Ενδείξεις
Το TANTOGRIP ενδείκνυται για ενήλικες και έφηβους άνω των 12 ετών για την ανακούφιση των συμπτωμάτων του κρυολογήματος και της γρίπης, συμπεριλαμβανομένης της ανακούφισης του πόνου, πονόλαιμου, πονοκεφάλου, ρινικής συμφόρησης και πυρετού.
Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες και παιδιά άνω των 12: 1 φακελάκι κάθε 4-6 ώρες και έως και 4 φακελάκια σε διάστημα 24 ωρών.
Ηλικιωμένοι: Δεν υπάρχουν ενδείξεις για ανάγκη τροποποίησης της δόσης στους ηλικιωμένους.
Παιδιατρικός πληθυσμός: Να μην χορηγείται σε παιδιά κάτω των 12 ετών.
Τρόπος χορήγησης
Από του στόματος χορήγηση. Διαλύετε 1 φακελάκι σε ένα ποτήρι νερό, ζεστό ή κρύο, σε ποσότητα ανάλογα με το πόσο γλυκό το θέλετε.
Υπερδοσολογία - αντιμετώπιση
Παρακεταμόλη
Υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης ηπατικής βλάβης σε ενήλικες που έχουν λάβει δόση ίση ή μεγαλύτερη των 10 g παρακεταμόλης. Η λήψη δόσης μεγαλύτερης των 5 g παρακεταμόλης ενδέχεται να οδηγήσει σε ηπατική βλάβη σε ασθενείς που εμφανίζουν παράγοντες κινδύνου (βλ.παρακάτω).
Παράγοντες κινδύνου
Σε περίπτωση που ο ασθενής:
(α) Λαμβάνει μακροχρόνια θεραπεία με καρβαμαζεπίνη, φαινοβαρβιτόνη, φαινυτοΐνη, πριμιδόνη, ριφαμπικίνη, βαλσαμόχορτο ή άλλα φάρμακα που επάγουν τα ηπατικά ένζυμα.
ή
(β) καταναλώνει τακτικά αιθυλική αλκοόλη (οινοπνευματώδη) άνω των συνιστώμενων ποσοτήτων.
ή
(γ) ενδέχεται να εμφανίζει ανεπάρκεια γλουταθειόνης, π.χ. διατροφικές διαταραχές, κυστική ίνωση, λοίμωξη HIV, ασιτία, καχεξία.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα σε περίπτωση υπερβολικής δόσης παρακεταμόλης κατά τις πρώτες 24 ώρες είναι ωχρότητα, ναυτία, έμετος, ανορεξία και κοιλιακό άλγος. Η ηπατική βλάβη ενδέχεται να εμφανιστεί σε διάστημα 12-48 ωρών κατόπιν λήψης. Ενδέχεται να παρατηρηθούν διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης και μεταβολική οξέωση. Σε περίπτωση σοβαρής δηλητηρίασης, η ηπατική ανεπάρκεια μπορεί να εξελιχθεί σε εγκεφαλοπάθεια, αιμορραγία, υπογλυκαιμία, εγκεφαλικό οίδημα και θάνατο. Οξεία νεφρική ανεπάρκεια με οξεία σωληναριακή νέκρωση, που υποδεικνύεται έντονα από οσφυαλγία, αιματουρία και πρωτεϊνουρία, ενδέχεται να αναπτυχθεί ακόμη και σε απουσία σοβαρής ηπατικής βλάβης. Έχουν αναφερθεί καρδιακές αρρυθμίες και παγκρεατίτιδα.
Αντιμετώπιση
Απαιτείται άμεση θεραπεία για την αντιμετώπιση της υπερβολικής δόσης παρακεταμόλης. Παρά την έλλειψη σημαντικών πρώιμων συμπτωμάτων, οι ασθενείς πρέπει να παραπέμπονται στο νοσοκομείο επειγόντως για άμεση ιατρική φροντίδα. Τα συμπτώματα ενδέχεται να περιορίζονται σε ναυτία ή έμετο και να μην αντικατοπτρίζουν τη σοβαρότητα της υπερδοσολογίας ή τον κίνδυνο βλάβης οργάνων. Η αντιμετώπιση σε περίπτωση υπερδοσολογίας πρέπει να είναι σύμφωνα με τις καθιερωμένες κατευθυντήριες γραμμές θεραπείας. Βλ. ενότητα υπερδοσολογίας BNF.
Θα πρέπει να εξετάζεται η θεραπεία με ενεργό άνθρακα, σε περίπτωση που η υπερβολική δόση έχει ληφθεί εντός 1 ώρας. Απαιτείται ο προσδιορισμός της συγκέντρωσης παρακεταμόλης στο πλάσμα σε διάστημα 4 ωρών ή μεγαλύτερο μετά τη λήψη (οι αρχικές συγκεντρώσεις δεν είναι αξιόπιστες). Ενδέχεται να χορηγηθεί θεραπεία με Ν-ακετυλοκυστεΐνη εντός των πρώτων 24 ωρών μετά την λήψη παρακεταμόλης, παρόλο που το αποτέλεσμα μέγιστης προστασίας επιτυγχάνεται έως και 8 ώρες μετά τη λήψη. Η αποτελεσματικότητα του αντιδότου μειώνεται απότομα μετά από αυτό το χρονικό διάστημα. Εφόσον απαιτείται, ενδείκνυται ενδοφλέβια χορήγηση Ν-ακετυλοκυστεΐνης στον ασθενή, σύμφωνα με το καθιερωμένο δοσολογικό πλάνο. Σε περίπτωση μη ύπαρξης εμέτου, η από του στόματος χορήγηση μεθειονίνης ενδέχεται να αποτελεί μια εναλλακτική για απομακρυσμένες περιοχές, εκτός νοσοκομείου. Η αντιμετώπιση ασθενών που εμφανίζουν σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία πέραν των 24 ωρών κατόπιν λήψης πρέπει να εξετάζεται με το Κέντρο Δηλητηριάσεων ή με μονάδα ήπατος.
Υδροχλωρική φαινυλεφρίνη
Ενδείξεις σοβαρής υπερβολικής δόσης φαινυλεφρίνης περιλαμβάνουν αιμοδυναμικές μεταβολές και καρδιαγγειακή κατάρρευση με αναπνευστική καταστολή. Η θεραπεία περιλαμβάνει αρχικά πλύση στομάχου και συμπτωματικά και υποστηρικτικά μέτρα. Η υπέρταση αντιμετωπίζεται με ενδοφλέβια χορήγηση αποκλειστή του άλφα-υποδοχέα.
Η υπερβολική δόση φαινυλεφρίνης είναι πιθανό να οδηγήσει σε: νευρικότητα, κεφαλαλγία, ζάλη, αϋπνία, αυξημένη αρτηριακή πίεση, ναυτία, εμετός, μυδρίαση, οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας (πιο πιθανό σε όσους εμφανίζουν γλαύκωμα κλειστής γωνίας), ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών, αλλεργικές αντιδράσεις (π.χ. εξάνθημα, κνίδωση, αλλεργική δερματίτιδα), δυσουρία, κατακράτηση ούρων (πιο πιθανό σε εκείνους με απόφραξη της εξόδου της ουροδόχου κύστης, όπως υπερτροφία του προστάτη).
Πρόσθετα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν υπέρταση και πιθανώς αντανακλαστική βραδυκαρδία. Σε σοβαρές περιπτώσεις ενδέχεται να εμφανιστούν σύγχυση, ψευδαισθήσεις, επιληπτικές κρίσεις και αρρυθμίες. Ωστόσο, η ποσότητα που απαιτείται για την εμφάνιση σοβαρής τοξικότητας λόγω φαινυλεφρίνης είναι μεγαλύτερη από εκείνη που απαιτείται για την πρόκληση ηπατοτοξικότητας που σχετίζεται με την παρακεταμόλη.
Η θεραπεία θα πρέπει να είναι κλινικά κατάλληλη. Για την αντιμετώπιση της σοβαρής υπέρτασης ενδέχεται να απαιτείται η χορήγηση φαρμακευτικών προϊόντων αποκλεισμού του άλφα υποδοχέα, όπως η φαιντολαμίνη.
Φύση και συστατικά του περιέκτη
Φακελάκια σφραγισμένα με θερμότητα, πλαστικοποιημένο χαρτί/Al/PE.
Συσκευασία των 10 ή 16 φακελίσκων.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
Οδηγίες χρήσης, χειρισμού και απόρριψης
Από του στόματος χορήγηση μετά από διάλυση σε νερό.
Ιδιαίτερες προφυλάξεις για την φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσεται σε θερμοκρασία μικρότερη των 25°C.
Να φυλάσσεται στην αρχική συσκευασία για να προστατεύεται από την υγρασία και το φως.
Ημερομηνία λήξης
Διάρκεια ζωής: 3 έτη.
Σχετικό SPC
TANTOGRIP 600 mg/10 mg κόνις για πόσιμο διάλυμα με γεύση λεμόνι σε φακελίσκο.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.