηγείται ταυτόχρονα με ακετυλοσαλικυλικό οξύ, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η επαρκής ενυδάτωση του ασθενούς και η παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας και της πίεσης του αίματος, ιδιαίτερα κατά την έναρξη της θεραπεία με διουρητικά. |
Αντιυπερτασικά (ACE-αναστολείς, ανταγωνιστές υποδοχέων αγγειοτασίνης II, αναστολείς διαύλων ασβεστίου) | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να μειώσει τη δραστηριότητα τους λόγω του ανταγωνισμού και της αναστολής των ουρικών προσταγλαδίνων. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να οδηγήσει σε οξεία νεφρική ανεπάρκεια σε ηλικιωμένους ή αφυδατωμένους ασθενείς. Συνιστάται η σωστή παρακολούθηση της πίεσης του αίματος και της νεφρικής λειτουργίας κατά την έναρξη της θεραπεία και ο ασθενής θα πρέπει να ενυδατώνεται τακτικά. Σε περίπτωση συσχέτισης με βεραπαμίλη, θα πρέπει επίσης να παρακολουθείται και ο χρόνος αιμορραγίας. |
Ουρικοαππεκριτικά (π.χ. προβενεσίδη, σουλφινοπυραζόνη) | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ μπορεί να μειώσει τη δραστηριότητα τους λόγω της αναστολής της σωληνοειδούς επαναρρόφησης, οδηγώντας σε αυξημένα επίπεδα ακετυλοσαλικυλικού οξέος στο πλάσμα. |
Μεθοτρεξάτη ≤ 15 mg/εβδομάδα | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ, όπως όλα τα ΜΣΑΦ, μειώνει τη σωληνοειδή έκκριση της μεθοτρεξάτης, αυξάνοντας τις συγκεντρώσεις της στο πλάσμα και έτσι και την τοξικότητα της. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση ΜΣΑΦ δε συνιστάται σε ασθενείς που λαμβάνουν υψηλές δόσεις μεθοτρεξάτης (βλέπε παράγραφο 4.3). Ο κίνδυνος μεταξύ της μεθοτρεξάτης και των ΜΣΑΦ πρέπει επίσης να εξεταστεί και στους ασθενείς που λαμβάνουν χαμηλές δόσεις μεθοτρεξάτης, ιδιαίτερα σε εκείνους με αλλοιωμένη νεφρική λειτουργία. Εάν η συνδυασμένη θεραπεία είναι απαραίτητη, πρέπει να παρακολουθείται η πλήρης ανάλυση του αίματος, η ηπατική και νεφρική λειτουργία, ειδικά κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της θεραπείας. |
Σουλφονυλουρίες και ινσουλίνη | Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ αυξάνει την υπογλυκαιμική δράση τους, έτσι μπορεί να χρειαστεί κάποια μειωμένη αναπροσαρμογή της δόσης των αντιδιαβητικών εάν χρησιμοποιούνται υψηλές δόσεις σαλικυλικών. Συνιστάται έλεγχος για αυξημένα επίπεδα γλυκόζης αίματος. |
Αλκοόλ | Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για γαστρεντερική αιμορραγία. Αυτός ο συνδυασμός θα πρέπει να αποφεύγεται. |
Παρακεταμόλη
Συνδυασμός παρακεταμόλης με: | Πιθανό αποτέλεσμα: |
---|---|
Επαγωγείς ηπατικών ενζύμων ή πιθανές ηπατοτοξικές ουσίες (π.χ. οινόπνευμα, ριφαμπικίνη, ισονιαζίδη, υπνωτικά και αντιεπιληπτικά συμπεριλαμβανομένης της φαινοβαρβιτάλης, της φαινυτοΐνης και της καρβαμαζεπίνης) | Αυξάνουν την τοξικότητα της παρακεταμόλης η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ηπατική βλάβη ακόμα και με κατά τα άλλα αβλαβείς δόσεις παρακεταμόλης. Κατά συνέπεια, η ηπατική λειτουργία θα πρέπει να παρακολουθείται (βλέπε παράγραφο 4.4). Η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Χλωραμφαινικόλη | Η παρακεταμόλη μπορεί να αυξήσει των κίνδυνο αυξημένων συγκεντρώσεων χλωραμφαινικόλης στο πλάσμα. Η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Ζιδοβουδίνη | Η παρακεταμόλη μπορεί να αυξήσει την τάση για ανάπτυξη ουδετεροπενίας. Κατά συνέπεια, πρέπει να πραγματοποιείται αιματολογική παρακολούθηση. Η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται, εκτός αν παρακολουθείται από γιατρό. |
Προβενεσίδη | Μεώνει την κάθαρση της παρακεταμόλης, και έτσι οι δόσεις της παρακεταμόλης θα πρέπει να μειώνονται όταν συνδυάζεται με αυτούς τους παράγοντες. Η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Από του στόματος χορηγούμενα αντιπηκτικά | Η επαναλαμβανόμενη χρήση παρακεταμόλης για περισσότερο από 1 εβδομάδα αυξάνει τις αντιπηκτικές δράσεις. Σποραδικές δόσεις παρακεταμόλης δεν έχουν σημαντική επίδραση. |
Προπανθελίνη ή άλλους παράγοντες που οδηγούν στην επιβράδυνση της γαστρικής κένωσης | Αυτοί οι παράγοντες καθυστερούν την απορρόφηση της παρακεταμόλης. Η γρήγορη ανακούφιση από τον πόνο μπορεί να καθυστερήσει ή να μειωθεί. |
Μετοκλοπραμίδη ή άλλους παράγοντες που οδηγούν στην επιτάχυνση της γαστρικής κένωσης | Αυτοί οι παράγοντες επιταχύνουν την απορρόφηση της παρακεταμόλης, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα και την έναρξη της αναλγησίας. |
Χολεστυραμίνη | Μεώνει την απορρόφηση της παρακεταμόλης. Κατά συνέπεια, για να επιτευχθεί μέγιστη αναλγησία η χολεστυραμίνη δε θα πρέπει να χορηγείται μέσα σε 1 ώρα από την παρακεταμόλη. |
Καφεΐνη
Συνδυασμός καφεΐνης με: | Πιθανό αποτέλεσμα: |
---|---|
Υπνωτικούς παράγοντες (π.χ. βενζοδιαζεπίνες, βαρβιτουρικά, αντιισταμινικά, κ.α.) | Ταυτόχρονη χρήση μπορεί να μειώσει την υπνωτική δράση ή να ανταγωνιστεί τις αντι-σπασμωδικές δράσεις των βαρβιτουρικών. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. Εάν απαιτείται, ο συνδυασμός μπορεί πιθανώς να είναι πιο χρήσιμος το πρωί. |
Λίθιο | Η διακοπή της καφεΐνης αυξάνει τα επίπεδα το λίθιο του ορού, καθώς η νεφρική κάθαρση του λιθίου μπορεί να αυξηθεί από την καφεΐνη, κατά συνέπεια όταν διακοπεί η καφεΐνη, μπορεί να είναι απαραίτητο να μειωθεί η δόση του λιθίου. Επομένως, η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Δισουλφιράμη | Οι αλκοολικοί ασθενείς που αναρρώνουν χρησιμοποιώντας θεραπεία με δισουλφιράμη πρέπει να ενημερώνονται να αποφεύγουν τη χρήση της καφεΐνης ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος επιδείνωσης του συνδρόμου αποχής από το αλκοόλ λόγω της καρδιαγγειακής και εγκεφαλικής διέγερσης που προκαλείται από την καφεΐνη. |
Ουσίες τύπου εφεδρίνης | Ο συνδυασμός τους μπορεί να έχει μια αυξημένη δυνατότητα εξάρτησης. Επομένως, η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Συμπαθομιμητικά ή λεβοθυροξίνη | Ο συνδυασμός τους μπορεί να έχει μια ενισχυμένη επίδραση ταχυκαρδίας λόγω των συνεργικών δράσεων. Επομένως, η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Θεοφυλλίνη | Η ταυτόχρονη χρήση μπορεί να μειώσει την απέκκριση της θεοφυλλίνης. |
Αντιβακτηριακά τύπου κινολόνης (σιπροφλοξασίνη, ενοξασίνη και πιπεμιδικό οξύ), τερβιναφίνη, σιμετιδίνη, φλουβοξαμίνη και από του στόματος χορηγούμενα αντισυλληπτικά | Ο χρόνος ημιζωής της καφεΐνης αυξάνεται λόγω αναστολής του μονοπατιού του ηπατικού κυτοχρώματος P-450. Κατά συνέπεια, ασθενείς με ηπατικές διαταραχές, καρδιακές αρρυθμίες, ή λανθάνουσα επιληψία θα πρέπει να αποφεύγουν τη λήψη καφεΐνης. |
Νικοτίνη, φαινυτοΐνη και φαινυλπροπανολαμίνη | Αυτά μειώνουν το χρόνο ημιζωής αποβολής της καφεΐνης. |
Κλοζαπίνη | Η καφεΐνη αυξάνει τα επίπεδα της κλοζαπίνης στον ορό λόγω της πιθανής αλληλεπίδρασης τόσο μέσω φαρμακοκινητικών όσο και μέσω φαρμακοδυναμικών μηχανισμών. Τα επίπεδα της κλοζαπίνης στον ορό θα πρέπει να παρακολουθούνται. Επομένως, η ταυτόχρονη χρήση δε συνιστάται. |
Αλληλεπιδράσεις με εργαστηριακές εξετάσεις
- Υψηλές δόσεις ακετυλοσαλικυλικού οξέος μπορεί να επηρεάσουν τα αποτελέσματα πολλών κλινικών-χημικών εργαστηριακών εξετάσεων.
- Η πρόσληψη παρακεταμόλης μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα του ουρικού οξέος όταν χρησιμοποιείται η μέθοδος του φωσφοτανγκστικού οξέος και της γλυκαιμίας όταν χρησιμοποιείται η μέθοδος οξειδάση / υπεροξειδάση της γλυκόζης / υπεροξειδάση.
- Η καφεΐνη μπορεί να αντιστρέψει τις επιδράσεις της διπυριδαμόλης και της αδενοσίνης στη ροή του αίματος στο μυοκάρδιο, και συνεπώς να αλλοιώσει τα αποτελέσματα των απεικονιστικών εξετάσεων του εμφράγματος . Συνιστάται η κατανάλωση της καφεΐνης να διακοπεί τουλάχιστον 8 και 12 ώρες πριν από τη δοκιμή.
Κύηση
Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία από τη χρήση του Excedrin σε έγκυες γυναίκες. Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες σε ζώα σε συνδυασμό ακετυλοσαλικυλικού οξέος, παρακεταμόλης και καφεΐνης (βλ. παράγραφο 5.3).
Ακετυλοσαλικυλικό οξύ
Λόγω της παρουσίας ακετυλοσαλικυλικού οξέος στο Excedrin, η χρήση του αντενδεικνύεται στο 3ο τρίμηνο της κύησης (βλ. παράγραφο 4.3), και απαιτείται προσοχή όταν χρησιμοποιείται κατά τις πρώτες 2 περιόδους της κύησης.
Η αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την κύηση και/ή την ανάπτυξη του εμβρύου/νεογνού. Δεδομένα από επιδημιολογικές μελέτες καταδεικνύουν αυξημένο κίνδυνο αποβολής, και καρδιακής δυσπλασίας και γαστρόσχισης μετά από χρήση αναστολέων της σύνθεσης των προσταγλανδινών στα πρώτα στάδια της κύησης. Ο κίνδυνος πιστεύεται ότι αυξάνει σε συνάρτηση με τη δόση και τη διάρκεια της θεραπείας. Σε πειραματόζωα, η χορήγηση αναστολέων της σύνθεσης των προσταγλανδινών έχει αποδειχθεί ότι έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη απώλεια πριν- και μετά την εμφύτευση και τη θνησιμότητα του εμβρύου-νεογνού. Επιπλέον, αυξημένη εμφάνιση διαφόρων δυσπλασιών, συμπεριλαμβανομένων καρδιακών, έχει αναφερθεί σε ζώα στα οποία χορηγήθηκαν αναστολείς της σύνθεσης των προσταγλανδινών κατά τη διάρκεια της οργανογένεσης. Κατά τη διάρκεια του πρώτου και του δεύτερου τριμήνου της κύησης το ακετυλοσαλικυλικό οξύ δε θα πρέπει να χορηγείται εκτός εάν είναι απολύτως απαραίτητο. Εάν το ακετυλοσαλικυλικό οξύ χρησιμοποιείται από γυναίκα που προσπαθεί να συλλάβει ή κατά το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο της κύησης, η δόση θα πρέπει να διατηρείται όσο το δυνατό πιο χαμηλή και η διάρκεια της θεραπείας όσο το δυνατό πιο σύντομη.
Κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της κύησης, όλοι οι αναστολείς της σύνθεσης των προσταγλανδινών μπορεί να έχουν τα ακόλουθα αποτελέσματα:
Στο έμβρυο:
- καρδιοπνευμονική τοξικότητα (με πρόωρο κλείσιμο του βοτάλλειου πόρου και πνευμονική υπέρταση)
- νεφρική δυσλειτουργία, η οποία μπορεί να εξελιχθεί σε νεφρική ανεπάρκεια με ολιγο-υδράμνιο
Στη μητέρα και στο νεογέννητο:
- στο τέλος της κύησης, πιθανή παράταση του χρόνου αιμορραγίας, ένα αντι-συσσώρευσης αποτέλεσμα το οποίο μπορεί να συμβεί ακόμα και σε πολύ χαμηλές δόσεις
- αναστολή των συστολών της μήτρας που έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση ή την παράταση του τοκετού
Συνεπώς, το ακετυλοσαλικυλικό οξύ αντενδεικνύεται κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου της κύησης.
Παρακεταμόλη
Επιδημιολογικές μελέτες επισημαίνουν ότι κάτων υπό κανονικές από θεραπευτικές συνθήκες η παρακεταμόλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια της κύησης. Ωστόσο, θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο εφόσον έχει αξιολογηθεί προσεκτικά το όφελος-κίνδυνος.
Καφεΐνη
Οι έγκυες γυναίκες να μειώσουν την πρόσληψη καφεΐνης στο ελάχιστο καθώς τα διαθέσιμα δεδομένα από την επίδραση της καφεΐνης στο ανθρώπινο έμβρυο καταδεικνύουν ένα δυνητικό κίνδυνο.
Γαλουχία
Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ, η παρακεταμόλη και η καφεϊνη απεκκρίνονται στο μητρικό γάλα. Λόγω της περιεκτικότητας σε καφεΐνη, μπορεί να επηρεαστεί η συμπεριφορά του παιδιού που θηλάζει (ευερεθιστότητα, ανεπαρκής ύπνος). Λόγω του σαλικυλικού οξέος, μπορεί επίσης να υπάρξει πιθανότητα για διαταραχές στη λειτουργία των αιμοπεταλίων του βρέφους (μπορεί να προκαλέσει ελαφριά αιμορραγία), αν και κάτι τέτοιο δεν έχει αναφερθεί. Επίσης, υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τη χρήση του ακετυλοσαλικυλικού οξέος, λόγω πιθανής ανάπτυξης του συνδρόμου του Reye σε βρέφη. Κατά συνέπεια, το Excedrin δε συνιστάται κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Δεν πραγματοποιήθηκαν μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών.
Εάν παρατηρήσετε ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως ζάλη ή υπνηλία, δεν θα πρέπει να οδηγήσετε ή να χειριστείτε μηχανές. Ενημερώστε το γιατρό σας το συντομότερο δυνατό.
Σχετικό SPC
Excedrin 250 mg / 250 mg / 65 mg επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.