Φαρμακοδυναμική
Κωδικός ATC: S01AD03
Η ακικλοβίρη είναι αντι-ιικός παράγοντας εξαιρετικά δραστικός in vitro κατά του ιού του απλού έρπητα (HSV) των τύπων Ι και ΙΙ και του ιού ανεμευλογιάς-ζωστήρα. Η τοξικότητα για τα κύτταρα ξενιστές των θηλαστικών είναι χαμηλή.
Η ακικλοβίρη φωσφορυλιώνεται μετά την είσοδό της σε μολυσμένα από έρπητα κύτταρα προς την ενεργό ένωση τριφωσφορική ακικλοβίρη. Το πρώτο στάδιο σ' αυτή τη διαδικασία εξαρτάται από την παρουσία της κωδικοποιουμένης από τον ιό κινάσης της θυμιδίνης. Η τριφωσφορική ακικλοβίρη δρα ως αναστολέας ή υποκατάταστο της ειδικής για τον έρπητα DNA πολυμεράσης προλαβαίνοντας την περαιτέρω σύνθεση DNA από τον ιό, χωρίς να επηρεάζει τις φυσιολογικές κυτταρικές λειτουργίες.
Ιολογία
Η in vitro έκθεση των ιών του απλού έρπητος στην ακικλοβίρη μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη ευαισθησία στους ιούς. Οι ιοί αυτοί συνήθως παρουσιάζουν έλλειψη της κινάσης της θυμιδίνης. Το ένζυμο αυτό είναι υπεύθυνο για την ενεργοποίηση της ακικλοβίρης. Ωστόσο, μελέτες σε πειραματόζωα έδειξαν πως τα στελέχη αυτά είναι λιγότερο ιογόνα.
Παρόμοια στελέχη ιών παρατηρήθηκαν κατά καιρούς κατά τη διάρκεια ελεγχόμενων και ανοικτών μελετών σε λίγους, ευρέως και σοβαρά ανοσοανεπαρκείς ασθενείς όπως σε δέκτες μοσχευμάτων μυελού των οστών ή σε ασθενείς με εγγενή, βαρειά συνδυασμένη ανοσοανεπάρκεια.
Η εμφάνιση λοιμώξεων από αυτούς τους ιούς δεν επιδείνωσε την κλινική εικόνα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις ο ιός εξαφανίσθηκε πάλι αυτομάτως.
Κατά τη θεραπεία τέτοιων σοβαρά ανοσοανεπαρκών ασθενών, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πιθανή ανάπτυξη κατεσταλμένων, ευαίσθητων ιών. Ωστόσο, απαιτείται μακρά κλινική εμπειρία που να παρέχει περισσότερα στοιχεία για το συσχετισμό μεταξύ της in vitro ευαισθησίας του ιού και της κλινικής ανταποκρίσεως στη θεραπεία με ακικλοβίρη.
Φαρμακοκινητική
Η ακικλοβίρη απορροφάται γρήγορα από το επιθήλιο του κερατοειδή χιτώνα του οφθαλμού και από τους επιφανειακούς οφθαλμικούς ιστούς.
Στα ζώα επιτυγχάνεται αντι-ιϊκή συγκέντρωση του φαρμάκου στο υδατοειδές υγρό του οφθαλμού. Μέχρι σήμερα δεν έχει επιτευχθεί ο προσδιορισμός της ακικλοβίρης στο αίμα μετά την τοπική εφαρμογή της αλοιφής στον οφθαλμό. Όμως, ίχνη του φαρμάκου είναι δυνατόν να μετρηθούν στα ούρα. Αυτή η συγκέντρωση του φαρμάκου δεν είναι σημαντική από κλινική άποψη.
Κλινικές μελέτες
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την επίδραση της ακικλοβίρης χορηγούμενης από το στόμα ή με ενδοφλέβια έγχυση, στην ανθρώπινη γυναικεία γονιμότητα. Σε μία μελέτη 20 αρρένων ασθενών με φυσιολογικό αριθμό σπερματοζωαρίων, η χορήγηση ακικλοβίρης από το στόμα σε δόσεις έως 1g ημερησίως για διάστημα μέχρι και έξι μήνες δεν έδειξε να έχει κλινικά σημαντική επίδραση στον αριθμό των σπερματοζωαρίων, την κινητικότητα ή τη μορφολογία τους.
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μεταλλαξιογόνος δράση
Τα αποτελέσματα μεγάλου εύρους μεταλλαξιογόνων δοκιμασιών in vitro και in vivo δείχνουν ότι η ακικλοβίρη δεν αποτελεί γενετικό κίνδυνο για τον άνθρωπο.
Καρικογέννεση
Η ακικλοβίρη δεν βρέθηκε να είναι καρκινογόνος σε μελέτες παρατεταμένης διάρκειας σε αρουραίους και ποντίκια.
Καρκινογένεση, μεταλλάξεις, στείρωση
Γονιµότητα
Βλέπε κλινικές µελέτες στην παράγραφο 5.2.
Ενεργά συστατικά
X4HES1O11F - ACYCLOVIR
|
Σχετικό SPC
ZOVIRAX.
Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.
ΠΧΠ : ZOVIRAX Οφθαλμική αλοιφή